Αφιέρωμα στον Νεομάρτυρα Άγιο Αργύριο τον Πολιούχο και Προστάτη της Επανομής

 OBIOS 3

 

«Ἀργύριον πιστοί, εὐφημήσωμεν ὕμνοις, καὶ πόθῳ  τὴν αὐτοῦ, ἑορτάσωμεν μνήμην».

15 01sνέος αὐτός ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ, Ἀργύριος ἤ Ἀργυρός, καταγόταν ἀπό τήν Ἐπανομή. Σύμφωνα μέ μαρτυρίες γεροντοτέρων, οἱ γονεῖς του ἦταν ὁ Ἀστέριος καί ἡ Βασιλική τό γένος Ντουγιούδη. Ὅπως διηγήθηκαν πολλοί Θεσσαλονικεῖς, οἱ ὁποῖοι τόν γνώρισαν ἀπό κοντά, γιατί ἐκεῖ ζοῦσε, ὡς ὑπηρέτης σέ κάποιον ράφτη, ἦταν ἕνας νέος πολύ χαριτωμένος, πολύ εὐλαβής, σεμνός στούς τρόπους καί στολισμένος μέ ἠθικά χαρίσματα. Στήν ἡλικία περίπου δέκα ὀκτώ ἐτῶν.
Κατά τίς ἡμέρες ἐκεῖνες κάποιος χριστιανός ἀπό τόν Σοχό, βρισκόταν κλεισμένος στήν φυλακή τοῦ πασᾶ τῆς Θεσσαλονίκης γιά κάποιο ἔγκλημα πού εἶχε διαπράξει. Μή ἔχοντας νά πληρώσει τά χρήματα πού τοῦ ζήτησε ὁ πασᾶς, τόν ἀπειλοῦσε ὅτι θά τόν κρεμάσει.
Μπροστά στήν ἀπειλή τοῦ θανάτου ὁ ἄφρων ἐκεῖνος δείλιασε καί προκειμένου νά ἀποφύγει τόν θάνατο ἐξέφρασε τήν ἐπιθυμία νά τουρκέψει. Τό γεγονός αὐτό χαροποίησε τούς Ἀγαρηνούς, οἱ ὁποῖοι ἀμέσως τόν ἔβγαλαν ἀπό τήν φυλακή. Μετά, λοιπόν, τήν ἄρνηση τῆς ἁγιωτάτης πίστης μας καί τήν ὁμολογία τῆς ἀντίχριστης πλάνης τῶν Ἀγαρηνῶν τόν πῆγαν σ᾽ ἕνα καφενεῖο, στήν τοποθεσία Ταχτάκαλα, γιά νά τόν συμβουλέψουν.
Παρακολουθώντας τά γενόμενα, ὁ νεαρός Ἐπανομίτης Ἀργύριος, θερμάνθηκε ἡ ψυχή καί ἡ καρδιά του ἀπό θεῖο ζῆλο, γέμισε ἀπό ἐνθουσιασμό καί  ἀφοῦ ἔδιωξε κάθε φόβο ἀπό μέσα του, περιφρονώντας ἀκόμα καί τήν ζωή του, ὅρμησε μέ μεγάλη γενναιότητα καί θαυμαστή ἀνδρεία μέσα στό καφενεῖο, ὅπου βρισκόταν ἐκεῖνος ὁ ἐλεεινός ἀρνησίχριστος, τριγυρισμένος ἀπό πλῆθος ἀγρίων καί μοχθηρῶν γενιτσάρων, καί ἀφοῦ στάθηκε μπροστά στόν ἀρνητή τοῦ λέγει, μέ πολλή παρρησία, μπροστά σέ ὅλους, χωρίς νά φοβηθεῖ κανέναν: «Ἀδελφέ ἔκαμες, μεγάλο κακό μέ τό νά ἀρνηθεῖς τόν Χριστό καί Σωτήρα μας. Μπορεῖ νά ἀποφύγεις αὐτόν  τόν πρόσκαιρο θάνατο, ἀλλά νά ξέρεις ὅτι  θά παραδώσεις τήν ψυχή σου στήν κόλαση, ἡ ὁποία εἶναι θάνατος 07αἰώνιος καί ἀτέλειωτος. Σύνελθε καί μετανόησε, ὡμολόγησε καί πάλι τόν Χριστό. Ἄς σέ θανατώσουν. Ἀξίζει νά προσφέρουμε τό αἷμα μας γιά τόν Χριστό, νά πεθάνουμε γιά τήν ἀγάπη Του, γιατί κι Ἐκεῖνος θυσιάστηκε γιά τήν δική μας ἀγάπη».
Αὐτά μόνον τά ἱερά καί χριστιανικά λόγια πρόφθασε νά πεῖ, ὁ μακάριος Ἀργυρός. Κατόπιν ἀκολούθησε ἐκεῖνο πού ὁ καθένας μπορεῖ νά φανταστεῖ. Ἀμέσως ὥρμησε ἐναντίον τοῦ Ἁγίου ὅλο ἐκεῖνο τό πλῆθος τῶν φοβερῶν γενιτσάρων δέρνοντάς τον ἄγρια, μέ ἀλαλαγμούς καί βαρβαρικές ἰαχές. Σίγουρα θά τόν εἶχαν θανατώσει  τόν Ἅγιο  ἄν δέν περνοῦσε ὁ λογισμός ἀπό τόν νοῦ τους, ὅτι, ἴσως μπορέσουν νά τόν ἀλλαξοπιστήσουν. Ἡ σκέψη αὐτή τούς ἔκανε νά συγκρατήσουν τά χέρια τους σταματώντας συγχρόνως καί τό μαρτύριο. Ἀλλά μέ γυμνά τά μαχαίρια, μέ σηκωμένα τά χέρια καί ἔξαλλοι ἀπό φανατισμό ἀπευθύνονται στόν νεαρό Ἀργύριο: «Πές μας ὅτι τουρκεύεις, διαφορετικά αὐτή τήν στιγμή σέ θανατώνουμε».
Σάν βροντή ἔπεσε ἡ ἀδύναμη φωνή τοῦ μάρτυρα: «Εἶμαι χριστιανός καί δέν ἀρνιέμαι τήν πίστη μου, ὁτιδήποτε καί ἄν μοῦ κάνετε. Δόξα καί τιμή μου ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Ἐπιθυμία μου νά πεθάνω γιά τήν πίστη καί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ».
03Οἱ Ἀγαρηνοί μέ πολλή μανία καί ἀγριότητα ὡδήγησαν τόν Ἀργυρό στόν Κατή καταγγέλοντάς του γιά τήν πράξη του αὐτή. Τόν ἔδειραν ἀλύπητα, προσπαθώντας μέ κάθε τρόπο νά τόν πιέσουν,  ὥστε νά ἀρνηθεῖ  τήν πίστη του καί νά ὀμολογήσει τήν δική τους θρησκεία. Βλέποντας ὅμως ὅτι ἄδικα πασχίζουν, γιατίὁ  Ἅγιος ἔμεινε σταθερός καί ἀκλόνητος, σταμάτησαν τά βασανιστήρια καί ἄρχισαν μέ κολακείες νά ὑπόσχονται δῶρα καί ἀξιώματα, ἐλπίζοντας πώς ἔτσι θά μπορέσουν νά τόν ἐξαπατήσουν, ὥστε νά ἀλλάξει γνώμη. Ἐπειδή ὅμως οὔτε μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο κατάφεραν νά πετύχουν τόν σκοπό τους, τόν ἔριξαν στήν φυλακή, καταπληγωμένο, προκειμένου νά τόν ἀνακρίνουν γιά δεύτερη φορά.
Ὑστερα ἀπό δύο ἡμέρες τόν ἔβγαλαν ἀπό τήν φυλακή. Βλέποντας ὅτι καί πάλι παραμένει σταθερός καί ἀκλόνητος στήν πίστη του, ζήτησαν ἀπό τόν Κατή νά ἐκδώσει ἀπόφαση γιά νά κρεμάσουν τόν μάρτυρα.
Ὁ Κατής ὅμως δυσκολευόταν νά ἐκδώσει τέτοια ἀπόφαση, γιατί ἔβλεπε ὅτι τό« ἔγκλημά του» δέν ἦταν γιά θάνατο, ἀναγνωρίζοντας ὅτι ὁ καθένας πρέπει νά εἶναι ζηλωτής καί ὑπέρμαχος τῆς πίστης του, ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ Ἀργύριος. Συγχρόνως παρακίνησε καί τούς ὁμοθρήσκους του νά μιμηθοῦν τό παράδειγμα τοῦ νεαροῦ Ἀργυροῦ καί ἄν θέλουν ἄς προσπαθήσουν νά τόν μεταπείσουν.
Αὐτά εἶπε ὁ Κατής. Ἐκεῖνοι ὅμως ταράχθηκαν καί ἐξαγριώθηκαν ἐναντίον του σάν θηρία, λέγοντας: «Τί εἶναι αὐτά πού λές; Εἶναι δυνατόν νά δικαιώνεις τόν ἐχθρό τῆς πίστης μας; Πῶς ἀνέχεσαι κάποιον νά βρίζει καί νά βλαστημάει τήν πίστη μας καί ἐσύ νά τόν ἐπαινεῖς; Δέν τόν κρίνεις, λοιπόν, ἄξιο θανάτου;».
Ἀφοῦ ἄκουσε ὅλα αὐτά, σκέφθηκε γιά λίγο, ἴσως καί νά φοβήθηκε τούς μανιώδεις Ἀγαρηνούς, καί ἔπειτα εἶπε: «Ἐπειδή βλασφήμησε τήν πίστη μας εἶναι ἔνοχος θανάτου καί δίνω τήν ἄδεια νά κρεμαστεῖ».
Χωρίς καθυστέρηση οἱ αἱμοβόροι γενίτσαροι παρέλαβαν τόν Ἅγιο  καί τόν κρέμασαν στόν τόπο πού λέγεται Καμπάν.
Ἔτσι ὁ καλλίνικος τοῦ Χριστοῦ ἀθλητής Ἀργύριος ἔλαβε τό ἀκήρατο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου στίς 11 Μαΐου 1806, ἡμέρα Παρασκευή καί σέ ἡλικία περίπου 18 ἐτῶν.
010Τώρα συναγάλλεται μαζί μέ τούς ἄλλους μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή ἐπικύρωσε τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον μέ τήν μαρτυρική του θυσία.
Πολλοί ἀπό τούς παρευρισκομένους, ὅπως λέγεται, παρατήρησαν ὅτι στό νεκρό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἀργυροῦ δέν ὑπῆρχε κανένα σημάδι ἀπαγχονισμοῦ, καί ἀκόμα ὅτι φαινόταν σάν ζωντανός πού κοιμᾶται.
Ἐπίσης ἀνεξήγητο παραμένει καί τό πῶς ἐπέτρεψαν ἀμέσως τήν ἄλλη ἥμερα νά τόν ξεκρεμάσουν, ἐνῶ σύμφωνα μέ τήν συνήθεια πού  ἐπικρατοῦσε ἔπρεπε νά παραμείνει κρεμασμένος ἐπί τρεῖς ἡμέρες.

Αὐτῷ γὰρ πρέπει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις  σὺν  τῷ  ἀνάρχῳ αὐτοῦ Πατρὶ καὶ τῷ Παναγίῳ Πνεύματι, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμὴν

Κοντάκιον.

Ἦχος δ´. Ἐπεφάνης σήμερον.

24ς ἀθλήσας Ἅγιε ἐσχάτοις χρόνοις τὸν Χριστὸν ἐδόξασας, θανατωθεὶς ὑπὲρ αὐτοῦ διὸ πιστῶς σε γεραίρομεν ὡς ἀθλοφόρων Ἀργύριε σύσκηνον.

Συναξάριον.

19ῇ ια´ τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Νεομάρτυρος Ἀργυρίου, τοῦ ἐξ Ἐπανομῆς μὲν κα­ταγομένου, ἐν δὲ τῇ Θεσσαλονίκῃ ἀθλήσαντος καὶ δι ἀγ­χόνης τελειωθέντος ἐν ἔτει ᾳωστ´ (1806).

Στίχ. Ἔχων ἀργυρὰν τὴν ψυχὴνφερωνύμως Ἀργύριε ἤθλησας εὐσεβοφρόνως.

Ἑνδεκάτῃ Ἀργύριος τέτληκε βρόχον στεῤῥοψύχως.

19αῖς αὐτοῦ πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

 Ἀπολυτίκιον.

Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.

22αίρει ἔχουσα, Ἐπανομή σε, θεῖον βλάστημα, καὶ πολιοῦχον, Νεομάρτυς τοῦ Σωτῆρος Ἀργύριε, καὶ τὴν ἁγίαν σου ἄθλησιν μέλπουσα, τῇ σῇ πρεσβείᾳ προστρέχει κραυγάζουσα. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Vivlio

 

diahoristiko

 

ARGYRIOSONEOMARTYS

 

   0115ζησε στόν τόπο μας, τό σπίτι του ἦταν ἕνα ἀπ᾽ αὐτά τ᾽ ἀνοιχτόκαρδα τῆς μικρῆς μας πολιτείας μέ τίς λουλουδιασμέ­νες αὐλές. Περπάτησε στούς ἴδιους δρόμους μέ μᾶς, ἔπαιξε κι ἔτρεξε μέ τ᾽ ἄλλα παιδιά, ράντισε μέ τίς στάλες τοῦ ἱδρώτα του τά χωράφια τριγύρω ἀπ᾽ τά σπίτια μας.

Κι ἔφτασε στά δεκαοχτώ του χρόνια. Δέν χρειάστηκε βέ­βαια νά πάει στόν στρατό, τάχθηκε ἐθελοντικά σ᾽ ἕνα ἄλλο στράτευμα, ζήλεψε γιά τόν ἑαυτό του τόν τίτλο στρατιώτης Χριστοῦ.

09Κι ἄλλοι νέοι πολλοί ζοῦσαν τότε, ζοῦν καί σήμερα στόν τό­πο μας, περνοδιαβαίνουν τά χρόνια ἄγνωστοι κι ἀνώνυμοι. Μά αὐτός εἶναι γνωστός, οἰκεῖος σ᾽ ὅλους μας, γιατί σφράγισε τήν ζωή του μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἔνιωσε καλύτερα ἀπ᾽ ὅλους πώς ἡ καρδιά πού ἀγαπᾶ δέν ἀρκεῖται σέ κούφια λόγια, ξέρει νά ζεῖ μ᾽ ἀγάπη, ξέρει καί νά πεθαίνει ἀπ᾽ ἀγάπη. Μέ τήν φλόγα τῆς καρδιᾶς του ἔλιωσε κάθε δεσμό πού τόν χώριζε ἀπ᾽ τόν Θεό. Ἔκανε τό μαρτύριό του γέφυρα πού τόν ὁδήγη­σε ἀπό τήν πρόσκαιρη καί δύσκολη ζωή, στήν ΖΩΗ τήν αἰώ­νια κι εὐφρόσυνη.

Ἔγινε γιά μᾶς πολύτιμος - ἀργυρός - θησαυρός, στολίδι καί καύχημα γιά τόν τόπο μας, ἄστρο λαμπερό στόν οὐρανό μας πού φωτίζει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ γιά νά διαβοῦμε.

Ἔγινε πρεσβευτής μας στόν οὐρανό. Γι᾽ αὐτό, μέσα στόν Ναό του ἤ κι ὅπου ἀλλοῦ, δέν θ᾽ ἀποκάμουμε νά ψάλλουμε:

«Τῇ πατρίδι δίδου τῇ σῇ, σαῖς προσευχαῖς,

Ἀργύριε μάρτυς, τῆς προστασίας σου τὰς χάριτας».

 diahoristiko

 

TEMAXIAIEROYLEIPSANOY 

 

1804χετικά μέ τό θέμα τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου ἔχουν κυκλοφορήσει πολλά «σενάρια». Ὑπάρχει ἤ δέν ὑπάρχει; Καί ποῦ Βρίσκεται; Φυσικά κατά καιρούς διατυπώθηκαν ἀντιφατικές ἀπόψεις καί ὑποδείχθηκαν διάφορα σημεῖα. Δυστυχῶς ὅμως γιατί δέν ὑπῆρξε κανένα ἐνδιαφέρον καί καμιά προσπάθεια οὔτε ἀπό τούς Ἐπανομίτες, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τούς ἄμεσα ὑπόχρεους γιά τήν διερεύνηση τοῦ θέματος, καί ἐννοῶ τήν ἱερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ὅταν ἀκόμα ἦταν ἑνιαία, καί τόν πρῶτο Μητροπολίτη τῆς νεοϊδρυθείσας Μητροπόλεως Νέας Κρήνης καί Καλαμαριᾶς Προκόπιο. Μάλιστα δέ ἡ ἄποψη τοῦ Μητροπολίτη Νέας Κρήνης καί Καλαμαριᾶς Προκοπίου ἦταν κατηγορηματική καί ἀπόλυτα ἀρνητική: «Λείψανα δέν ὑπάρχουν». Ἀκόμα καί ἡ πρώτη Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, πού ἐκδόθηκε τό ἔτος 1933 (πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι συντάχθηκε ἀπό τόν ὅσιο Νικηφόρο Χίου) καί βρισκόταν σέ χρήση, θεωρήθηκε «ἀτελὴς καὶ μὴ συνᾴδουσα εἰς τὴν κρατοῦσαν τοπικὴν παράδοσιν καὶ συνήθειαν» τῆς Ἐπανομῆς. Γι᾽ αὐτό καί ἀνατέθηκε στόν Ὑμνογράφο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Ἁγιορείτη μόναχο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, νά συντάξει νέα πλήρη Ἀκολουθία.

Κάνοντας ὑπέρβαση ὅλων τῶν ἀπόψεων καί τῶν θεωριῶν σχετικά μέ τό ἱερό Λείψανο τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, μέ βεβαιότητα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι, τεμάχιο ἱεροῦ Λειψάνου ὑπάρχει:

1. Στό Ἅγιο Ὄρος, στό Κελί τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου τῶν Σκουρταίων.

2. Στήν Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν τῶν Γ.Ο.Χ.

3. Στήν ἱερά Μονή Παναγίας Βοηθείας στήν Χίο.

4. Στήν ἱερά Μητρόπολη τῶν Γ.Ο.Χ, στήν Ἀστόρια τῆς Ἀμερικῆς, βρίσκεται ἡ Κάρα τοῦ Ἁγίου.

Ἐπιφυλασσόμεθα, προσεχῶς, σέ νεώτερη ἀνάρτηση στήν ἱστοσελίδα μας γιά τό θέμα αὐτό. Καί ὅλα αὐτά, ὅπως λέει ἡ λαϊκή φράση, «γιά τήν ἱστορία».

 

 diahoristiko

  

 PNEVMATIKOSSYNDESMOS

 

1508σο καί ἄν ἀκούγεται παράξενα καί παράδοξα, καί ἄν μεταξύ Ἐπανομῆς καί νήσου Χίου «χάσμα μέγα ἐστηρικται» τό ἀχανές πέλαγος, ἡ δύναμη τῆς πίστεως καί ἡ χάρη τοῦ Νεομάρτυρος ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου, σάν πνευματικός συνδετικός κρίκος, συνέδεσε τά διεστῶτα καί ἔφερε πολύ κοντά ἀνθρώπους, πού ἔζησαν σέ διαφορετικό τόπο καί χρόνο.

Ὁ ἅγιος Ἀργύριος (1788-1806) ἔζησε στήν Ἐπανομή. Ὁ ὅσιος Νικηφόρος (1750-1821) ἔζησε στήν Χίο. Εἶναι δύο σύγχρονοι Ἅγιοι ἔστω καί ἄν μικρότερος στήν ἡλικία ὁ ἅγιος Ἀργύριος, προηγήθηκε στό Μαρτύριο. Ὁ ὅσιος Νικηφόρος ἦταν πολύ εὐαίσθητος πρός τούς Νεομάρτυρες, τούς ὁποίους καί ἐνίσχυε στό Μαρτύριο. Συνέθεσε Χαιρετισμούς, Ὕμνους, Ἰδιόμελα καί Ἀσματικές Ἀκολουθίες. Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ Ἱερομονάχου π. Πορφυρίου Σιμωνοπετρίτη, τό ὕφος καί τό λεξιλόγιο τῆς πρώτης Ἀκολουθίας τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου ἔχει πολλά κοινά γνωρίσματα μέ τίς ἄλλες Ἀσματικές Ἀκολουθίες πού συνέγραψε ὁ ὅσιος Νικηφόρος, γεγονός πού ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα, ὅτι καί ἡ Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου μάλλον εἶναι ἔργο τοῦ ὁσίου Νικηφόρου.

Πολύ γρήγορα μετά τό μαρτύριό του ὁ νεαρός Ἀργύριος κατα­ξιώθηκε στήν συνείδηση καί στήν ψυχή τῶν Ἐπανομιτῶν κα­θώς καί τῶν Θεσσαλονικέων χριστιανῶν ὡς Νεομάρτυρας. Αὐ­τό ἄλλωστε ἀποδεικνύεται καί ἀπό τήν ἤδη ὑπάρχουσα εἰκό­να τοῦ Ἁγίου, πού βρίσκεται στά Βημόθυρα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου μέ χρονολογία 1853. Ἀρχικά ὁ ἑορτασμός τοῦ Ἁγίου περιοριζόταν στήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας μέ ἐπιφυλακτικότητα «διά τόν φόβον τῶν Ἀγαρηνῶν», μέχρι καί τό ἔτος 1898. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε κάποια Ἀκολουθία γιά τήν ὁποία δέν 02γίνεται λόγος πουθενά. Ὑστερα ἀπό φιρ­μάνι τῆς Πύλης (1899) ἀπαγορεύτηκε ὁ ἑορτασμός τοῦ Ἁγίου μέχρι καί τό ἔτος 1909. Ἀπό τό ἔτος 1909 μέχρι καί τό 1930 ἄν καί εἶχε λήξει ἡ ἀπαγόρευση τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Ἁγίου, λό­γω τῆς μεταβατικῆς καταστάσεως, συνεχίστηκε ὁ μή ἑορτα­σμός του.

Τήν 1η Ἰουλίου 1869 εἶδε τό φῶς τῆς ζωῆς στήν περιοχή τοῦ ἁγίου Λουκᾶ Λιβαδιῶν Χίου ὁ κατά κόσμον Ἀργύριος Βαγιᾶνος, τοῦ Κωνσταντίνου καί τῆς Ἀργυρώς.

Ὁ νεαρός Ἀργύριος δωρεοδέκτης τοῦ ἁγίου Πνεύματος, μέ «πνεῦμα σοφίας», ἦταν προορισμένος ἀπό τόν Θεόν νά ἀναδειχθεῖ σκεῦος ἐκλογῆς καί νά γίνει μέγας «παιδαγωγός εἰς Χριστόν». Σίγουρα ὁ νεαρός Ἀργύριος θά εἶχε ἀκούσει καί θά εὐλαβεῖτο τόν ἅγιο Ἀργύριο τόν Ἐπανομίτη ἐφόσον ἦταν μεταγενέστερος τοῦ ὁσίου Νικηφόρου καί μάλλον θά ἦταν καί γνώστης τῆς Ἀκολουθίας ἄν σκεφθοῦμε ὅτι τό ὄνομά του καθώς καί τό ὄνομα τῆς μητέρας του ταυτιζόταν μέ τό ὄνομα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Ἀργότερα κείρεται μικρόσχημος μοναχός καί μετονομάζεται Ἄνθιμος. Τό 1910 χειροτονεῖται Πρεσβύτερος. Τό 1911 μεταβαίνει στό   Ἅγιο Ὄρος, ὅπου οἱ Ἁγιορεῖτες μοναχοί τοῦ ἐπιφύλαξαν πολλές τιμές καί τοῦ προσέφεραν πολλά καί πλούσια δῶρα.

Ἴσως ἀνάμεσα στά δῶρα πού δέχτηκε ἀπό τούς Ἁγιορεῖτες νά ὑπῆρχαν καί εὐλογίες ἀπό ἱερά Λείψανα, ἀνάμεσα στά ὁποῖα μπορεῖ νά ἦταν καί τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου. Πιθανῶς καί ὁ ἴδιος νά τούς πρόσφερε ὡς εὐλογία τήν Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τήν ὁποία θά εἶχε μαζί του ἴσως γιά προσωπική χρήση.

Ὅταν ἐπέστρεψε στήν Χίο τοποθετήθηκε ὡς ἐφημέριος στό Λεπροκομεῖο. Ὁραματίζεται τήν ἵδρυση Μονῆς, γιά νά στεγάσει πρόσφυγες καλόγριες προερχόμενες ἀπό τήν Μικρά Ἀσία. Καί προχωρεῖ στήν πραγμάτωση τῶν ὁραματισμῶν του. Ὑψώνει τόν μεγαλοπρεπή Ἱερό Παρθενώνα τῆς Παναγίας Βοηθείας Χίου. Ἀπό τότε ἐγκαταστάθηκε στήν Μονή μέ πλήρη ἀφοσίωση στήν Παναγία.

06Στήν ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Βοηθείας εἶχε γιά προσωπική του χρήση Λειψανοθήκη μέ τά ἑξῆς τεμάχια ἱερῶν Λειψάνων: Ἀνθίμου Ἱερομάρτυρος – Ἀργυροῦ Νεομάρτυρος - Γρηγορίου - Εἰρήνης - Μακαρίου – Παρθενίου - Πατέρων Νέας Μονῆς – Τίμιο Ξύλο. Ἡ Λειψανοθήκη αὐτή ἐμφανίστηκε καί παραχωρήθηκε, γιά προσκύνημα τῶν πιστῶν, μετά τήν κοίμησή του.

Ἄν τό τεμάχιο τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου δέν τό προμηθεύτηκε ὁ ἅγιος Ἄνθιμος ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος, τήν κατοχή του δικαιολογεῖ καί τό γεγονός, ὅτι μετά τό 1925 φεύγοντας ἀπό τήν Ἐπανομή οἱ αὐτάδελφοι Ἱερομόναχοι Πέτρος καί Νήφων Ἀστυφίδη καθώς καί οἱ Ἐπανομήτισσες μοναχές Ματρώνα καί Μαριάμ Μπρέντα, ἐπιστρέφουν στήν Χίο κομίζοντας καί τήν Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Φυσικό, λοιπόν, θά ἦταν νά προσφέρουν τεμάχιο ἱεροῦ Λειψάνου καί στόν Γέροντά τους Ἱερομόναχο Ἄνθιμο Βαγιᾶνο.

Τό 1930 ὅταν ἀντιπροσωπεία Ἐπανομιτῶν ἐπισκέφθηκαν τήν ἱερά μόνη Βατοπεδίου Ἁγίου Ὅρους προκειμένου νά φέρει τήν τιμία Ζώνη τῆς Παναγίας στήν Ἐπανομή, λόγω κάποιας ἐπιδημίας, οἱ Βατοπεδινοί Πατέρες τούς ἔδωσαν ὡς εὐλογία τήν Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, πού βρισκόταν στό ἀρχεῖο τῆς Μονῆς. Αὐτή ἡ Ἀκολουθία ἐκδόθηκε καί κυκλοφόρησε γιά πρώτη φορά τό 1933.

Στήν πλοκή τῶν γεγονότων πού δικαιολογοῦν τήν πνευματική σχέση μεταξύ Ἐπανομῆς καί Χίου καθώς ἐπίσης καί τήν ὕπαρξη τεμαχίου ἱεροῦ Λειψάνου στήν ἱερά Μόνη Παναγίας Βοηθείας, παρουσιάζονται καί δύο ἀδέλφια ἀπό τήν Χίο, ὁ Στέφανος καί ὁ Νικόλαος Ἀστυφίδης, οἱ ὁποῖοι ἀργά ἀλλά σταθερά μυοῦνται στην πνευματική καθοδήγηση   τοῦ γέροντά τους π. Ἀνθίμου Βαγιάνου, τοῦ μετέπειτα Ἁγίου.

05Σέ ἡλικία 18 χρόνων ἀναχωροῦν γιά τό Ἅγιο Ὄρος. Δέκα χρόνια ἀργότερα χειροτονοῦνται Πρρεσβύτεροι καί ὡς Ἱερομόναχοι μέ τό ὄνομα Πέτρος καί Νήφων ἀντίστοιχα ἔρχονται στήν Ἐπανομή προκειμένου νά ἐξυπηρετήσουν ἐφημεριακά τό παράρτημα τῶν Γ.Ο.Χ. Ἐπανομῆς.

Κατά τήν θητεία τους στήν Ἐπανομή τούς δόθηκε ἡ τιμία Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου ἀπό τίς μοναχές Ματρώνα καί Μαριάμ, οἱ ὁποῖες ἀνῆκαν στήν οἰκογένεια Μπρέντα (Μπρεντοῦδες) καί ἡ ὁποία εἶχε τήν τιμία Κάρα ὑπό τήν κατοχή της (;). Ἡ παρουσία τους στήν Ἐπανομή δικαιολογεῖ καί τήν ὕπαρξη τοποθεσίας, πού διατηρεῖται μέχρι καί σήμερα, μέ τό ὄνομα «Ἀη-Σίδωρος». Ἡ τοποθεσία αὐτή εἶναι ἀφιερωμένη στόν ἅγιο Ἰσίδωρο τόν Χίου, ὅπου σίγουρα ἐκεῖ θά εἶχαν ἐγκαταστήσει κάποιο προσκυνητάρι ἤ ἐξωκλήσι τοῦ Ἁγίου.

Ἡ δράση τους ὑπέρ τοῦ Πατρίου ἑορτολογίου θά τούς στοιχίσει καί θά ἐπιφέρει σειρά διωγμῶν εἰς βάρος τους.

Μετά τά θλιβερά γεγονότα στήν Ἐπανομή μεταξύ Παλαιοημερολογιτῶν καί Νεοημερολιγιτῶν τά δύο ἀδέλφια Πέτρος καί Νήφων καθώς καί οἱ μοναχές Ματρώνα καί Μαριάμ ἐγκαταλείπουν τήν Ἐπανομή καί ἐγκαταβιοῦν στήν Χίο, παίρνοντας μαζί τους καί τήν Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Ἀργότερα ἐγκαθίστανται στήν Ἀθήνα. Οἱ δύο μοναχές μονάζουν στήν Παλαιοημερολογίτικη Μονή τοῦ ἁγίου Μηνᾶ στήν Ἀνθοῦσα Ἀττικῆς, ὅπου φυλασσόταν καί ἡ Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Οἱ αὐταδελφοι Πέτρος καί Νήφων ἐξυπηρετοῦν τούς Ναούς τῶν Γ.Ο.Χ. ἁγίου Ἀνδρέα Περιστερίου καί Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στήν Κυψέλη.

Τό 1951 ὁ Ἱερομόναχος Πέτρος ἀναχωρεῖ γιά τήν Ἀμερική καί τό 1962 ἐκλέγεται Μητροπολίτης τῆς Ἀστόριας. Τό 1986 συμμετεῖχε στήν ἐκλογή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν τῶν Γ.Ο.Χ. Χρυσοστόμου. Ἡ σχέση τους αὐτή δικαιολογεῖ καί τήν φύλαξη ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου στήν Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν τῶν Γ.Ο.Χ.

Ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Ἀμερικῆς τῶν Γ.Ο.Χ. Παῦλος μετέφερε τήν τιμία Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου ἀπό τήν ἱερά Μονή ἁγίου Μηνᾶ Ἀνθούσας στήν Νέα Ὑόρκη, ὅπου καί φυλάσσεται.

Χαῖρε ἔνδοξε Μάρτυς Χριστῷ γενναίως ἐν σταδίῳ κηρύξας.

Ἀγαρηνῶν συντρίψας μανίαν καὶ τῶν δαιμόνων σκοτομανίαν.

Χαῖρε ὑποδούλου λαοῦ τὴν πίστην ἐνισχύσας.

Χαῖρε Ἀργύριε τὴν ὁδὸν πρὸς οὐρανὸν ὑποδείξας.

Χαῖρε Μάρτυς Ἀργύριε ἔνδοξε.

 

 diahoristiko

 

EPISTOLH

 

012

      Ἐπανομή 30 Ἰουνίου 2009

Πρός

Τήν Ἱερά Μονή Παναγίας Βοηθείας, Χίου.

Σεβαστή Γερόντισσα Δοσιθέα, εὐλογεῖτε.

Μέ ἀνείπωτη χαρά πληροφορήθηκα, ἐντελῶς συμπτωματικά, ὅτι στό Μοναστήρι σας φυλάσσεται τεμάχιο ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρος Ἀργυροῦ.

Μετά τήν τηλεφωνική ἐπικοινωνία πού εἶχα μέ τήν ἀδελφή Βερονίκη διαπίστωσα ὅτι ὄντως πρόκειται γιά τόν Νεομάρτυρα Ἀργύριο ἤ Ἀργυρό ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπό τήν πόλη μας Ἐπανομή, εἶναι ὁ Πολιοῦχος καί Προστάτης μας καί πού μαρτύρησε στό Καπάνι τῆς Θεσσαλονίκης, ἡ δέ μνήμη του ἑορτάζεται τήν 11η Μαΐου

Πρός τιμήν του, στήν πόλη μας, ἀνηγέρθηκε περικαλλής Ναός καί κάθε χρόνο ὀργανώνονται ἑορταστικές ἐκδηλώσεις τά «ΑΡΓΥΡΙΑ». Γιά περισσότερες πληροφορίες σᾶς ἐσωκλείω ὅ,τι ὑλικό ὑπάρχει στό ὅνομά του.

Θά ἦταν γιά ἐμᾶς μεγάλη χαρά καί ἰδιαίτερη εὐλογία στό φυσικό χῶρο ὅπου ἔζησε, τιμᾶται καί πανηγυρίζεται, νά ὑπάρχει καί τεμάχιο ἱεροῦ Λειψάνου, τό ὁποῖο στερούμαστε.

Ὑπάρχουν δύο εὐλογημένες συμπτώσεις: Ἡ μία ἔχει σχέση μέ τό κατά κόσμον ὄνομα τοῡ ἁγίου Ἀνθίμου τοῡ Χίου, ἱδρυτοῦ καί προστάτου τῆς ἱερᾶς Μονῆς σας, τό ὁποῖο ἦταν «Ἀργύριος» καί ἡ ἄλλη, ἀπό μαρτυρία Ἁγιορειτῶν μοναχῶν, ὅτι ἡ πρώτη ἀκολουθία τοῡ ἁγίου Ἀργυρίου συντάχθηκε ἀπό τόν Μητροπολίτη Χίου, ἅγιο Νικηφόρο.

Εὐλπιστῶ ὅτι ὁ ἅγιος Ἀργύριος θά κάνει τό θαῦμα του.

Μέ σεβασμό

παπα-Θανάσης Κατζιγκᾶς

Ἀναπληρωτής Προέδρου Διοικούσας Ἐπιτροπῆς

ἱεροῦ Ναοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου

        

diahoristiko

 

PROSKYNHMAXIOS

 

013

  

014

 

015

 

016

  

017

 

diahoristiko

 

TEMAXIA

  

1) Ἀπό τό  Ἅγιο Ὄρος, Κελί τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου τῶν Σκουρταίων.

Κυριακή 25.04.2004

7 καρδιά εἶναι πλημμυρισμένη ἀπό ἄρρητη χαρά. Ἡ συγκίνηση διαχέει ὅλο μου τό εἶναι. Τά μάτια βουρκωμένα.
Εἶναι ἀδιανόητο, ἀπρόσμενο. Ἡ εὐλογία τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου στήν προσωπική μου ζωή ὁλοκληρώνεται. Κυριακή 25 Ἀπριλίου 2004, ὥρα 13:00 μ.μ., ἀξιώνομαι νά προσκυνήσω τεμάχιο ἀπό τά ἱερά Λείψανά του.
Ἀπό τό 1985 πού διορίστηκα Ἐφημέριος στόν ἱερό Ναό Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, μέχρι καί σήμερα, ἄκουσα πολλά σενάρια καί δοξασίες περί ὑπάρξεως Λειψάνων τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Ἀπό τήν Ἀθήνα μέχρι καί τήν Ἀστόρια τῆς Νέας Ὑόρκης. Κι ὅμως ἦταν018 πολύ κοντά μας.
Ἐπισκέφθηκα γι' αὐτόν τόν λόγο τήν ἀδελφή Ματρώνα στό Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Μηνᾶ στήν Ἀνθοῦσα Ἀθηνῶν.
Ἡ εὐλάβεια καί ἡ ἀγάπη της γιά τόν ἅγιο Ἀργύριο ἀξιολάτρευτη. «Γερόντισσα πληροφορήθηκα ἀπό Ἐπανομίτες ὅτι ἔχετε ἱερά Λείψανα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου;». Ἡ ἀπάντησή της ἀρνητική. Μήπως ὑπάρχουν στήν Ἀστόρια, γιατί στό περιοδικό πού ἔχω στά χέρια μου, εἰκονίζεται ἡ κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου;». «Δέν γνωρίζω πάτερ μου».
Καί ξαφνικά ἡ εἴδηση ἔρχεται ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος. Ὁ ἐπίτροπος τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ ἁγίου Ἀργυρίου κ. Ἀγρίμης Μόσχος, ἐμπιστευτικά μέ πληροφορεῖ ὅτι ἐπισκέφθηκε τό Κελί τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τῶν Σκουρταίων, στίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί μεταξύ τῶν ἄλλων ἱερῶν Λειψάνων, προσκύνησε καί τεμάχιο ἱεροῦ  Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου.
Ἡ πληροφορία αὐτή μοῦ δημιουργεῖ ἀναστάτωση, ἀγωνία καί σφοδρή ἐπιθυμία γιά τήν ἐπιβεβαίωση τῆς πληροφορίας. Βέβαια τά πράγματα εἶναι δύσκολα. Ἡ προσέγγιση προβληματική καί δυσχερής. Δύο προσπάθειες μετάβασής μας ἀπέτυχαν. Ἡ ὑπόθεση ἐκκρεμοῦσε. Καί νά, ἡ εὐκαιρία ἦρθε ἀπρόσμενη.
Παρασκευή 23 Ἀπριλίου 2004 πρίν τό μεσημέρι, βρίσκομαι στό γραφεῖο τοῦ κ. Ἀγρίμη. Ἡ συζήτησή μας περιστρέφεται γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό. Καί δέν πᾶμε στό Ὄρος; Ἡ ἀπόφαση γρήγορη. Ποιός ὅμως θά λειτουργοῦσε τήν Κυριακή στόν Ναό τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου;
Κατεβαίνοντας ἀπό τό Δημαρχεῖο σταματάει μέ τό αὐτοκίνητό του ὁ π. Ἀγάπιος Παπαδόπουλος. «Πάτερ Ἀθανάσιε, τήν Κυριακή εἶμαι εὔκαιρος, ἄν θέλεις μπορῶ νά λειτουργήσω στόν ἅγιο Ἀργύριο». Ὁ Ἅγιος ἔδωσε ἄμεση ἀπάντηση στό ἐρώτημά μας καί λύση στό πρόβλημά μας.
Ἀπό δῶ καί πέρα ἀρχίζει ἡ μαρτυρική ἀγωνία, ἡ προσευχή καί ἡ δέηση πρός τόν Ἅγιό μας γιά τήν πραγμάτωση τοῦ ὀνείρου καί τήν ἐπίτευξη τοῦ πόθου μας.
Κυριακή πρωί τῆς 25ης Ἀπριλίου 2004 μέ τό αὐτοκίνητο τοῦ κ. Ἀγρίμη ὁδεύουμε πρός Οὐρανούπολη, τόν πυλώνα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Σέ ὅλη τήν διαδρομή ἡ σκέψη γύρω ἀπό τόν σκοπό τοῦ προσκυνήματός μας, γύρω ἀπό τόν Ἅγιό μας. Κι ὅταν μιλᾶμε κι ὅταν ἐπικρατεῖ σιωπή δεσπόζει ἡ μορφή τοῦ Ἁγίου μας. Ἡ ἀγωνία κορυφώνεται καθώς μπαίνουμε στό λεωφορεῖο ἀπό τήν Δάφνη μέ κατεύθυνση τίς Καρυές. Ὅλο καί πλησιάζουμε. Ποιό ὅμως θά εἶναι τό ἀποτέλεσμα; Ἡ σκέψη ὅτι «ὁ Ἅγιος θά κάνει τό θαῦμα του», μᾶς παρηγορεῖ. Σέ λίγο ξεπροβάλλουν οἱ Καρυές. Πρίν φτάσουμε στήν πρωτεύουσα τοῦ Ἁγίου Ὄρους παρακαλεῖται ὁ ὁδηγός τοῦ λεωφορείου νά σταματήσει στό μονοπάτι πού ὁδηγεῖ δεξιά πρός τό Κελί τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τῶν Σκουρταίων.
Ἡ καρδιά  ἀρχίζει νά χτυπᾶ ἔντονα. Κατηφορίζοντας τό μονοπάτι πρός τό κελί τό μυαλό θολώνει, δέν μπορεῖ νά σκεφθεῖ οὔτε γιά κλάσματα τοῦ δευτερολέπτου, ὅτι  ὑπάρχει ἡ περίπτωση νά μήν μᾶς δοθεῖ τεμάχιο ἱεροῦ Λειψάνου. Ποιοί ἄραγε νά εἶναι οἱ ἀδελφοί τοῦ Κελιοῦ;
Τά ὀνόματά τους ναί μέν γνωστά, ἀλλά ποιοί εἶναι; Τό δεξί χέρι σηκώνεται καί χτυπᾶ τήν πόρτα τοῦ Κελιοῦ. «Δι᾽ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων». «Ἀμήν» ἡ ἀπάντηση. Οἱ χτύποι τῆς καρδιᾶς πιό ἰσχυροί ἀπό τούς χτύπους στήν πόρτα τοῦ Κελιοῦ. Ἡ πόρτα ἀνοίγει καί ἐμφανίζεται ἡ γλυκιά καί ἀσκητική μορφή τοῦ π. Νήφωνα. «Καλῶς ὁρίσατε», «περάστε». Ἡ ἐπίσκεψή μας ἦταν ἀπροειδοποίητη. Τά βήματά μας πατοῦν τόν χῶρο ὅπου φυλάσσεται τεμάχιο ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, τί εὐλογία.
Ἀφοῦ ἀποθέσαμε τίς ἀποσκευές, τό πρῶτο πού ἐπιβάλλονταν ἦταν νά προσκυνήσουμε στό παρεκκλήσι τοῦ Κελιοῦ. Καί τώρα ἔφτασε ἡ μεγάλη ἡ στιγμή. Ἡ ἐκπλήρωση τοῦ διακαῆ πόθου. Καθώς προσκυνοῦμε τά ἱερά λείψανα ἄλλων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, τά μάτια φτερουγίζουν ψάχνοντας γιά τόν δικό μας Ἅγιο. Ναί, ἀλλά θά πρέπει νά εἴμαστε διακριτικοί, ὥστε νά μήν ἀντιληφθεῖ ὁ μοναχός τήν ἀναζήτηση. Σέ μιά ἄκρη τῆς Λειψανοθήκης τά μάτια πέφτουν στήν ἐπιγραφή «Ἱερά Λείψανα ἁγίου Ἀργυρίου». Τά χείλη κολλᾶνε στό σῶμα τοῦ Ἁγίου προσπαθώντας νά ρουφήξουν ἀχόρταγα τήν ἁγιαστική του χάρη. Τό σῶμα ταυτίζεται, ἑνώνεται καί γίνεται ἕνα μέ τό ἱερό Λείψανο τοῦ Ἁγίου. Ἡ καρδιά χτυπᾶ σάν ταμποῦρλο χωρίς νά ἀκούγεται στούς γύρω. «Δοξασμένο τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ» γιά τήν ἱερή αὐτή ἀποκάλυψη. Τό χέρι τρεμάμενο σχηματίζει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Τά γόνατα λυγίζουν ἀπό τό βάρος τῆς συγκίνησης. Τά χείλη ἀναφωνοῦν μέ ἐσωτερικό ἀναστεναγμό «Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ». «Μεγάλη ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου μας».
Με τήν ψυχή πλημμυρισμένη ἀπό χαρά, συγκίνηση καί δοξολογία πρός τόν Θεό, γευματίζουμε στό λιτό, ἀλλά πλούσιο ἀπό ἁγιορείτικη φιλοξενία τραπέζι, περιμένοντας τόν ἐρχομό τοῦ Γέροντα π. Θεωνᾶ. Ἡ ἀναμονή τοῦ ἐρχομοῦ του λές καί διαρκεῖ αἰῶνες. Κάποτε ὅμως τό μαρτύριο αὐτό τῆς ἀναμονῆς πῆρε τέλος καθώς ἀκούγεται ὁ θόρυβος τῆς μηχανῆς τοῦ αὐτοκινήτου. Ὁ π. Θεωνᾶς προβάλει στό ἄνοιγμα τῆς πόρτας. Μένω ἔκπληκτος καθώς τόν ἀντικρίζω γιατί μοῦ εἶναι πολύ γνωστός. Κάτι πού δέν τό περίμενα. Κάτι πού ἀναπτερώνει τίς ἐλπίδες μου γιά αἴσιο ἀποτέλεσμα τῆς ἐπίσκεψης.
Μετά τίς τυπικές διαδικασίες, τήν ἀναφορά μας σέ περασμένα γεγονότα καί σέ πρόσωπα κοινοῦ ἐνδιαφέροντος, ἡ συζήτηση ἔρχεται στό φλέγον θέμα τῆς ἐπίσκεψής μας. Τό θέμα τέθηκε, ἀλλά ἀπάντηση δέν δόθηκε. Ἀκολουθεῖ ὁ Ἑσπερινός. Τά μάτια εἶναι βουρκωμένα, ἡ προσευχή ἔνθερμη νά φωτίσει ὁ Θεός, ὥστε ἡ ἀπάντηση νά εἶναι θετική. Μετά τό λιτό δεῖπνο, βγαίνουμε στόν ἐξώστη, μέ φόντο τίς Καρυές, περιμένοντας τήν ἀπόφαση τοῦ Γέροντα. Πρίν ἀκόμα ἀρχίσει νά μιλάει, τά μάτια μας εἶναι βουρκωμένα, ἡ ἀγωνία καί ἡ συγκίνηση εἶναι ἔκδηλη. «Πάτερ Ἀθανάσιε, εἶχα πάρει τήν ἀπόφαση νά μήν σᾶς δώσω τεμάχιο ἀπό τό ἱερό Λείψανο τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, ἀλλά αὐτή τήν στιγμή δέν μπορῶ νά σᾶς ἀρνηθῶ, δέν μπορῶ νά ἐξηγήσω αὐτό πού μοῦ συμβαίνει, αὐτό πού βλέπω στά πρόσωπά σας». Γιά μᾶς ἡ θετική ἀπάντηση εἶναι ἕνα θαῦμα. Ὁ Ἅγιός μας μίλησε στήν καρδιά καί φώτισε τήν σκέψη τοῦ Γέροντα. «Ἀλλά» συνεχίζει «θά σᾶς παρακαλέσω πρός τό παρόν νά κρατήσετε σέ ἄκρα μυστικότητα τό γεγονός». Φυσική ἡ ἀπορία μας : «Μά γιατί; Γιά ποιό λόγο;» Ἡ ἀπάντηση: «Γιά ὅσο χρονικό διάστημα θά εἶναι Μητροπολίτης Καλαμαριᾶς ὁ Προκόπιος». Ἔστω καί μέ αὐτή τήν προϋπόθεση, τόν περιορισμό, μετά τήν τέλεση τῆς πρωινῆς θείας Λειτουργίας,  παραλάβαμε τό τεμάχιο τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου προκειμένου νά τό μεταφέρουμε στόν φυσικό του χῶρο, στό σπίτι τοῦ Ἁγίου, στόν ἱερό Ναό του.
Τώρα τί νά σᾶς πῶ καί πῶς νά ἐξηγήσω τήν ψυχοπνευματική μας κατάσταση σ' ὅλη τήν χρονική διάρκεια τῆς ἐπιστροφῆς. Μέσα σ' αὐτήν τήν ἀνείπωτη χαρά, μιά σκιά πλανιέται στήν ψυχή καί στήν σκέψη μας. Φανταζόμασταν ἕναν ἄλλον τρόπο ὑποδοχῆς τοῦ Ἁγίου στήν γενέτειρά του, ὄχι αὐτή τήν μυστικότητα. Ἡ σκέψη ὅμως ὅτι αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Ἁγίου, ἀφήνοντας τά ὑπόλοιπα στόν Ἅγιο, μᾶς παρηγοροῦσε.
Καί ἦταν παρόν ὁ Ἅγιος, γιά πρώτη φορά, στήν πανηγυρική θεία Λειτουργία στίς 11 Μαΐου 2004. Εἶναι ἀδιανόητο νά τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία καί ὁ Ἅγιός μας ἐν σώματι νά βρίσκεται κρυφά σέ κάποιο σημεῖο τοῦ ἱεροῦ βήματος, χωρίς νά μποροῦμε νά τό βροντοφωνάξουμε στούς εὐλαβεῖς πιστούς.
Ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς ὁ Ἅγιος εἶναι ἐκεῖνος πού γνωρίζει μέ ποιόν τρόπο θά ἐπιστρέψει ὥστε τό ἱερό του Λείψανο νά τεθεῖ πρός προσκύνηση τῶν κατοίκων τῆς Ἐπανομῆς καί ὅλων τῶν εὐλαβῶν πιστῶν.
01911 Μαΐου 2006. Συμπληρώνονται 200 χρόνια ἀπό τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου. Πρό παραμονή τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου καί ὥρα περίπου 10:30 πρωινή μέ εἰδοποιεῖ ἡ κ. Χάιδω Ντόκα ὅτι χτύπησε ἡ μεγάλη καμπάνα τοῦ Ναοῦ. Δέν δίνω καί μεγάλη σημασία στό γεγονός αὐτό γιατί ὑπέθεσα ὅτι θά ἦρθε πάλι ὁ ἠλεκτρολόγος γιά τήν ἐπισκευή τοῦ συστήματος κωδωνοκρουσίας.
Μερικές ἡμέρες μετά τήν πανήγυρη καί πάλι μέ εἰδοποιεῖ ἡ κ. Χάιδω Ντόκα ὅτι χαράματα περίπου 5:30 χτύπησε ἡ μεγάλη καμπάνα τοῦ Ναοῦ. Προβληματίστηκα καί ἀφοῦ διαπίστωσα ὅτι ὁ Ναός ἦταν κλειδωμένος καί τό σύστημα κωδωνοκρουσίας ἀπενεργοποιημένο, ἐπικοινώνησα μέ τόν ἠλεκτρολόγο προκειμένου νά τόν ἐνημερώσω καί νά μοῦ ἐξηγήσει γιά τό τί συμβαίνει. Ἡ ἀπάντηση ἦταν ὅτι ἦταν ἀδύνατο νά χτυπήσει ἡ καμπάνα ἀπό μόνη της ἐφόσον εἶναι κλειστός ὁ διακόπτης καί τό πρόγραμμα ἀπενεργοποιημένο. Ἡ μόνη περίπτωση κάποιος νά ἔθεσε σέ λειτουργία τό χειροκίνητο σύστημα κωδωνοκρουσίας, πράγμα ἀδύνατο, λόγω ἀκαταλληλότητας τῆς ὥρας καί λειτουργίας τοῦ συστήματος συναγερμοῦ. Πέρασαν καί πάλι μερικές μέρες. Ἡ ὥρα ἦταν 10 πρωινή ὅταν μοῦ τηλεφωνεῖ ἡ κ. Χάιδω Ντόκα στό σχολεῖο καί μοῦ λέει πώς ἀκούστηκε καί πάλι ἡ μεγάλη καμπάνα τοῦ Ναοῦ. Ἐπισκέπτομαι τόν Ναό καί διαπιστώνω ὅτι πράγματι ὁ διακόπτης εἶναι κλειστός καί τό πρόγραμμα ἀπενεργοποιημένο. Ἐπικοινωνῶ ἀμέσως μέ τόν κ. Δρυμώνη Δημήτριο, (εἶναι αὐτός πού τοποθέτησε τό σύστημα κωδωνοκρουσίας) ὁ ὁποῖος μέ τήν σειρά του ἀποκλείει κάθε ἐνδεχόμενο νά χτύπησε ἡ καμπάνα μόνη της γιά τούς προαναφερθέντες λόγους. Ὁ ἴδιος ὡς τεχνίτης προβληματίζεται, ἐμεῖς πού ἔχουμε καί ἄλλες παρόμοιες  ἐνδείξεις αἰσθανόμαστε μιά ἐσωτερική γαλήνη καί συγκρατημένη χαρά καί ἀγωνία γιά τό τί θέλει νά δείξει ὁ Ἅγιός μας.
Καί ἡ ἀπάντηση ἔρχεται. Δευτέρα 26 Ἰουνίου 2006. Βρισκόμαστε στήν Οὐρανούπολη ἕνα λεωφορεῖο (50 ἄτομα) Ἐπανομίτες καί ἑτοιμαζόμαστε νά ἐπιβιβαστοῦμε σέ ἕνα πλοιάριο μέ προορισμό τόν κατάπλου κατά μῆκος τῆς χερσονήσου τοῦ Ἁγίου Ὄρους μέχρι καί τά Κατουνάκια, γιά ἕνα ἐκ τοῦ μακρόθεν πνευματικό προσκύνημα στό περιβόλι τῆς Παναγίας. Ἡ ὑπεύθυνη τοῦ γραφείου (Ροδοκαλάκη) μέ πληροφορεῖ ὅτι θά προσκυνήσουμε καί ἱερά λείψανα ἀπό τήν σκήτη τῶν Σκουρταίων, τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Ἡ καρδιά μου χτυπάει γιά τό ἀναπάντεχο αὐτό γεγονός. Μετά τήν Δάφνη ἐπιβιβάζονται στό πλοιάριό μας ὁ π. Θεωνᾶς καί ὁ π. Νήφων. Νιώθω ἕνα χαρούμενο σφίξιμο στήν καρδιά μου καθώς βλέπω ἀνάμεσα στά ἱερά Λείψανα πού μᾶς παραθέτουν βρίσκεται καί τό ὑπόλοιπο τμῆμα τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Δέν μπορῶ νά μιλήσω. Ξαφνιάζομαι ὅμως ὅταν ἀκούω ἀπό τά χείλη τοῦ π. Θεωνᾶ νά ἀνακοινώνεται ὅτι «ἀνάμεσα στά ἱερά Λείψανα πού θά προσκυνήσετε εἶναι καί τεμάχιο ἀπό τό ἱερό Λείψανο τοῦ πατριώτη σας ἁγίου Ἀργυρίου». «Πάγωσα». Οἱ Ἐπανομίτες μένουν ἄφωνοι, χωρίς νά μποροῦν νά συνειδητοποιήσουν τί ἄκουσαν. Δέν μποροῦσα νά φανταστῶ ὅτι ἐνῶ ὁ π. Θεωνᾶς μέ δέσμευε νά μήν ἀνακοινώσω σέ κανέναν  περί ὑπάρξεως ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τώρα ὁ ἴδιος μετά δύο χρόνια γνωστοποιεῖ δημόσια τήν ὕπαρξή του στούς Ἐπανομίτες. Κατά τήν διάρκεια τῆς δέησης ψάλαμε τό τροπάριο τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, προσκυνήσαμε τό τεμάχιο τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του, κι ὅμως ἀκόμα νομίζουν οἱ προσκυνητές ὅτι εἶναι ὄνειρο. Πήραμε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Συναισθήματα ἀνάμεικτα καί ἀνεξήγητα.
Τήν ἑπόμενη ἡμέρα ἐπισκέπτομαι τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καλαμαριᾶς Προκόπιο καί τόν ἐνημερώνω γιά τό περιστατικό. Ἡ ἀπάντηση; Πλήρως ἀπογοητευτική.  «Δέν ὑπάρχουν Λείψανα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου».  «Αὐτά εἶναι  κοκαλάκια κότας βρασμένα».  Δέν σᾶς χρειάζονται  Λείψανα, ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου σᾶς φτάνει». Ὁ προβληματισμός καί ἡ ἀμφιβολία πού μοῦ δημιουργηθήκαν ὁδήγησαν τά βήματά μου στό γυναικεῖο ἱερό Ἡσυχαστήριο τοῦ τιμίου Προδρόμου, στήν Μεταμόρφωση Χαλκιδικῆς. Πρότεινα στόν Γέροντα π. Γρηγόριο νά πάρουν τήν ἱερή Λειψανοθήκη νά τήν κρατήσουν στό Ἡσυχαστήριο, ὥστε μέ τίς προσευχές τῶν μοναζουσῶν ἀδελφῶν ὁ ἅγιος Ἀργύριος νά φανερώσει κάποιο σημάδι σχετικά μέ τήν γνησιότητα τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου. Ἡ ἀπάντηση: «Δέν χρειάζεται νά γίνει κάτι τέτοιο, γιατί τό τεμάχιο αὐτό τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου ἀνήκει στόν ἅγιο Ἀργύριο». Ἀκόμα καί τήν πρώτη Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, πού ἐκδόθηκε τό ἔτος 1933 (πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι συντάχθηκε ἀπό τόν ὅσιο Νικηφόρο, Μητροπολίτη Χίου) καί βρισκόταν σέ χρήση, τήν ἀπέρριψε καί τήν ἔθεσε σέ ἀχριστεία θεωρώντας τήν «ποίημα εὐλαβοῦς μέν, ἀλλ' ἀδοκίμου, περὶ τὴν Ἐκκλησιαστικὴν ποίησιν ὑμνογράφου, δι᾽ ὃ ἐνεφάνιζεν ἀτελείας καὶ παραλήψεις καὶ μὴ συνᾴδουσα εἰς τὴν κρατοῦσαν τοπικὴν παράδοσιν καὶ συνήθειαν» τῆς Ἐπανομῆς. Γι᾽αὐτό καί ἀνάθεσε στόν Ὑμνογράφο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Ἁγιορείτη μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, νά συντάξει νέα πλήρη Ἀκολουθία. Θά μποροῦσε ὅμως ἀντί νά τήν καταργήσει νά τήν διορθώσει καί νά τήν βελτιώσει.   
       Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ποτέ δέν ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τόν Ναό τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου καί αὐτό φαίνεται ἀπό τό γεγονός  ὅτι  ἐξ ἀρχῆς ἦταν ἀντίθετος καί γιά τό σημεῖο στό ὁποῖο θεμελιώθηκε ὁ Ναός, ἀλλά καί γιά τό μέγεθος τοῦ Ναοῦ. Τόν ἤθελε ὄχι τόσο μεγάλο, ἀλλά μικρότερο, σέ μέγεθος Παρεκκλησίου. Πέρα ἀπό τήν θεία Λειτουργία πού τελοῦσε  κάθε χρόνο στήν μνήμη τοῦ Ἁγίου, ποτέ δέν συμμετεῖχε στην Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ καί στήν περιφορά τῆς Εἰκόνας, ἄλλωστε ἦταν αἰσθητή καί ἡ παντελής ἀπουσία τῶν Ἱερέων τῆς Μητροπόλεώς μας κατά τήν Πανήγυρι, ἐνῶ γιά τήν Πανήγυρι τῆς Μηχανιώνας ὄχι μόνο ὑποχρέωνε ὅλους τούς Ἱερεῖς νά συμμετάσχουν, ἀλλά μᾶς ἀπαγόρευε τήν περίοδο ἐκείνη νά πάρουμε καί τήν κανονική μας ἄδεια. Ποτέ δέν ἐπισκέφθηκε τόν Ναό κατά τήν διάρκεια τοῦ ἔτους καί δέν νοιάστηκε γιά τό τί γινόταν στόν Ναό. Τό 1999 πρίν κυκλοφορήσει τό βιβλίο-ἀφιέρωμα στόν ἅγιο Ἀργύριο τοῦ προτάθηκε, ὅπως ὄφειλε μέ  τήν ἰδιότητα τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου, νά γράψει δυό λόγια, νά τό προλογήσει  κι ὅμως ἀρνήθηκε. Ἡ προσωπική του ἐπιθυμία, ὅπως καί κάποιων ἄλλων ἀπό τό στενό του περιβάλλον, ἦταν ὁ Ναός νά μήν λειτουργεῖ κάθε Κυριακή, ἀλλά μόνο στήν μνήμη τοῦ Ἁγίου. Γι᾽ αὐτό καί ἀντιδροῦσε ἀρνητικά κάθε φορά πού τοῦ προτείναμε νά τοποθετήσει ὑπεύθυνα κάποιον Ἱερέα, ὥστε νά εἶναι ὁ Ναός πάντα ἀνοιχτός καί νά λειτουργεῖται. Τό πρόσχημα; Ὁ Ναός εἶναι Προσκυνηματικός καί δέν προβλέπεται θέση μόνιμου Ἱερέα (γιατί ὅμως ὄχι μέ προσωρινή ἀπόσπαση;). Βέβαια ὁ Κανονισμός τοῦ Ναοῦ προβλέπει τήν ἐκ περιτροπῆς τέλεση τῆς θεία Λειτουργίας ἀπό τούς Ἱερεῖς τῶν δύο Ἐνοριῶν τῆς Ἐπανομῆς, ἀλλά αὐτό τηρήθηκε ἐλάχιστες φορές. Ἡ πίεση πού δέχθηκε στήν πορεία καί ἡ ἀπαίτηση τῶν Ἐπανομιτῶν τόν ἀνάγκασαν νά στέλνει κάθε Κυριακή καί ἀπό ἕναν Ἱερέα προκειμένου νά τελεῖ τήν θεία Λειτουργία, τούς ὁποίους ἡ ἐπιτροπή, προκειμένου νά τούς δίνει κίνητρο, τούς πλήρωνε ἐπί πλέον.

Τώρα ἐναπόκειται στόν ἅγιο Ἀργύριο μέ τόν τρόπο πού ἐκεῖνος γνωρίζει, νά δώσει τήν δική του ἀπάντηση, τήν χάρη, τήν εὐλογία καί τήν πανηγυρική ἐγκατάσταση τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου του στόν φυσικό του χῶρο, πού εἶναι ὁ Ναός τοῦ Ἁγίου. 

2) Ἀπό τήν Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν τῶν Γ.Ο.Χ.

Λουτράκι, 22-09-2009

1ἰδεσιμολογιώτατε πάτερ Ἀθανάσιε, κατ' ἀρχήν τήν εὐχή σας. Ὀνομάζομαι Πετρᾶς Ἰωάννης, εἶμαι καθηγητής καί διαμένω στό Λουτράκι Κορινθίας (Μ. Μπότσαρη 17 – Τ.Κ. 203 00)
Γέροντα μέ αὐτή τήν ἐπιστολή θέλω νά ὑπεισέλθω στό ζήτημα τῆς προσκόμισης πρός τό πρόσωπό σας καί κατ' ἐπέκταση πρός τόν προσκυνηματικό ἱερό Ναό ἁγίου Ἀργυρίου Ἐπανομῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ν. Κρήνης καί Καλαμαριᾶς, ἑνός (1) τεμαχίου (ἀποτμήματος ἐκ τῶν πλευρῶν) ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου (+11 Μαΐου).
020Ἀρχίζοντας, λοιπόν, θέλω νά ἀναφέρω, ὅτι τήν τιμία κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τήν κατέχει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γ.Ο.Χ. Ἀμερικῆς κ. Παῦλος, κληροδότημα τοῦ ὁποίου διά διαθήκης ἀπό τόν μακαριστό Μητροπολίτη Τριφυλίας καί Ὀλυμπίας κ. Χρυσόστομο Δημητρίου τοῦ ἀπό Ζακύνθου, τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Σεβασμιώτατος κατ' ἔτος κόμιζε καί κομίζει τήν ἁγία Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου στήν ἐτήσια πανήγυρη τῆς Ι.Μ. ἁγίου Μηνᾶ Ἀνθούσας Ν. Ἀττικῆς. Ὅταν ἐπισκέφθηκα τήν ἐν λόγω Ἱερά Μονή μιά φορά ἐκτός πανηγύρεως καί ζήτησα νά προσκυνήσω τήν ἁγία Κάρα τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου, τόσο οἱ ἀδελφές ὅσο καί ἡ Γερόντισσα μέ διαβεβαίωσαν ὅτι αὐτήν (ἁγία Κάρα) τήν κατέχει ὁ ἅγιος Ἀμερικῆς (μέ τό παλιό ἡμερολόγιο) κ. Παῦλος καί εἶναι στήν Ἀμερική.
Γνωρίζοντας ὅμως, ὅτι ἐκεῖ στήν Ἐπανομή ὑπάρχει ἕνας ταπεινός περικαλλέστατος  Ναός τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου – καθώς ἐπίσης καί ὁ διακαής πόθος σας, γιά τήν ἀπόκτηση τοῦ ἐν λόγω Ι. Ναοῦ ἑνός (1) τεμαχίου ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου – πῆρα τήν ἀπόφαση ν' ἀπευθυνθῶ στόν ἅγιο Ἀμερικῆς (κατά τό παλιό ἡμερολόγιο) κ. Παῦλο καί νά τοῦ ζητήσω ἕνα (1) τεμάχιο ἀπό τό Λείψανο τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου. Ὁ ἴδιος ἄν καί πολύ ἐπιφυλακτικός στήν ἀρχή – στήν συνέχεια κατεύνασε καί εὐόδωσε  στήν ἐπιθυμία μου – μέ παρέπεμψε στόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Γ.Ο.Χ.  Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος ἄν καί αὐτός πολύ διστακτικός στήν ἀρχή, στήν συνέχεια δέ ἐνέσκηψε, ἀφουγκράστηκε καί μέ πολύ ἀγάπη μοῦ παρέδωσε ἕνα (1) τεμάχιο ἐκ τῶν ἁγίων Πλευρῶν τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου.
Διά τήν ἱστορία θέλω δέ νά ἐπισυνάψω ὅτι ἐνῶ ὁ ἴδιος μέ τά μάτια μου προσκύνησα τήν ἱερή Λειψανοθήκη μέ τά πλευρά τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου -  τέσσερα (4) στό σύνολο – τήν ὁποία Λειψανοθήκη ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χρυσόστομος κατέχει διά διαθήκης ἀπό τόν μακαριστό μητροπολίτη Τριφυλίας καί Ὀλυμπίας κ. Χρυσόστομος Δημητρίου τοῦ ἀπό Ζακύνθου.
Συνεχίζοντας θέλω νά ἀναφέρω ὅτι ἐγώ ὁ ἴδιος μέ τά μάτια μου εἶδα τήν ἀποκοπή ἑνός (-01-) τεμαχίου τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου (ἑνός τεμαχίου (-01-) ἐκ τῶν πλευρῶν τοῦ Ἁγίου Ἀργυρίου), τό ὁποῖο τεμάχιο μοῦ παραδόθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἀρχιεπίσκοπο Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χρυσόστομο καί ἐγώ μέ τήν σειρά μου τό παρέδωσα πρός αἰώνιον μνημόσυνον τῆς οἰκογενείας μου στόν πατέρα Ἀθανάσιο Κατζιγκᾶ, Ἐφημέριο καί προϊστάμενο τοῦ Ι.Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἐπανομής καί κτίτορα τοῦ (...) Ἱ. Ναοῦ τοῦ ἁγίου Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου στήν Ἐπανομή Θεσσαλονίκης.
Κλείνοντας, ἀσπάζομαι τήν δεξιά σας πάτερ Ἀθανάσιε καί μάρτυς μου ὁ Θεός, όσέ ὅ,τι ἀναφέρω σέ αὐτήν τήν ἐπιστολή.

«Ἀργύριε πολύαθλε, ὑποκλίνομαι στό ἅγιο Μαρτύριό σου,
πρέσβευε σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».

ΠΕΤΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

diahoristiko

Εκτύπωση