ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΟΝΟ ΓΙΑ "ΤΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ"
ι πανηγύρεις των Ναών μας αποτελούν κορυφαίες στιγμές του εκκλησιαστικού έτους. Αποτελούν πρόσκληση, κίνητρο και εμψύχωση στην πνευματική πορεία κάθε μέλους της τοπικής εκκλησιαστικής κοινότητας. Κατά τις πανηγύρεις οι ευλογίες της Χάριτος του Θεού, προς την ευλαβή αγωνιζόμενη ψυχή, πολλαπλασιάζονται ώς έκτακτο δώρο του Θεού και του τιμωμένου Αγίου.
Ποια όμως είναι σήμερα η κατάσταση που επικρατεί στις ημέρες των πανηγύρεων;
Δυστυχώς, τις ημέρες που πανηγυρίζουν οι Ναοί μας, οι Άγιοι και η Παναγία μας, υφίστανται έναν φοβερό «εμπαιγμό. Την ημέρα της πανηγύρεως, ιδιαίτερα των μεγάλων Ενοριών των αστικών κέντρων, γίνονται πολλά και παράξενα, τα οποία καμιά σχέση δεν έχουν με τον εορτασμό.
Κατ’ αρχήν ας δικαιολογήσουμε την χρήση των μικροφωνικών συσκευών που ακούγονται εκτός του Ναού εφόσον δεν δίνεται η δυνατότητα όλοι οι πιστοί να εισέλθουν εντός του Ναού και τις πολύωρες Αρχιερατικές Λειτουργίες.
Τα εν πολλοίς κενά και βαρετά κηρύγματα (αλήθεια, προσέχει κανείς;) και τέλος την αρχαιότατη λιτάνευση της Εικόνας που συνοδεύεται τώρα από την μουσική μπάντα του Δήμου, η οποία εκπροσωπεί κοσμική δυτική παράδοση, λες και δεν έχει τροπάρια ο Άγιος ή η Παναγία. Το ρυθμικό χτύπημα των τυμπάνων θυμίζει τις περιπτώσεις των μελλοθανάτων που τους οδηγούσαν στην εκτέλεση.
Οι λειτανίες, από ιερές ακολουθίες και ευκαιρία προσευχής, έχουν καταντήσει περίπατοι αναψυχής, με τις αγκαζούρες, τα κουτσομπολιά, την μαστίχα και το τσιγάρο στο στόμα.
Οι αστυνομικοί και οι πρόσκοποι που επιβάλλουν την τάξη εντός του Ναού αποτελούν παραφυάδες του νεοελληνικού κράτους. Πόσο, λοιπόν, θολώνει το τοπίο τής ψυχής του πιστού όταν βλέπει τέτοιου είδους «ιερές» τελετές χωρίς κανένα νόημα.
Η προσωπική μου άποψη είναι ότι τέτοιες συμπεριφορές κουράζουν, επειδή καμία κατάνυξη δεν γεννάται στην ψυχή του πιστού, συν τους πειρασμούς οι οποίοι εμφανίζονται κάτι τέτοιες ώρες, όταν βλέπεις να συν-λιτανεύουν βουλευτές, υπουργοί, άρχοντες του τόπου, που έρχονται περίπου στο «Δι' ευχών...» κυρίως για τον τύπο. Και το προκλητικό, να καλείται ο κοσμικός άρχοντας από τον Επίσκοπο να συμμετάσχει στην ύψωση του Άρτου της Αρτοκλασίας μαζί με τους Κληρικούς.
Αν δείτε και το τι κουτσομπολιό και τι ακαταστασία επικρατεί μέσα στο ιερό Βήμα από τους Ιερείς και τους παρευρισκόμενους λαϊκούς, δεν περιγράφεται.
Οι ειδικές θέσεις για τους βουλευτές και τους δημάρχους που καταφθάνουν τελευταίοι και τοποθετούνται μπροστά-μπροστά αναπαριστούν την κακομοιριά της ελληνικής κοινωνίας.
Ένα συνοθύλευμα ενεργειών χωρίς επίγνωση, χωρίς στόχο, χωρίς προσανατολισμό, εκτός ίσως από την αύξηση των εισπράξεων.
Το αποκορύφωμα όμως της προσβολής της εορτής ενός Αγίου είναι η πάλη, οι ιππόδρομοι, τα φαγοπότια με τις τσικνισμένες ψησταριές που στήνονται στο προαύλιο των παρεκκλησίων και οι χοροί της κοιλιάς κάτω από τον ξέφρενο ήχο των ζουρνάδων και των κλαρίνων υπό την επήρεια των οινοπνευματωδών ποτών.
Όλα αυτά τα έθιμα, που λέγονται στα Τούρκικα «κουρμπάνι», όχι μόνο δεν είναι εντός του κύκλου της ιεράς παραδόσεως της Όρθοδόξου Εκκλησίας, όχι μόνο δεν τα συνιστά η Εκκλησία, αλλά και τα καταπολεμεί, διότι είναι έθιμα όχι ορθόδοξα, όχι χριστιανικά, αλλά ειδωλολατρικά. Το νέο "φρούτο" των ημερών μας είναι και η καθιέρωση νεοσύστατων εορτών: "εορτή της σαρδέλας, της προβατίνας, του σταφυλιού" και δεν συμμαζευόμαστε. Αυτό δεν είναι ειδωλολατρία;
Οι ειδωλολάτρες έπαιρναν πρόβατα και βόδια, τα έφερναν στους ναούς τους και τα προσέφεραν ως θυσία στους θεούς τους. Οι δε ιερείς της ειδωλολατρίας έσφαζαν τα ζώα, τα έψηναν, τα τεμάχιζαν και μοίραζαν στους εορταστές από ένα τεμάχιο κρέατος. Αλλά εμείς ως υπεύθυνοι είμαστε υποχρεωμένοι να διαφωτίσουμε τον λαό και να τον προτρέψουμε, ώστε τα μεν χριστιανικά έθιμα να τα διατηρεί, τα δε ειδωλολατρικά να τα αποφεύγει τελείως. Όποιος αμφιβάλλει, ας άνοιξει το Πηδάλιο της Εκκλησίας.
Ίσως να έχω εγώ το άδικο, γιατί οι καταβολές μου, άρα και τα βιώματά μου, είναι διαφορετικά.
Έχω τήν εντύπωση όμως ότι δεν είμαι ο μόνος που δοκιμάζει μαρτύριο συνειδήσεως κατά τις πανηγύρεις. Και από άλλους έχω ακούσει κατά καιρούς να εκφράζουν δυσφορία και αγανάκτηση, αλλά αυτό δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη απορία. Γιατί τότε συνεχίζεται η προβληματική κατάσταση; Και ακόμη; Γιατί κάποιες κακές συνήθειες επεκτείνονται και τυγχάνουν μιμήσεως;
Ή λαϊκή έκφραση «για τά πανηγύρια» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει έλλειψη σοβαρότητας, ότι κάτι είναι ψεύτικο και έτσι γίνεται περίγελως.
Τέλος πάντων οι λαϊκοί, αλλά οι Κληρικοί; Αυτή είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας μας; Αυτά διδάσκονται από τους Αγιορείτες Πνευματικούς τους; Μ’ αυτόν τον τρόπο τελούνται τα Αγιορείτικα «Πανηγύρια»; Φαγητό, ποτό, κλαρίνα, και χορό; Και μάλιστα όταν διανύουμε περίοδο νηστείας, όπως τώρα τον Δεκαπενταύγουστο; Όταν έχουμε νεκρό στο σπίτι μας, έτσι πενθούμε; Αυτή είναι η τιμή προς την Παναγία μας;
Το πραγματικό νόημα της πανηγύρεως περιέγραψε παραστατικά ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος: «Κάθε συνάθροιση είναι γιορτή. Από πού φαίνεται αυτό; Από τα ίδια τα λόγια του Χριστού με τα οποία λέει: «όπου βρεθούν δύο ή τρεις συγκεντρωμένοι στο όνομά μου, είμαι κι εγώ ανάμεσά τους» (Ματθ. 18, 20). Όταν ο Χριστός βρίσκεται μεταξύ των συναθροισμένων ποια άλλη απόδειξη γιορτής ζητάς μεγαλύτερη από αυτήν; Όπου γίνονται διδασκαλίες και προσευχές, ευλογίες πατέρων και ακρόαση των θείων εντολών, συνάθροιση αδελφών και ένωση αληθινής αγάπης, συναναστροφή με τον Θεό και ομιλία του Θεού προς τους ανθρώπους, πώς δέν είναι γιορτή και πανηγύρι; Διότι τις γιορτές δεν τις κάνει το πλήθος, αλλά η αρετή των συγκεντρωμένων, όχι η πολυτέλεια των ενδυμάτων, αλλά ο καλλωπισμός της ευσέβειας, Όχι η αφθονία του τραπεζιού, αλλά η φροντίδα για την ψυχή. Στα δε πνευματικά πράγματα, εκείνος που τρέφεται από την αμαρτία και βλέπει πολλά κακά μέσα του, ακόμη και όταν υπάρχει γιορτή είναι πιο ανέορτος από όλους» (Περί Άννης, ομιλία ε΄ , ΕΠΕ 8Α,117).
Έχετε συναντήσει, Αγαπητοί μου, πολλούς χριστιανούς πού νοιάζονται για το νόημα της εορτής και που εντρυφούν στα τροπάριά της;
Άλλα αυτή η κρίση των πανηγύρεών μας δεν είναι παρά αντανάκλαση της γενικότερης κρίσης της Εκκλησίας μας. Ένα εκκλησίασμα πού αγωνίζεται να βιώσει με ευγνωμοσύνη τα γεγονότα της θείας Οικονομίας έχει την δυνατότητα και θα βρει την έμπνευση να τιμήσει τον Άγιό του με τρόπους σεμνούς, ειρηνικούς, θεολογημένους. Θα κάνει την πανήγυρή του εκκλησιαστικό γεγονός. Όταν όμως τις αποφάσεις λαμβάνουν κάποιοι που στερούνται εκκλησιαστικών κριτηρίων, ή όταν όσοι τα διαθέτουν δεν μιλούν για να μην στενοχωρήσουν τόν επίτροπο ή τον δημοτικό άρχοντα, ή το χειρότερο όταν ο Ιερέας γνωστοποιεί στο εκκλησίασμα ότι αυτή είναι η επιθυμία του Επισκόπου,τότε ανοίγει ο δρόμος για την αυθαιρεσία και για την εκκοσμίκευση. Έξεταστέον μήπως, γυμνοί και στερημένοι ουσιαστικού περιεχομένου οι εμπλεκόμενοι στην οργάνωση των "πανηγύρεων" (Κληρικοί, ψάλτες, επίτροποι) αναζητούν «παρηγοριές» σε θεαματικά υποκατάστατα που προσωρινά κατασιγάζουν τον πόνο της ψυχής; Ας ρωτήσουμε, δηλαδή τον εαυτό μας μήπως είναι καιρός να ασχοληθούμε και με τα πνευματικά; Οι καιροί είναι δύσκολοι και πρέπει όλοι οι αγωνιστές χριστιανοί να συσπειρωθοῦμε κάτω από την σκέπη της Εκκλησίας και τις υποδείξεις των πραγματικών ποιμένων, γιατί ο μόνος τρόπος να τιμήσουμε έναν Άγιο θα είναι όχι ο τρόπος που τον γιορτάζουμε σήμερα, αλλά να τον μιμηθούμε στο μαρτύριο και στην θυσία.
Ζητώ συγγνώμη αν για μερικούς τα όσα προανέφερα είναι εξωπραγματικά και παρωχημένα για την εποχή μας, αλλά, όπως λέει ο λαός μας, «με όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις». Αυτά διδάχθηκα από τον μακαριστό Γέροντά μου παπα-Αναστάση Θεολόγου στο Ζαγκλιβέρι και αυτά μελέτησα στα συγγράμματα του μακαριστού αγωνιστή Ιεράρχη, Αυγουστίνου Καντιώτη, Μητροπολίτη Φλωρίνης, με τα οποία και γαλουχήθηκα.
Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.
( Βλ. σχετικά ἄρθρα: Ἐπισκόπου Καντιώτη, «Πρός τό ποίμνιον», σ. 412-416, Ἀθῆναι 1975 · Πρωτ. Βασιλείου Θερμοῦ, Περιοδικό «Ἐφημέριος», Αὔγουστος 2009.)