ΜΕΡΟΣ 8o - Ἡ Ἄνω Καθέδρα - Τά Ἀναγνώσματα

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΜΕΡΟΣ 8o - Ἡ  Ἄνω Καθέδρα - Τά Ἀναγνώσματα

imagesCANEARM6


Ὁ Διάκονος ἀμέσως ἐπιστρέφει στό ἐσωτερικό τοῦ ἱεροῦ Βήματος καί λέγει πρός τόν α´ Ἱερέα»·

Κέλευσον, Δέσποτα.

Ὁ α΄ Ἱερέας, ἀκολουθούμενος ἀπό τόν Διάκονο, κατευθύνεται πρός τήν Καθέδρα λέγοντας·

Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

5ἶναι ἕνας ὕμνος, πού ἔψελναν οἱ Ἑβραῖοι. (Ψαλμ. 117, 26) Τόν ἔψελναν στά παλιά χρόνια πρό Χριστοῦ, ὅταν ὑποδέχονταν ὑψηλά πρόσωπα, στρατηγούς καί βασιλιάδες πού γύριζαν νικητές ἀπό πολέμους. Τόν ἔψαλλαν καί κατά τήν Κυριακή τῶν Βαΐων ὅταν ὑποδέχονταν τόν Χριστό στά Ἱεροσόλυμα ὡς νικητή γιά νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τό Ρωμαϊκό ζυγό. Ὅπως τότε ἔρχονταν ὁ Κύριος στά Ἱεροσόλυμα γιά νά σφαγιασθεῖ καί νά σταυρωθεῖ γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες, ἔτσι ἀκριβῶς καί στήν θεία Λειτουργία ἔρχεται ὁ Χριστός ἀοράτως γιά νά προσφέρει διά τοῦ Ἱερέως τήν σταυρική του θυσία μέ τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.
Ὁ ἐρχόμενος εἶναι ἅγιος, τό πρῶτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ εὐλογία ὅμως ἀνήκει στόν Θεό καί στά τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τόν εὐλογοῦμε καί Τόν δοξάζουμε: «Ὄχι διότι προσφέρουμε τίποτε σ᾽ Αὐτόν, ἀλλά γιατί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κερδίζουμε κάτι μεγάλο. (Χρυσόστομος Μ. 55, 399)

Ὁ Διάκονος·

Εὐλόγησον, Δέσποτα, τὴν ἄνω Καθέδραν.

 

Κανονικά ἡ εὐχή αὐτή δέν θά ἔπρεπε νά λέγεται μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα, ἀλλά πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα. Γιατί ἐκεῖ βρίσκεται ἡ «Ἄνω Καθέδρα», γι᾽ αὐτό καί ὁ Διάκονος προτοῦ πεῖ ὁ Ἱερέας τήν φράση αὐτή λέγει: «Εὐλόγησον Δέσποτα τὴν ἄνω Καθέδραν».
Αὐτό σημαίνει ὅτι στά πρῶτα χρόνια ὁ Ἀρχιερέας στεκόταν στόν Θρόνο πού βρισκόταν πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα καί ὁ ὑπόλοιπος Κλῆρος γύρω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα στά Σύνθρονα, ὅπως λέγονται.
Ὁ θρόνος αὐτός συμβολίζει τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ στόν οὐρανό. Ἡ Λειτουργία δηλαδή πού τελεῖται κάθε φορά εἶναι μιά ζωντανή ἀπεικόνιση τῆς οὐράνιας Λειτουργίας.

Ὁ α´ Ἱερέας εὐλογεῖ τήν Καθέδρα καί στήν συνέχεια ἔχοντας τά χέρια του σέ στάση ἱκεσίας, λέει·

Εὐλογημένος εἶ ὁ ἐπὶ θρόνου δόξης τῆς βασιλείας σου, ὁ καθήμενος ἐπὶ τῶν Χερουβίμ, πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ὁ Διάκονος· μήν.

«Ἄς εἶσαι εὐλογημένος, ἐσύ πού βρίσκεσαι στόν Θρόνο τῆς Βασιλείας σου, πού ἐξουσιάζεις τά Χερουβίμ, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτέλειωτους αἰῶνες». Ἀμήν.

Ὁ Ἱερέας, καθώς στρέφεται πρός τήν «Ἄνω Καθέδρα», εὐλογεῖ καί δοξάζει τόν Σωτῆρα Χριστόν, ὁ Ὁποῖος μετά τήν σταυρική του θυσία καί τήν ἀνάληψή του  στούς οὐρανούς κάθησε στά δεξιά τοῦ Πατέρα. Δέν κάθεται ὁ Χριστός ἐπάνω σέ θρόνο ὑλικό καί χειροποίητο, ὅπως οἱ κοσμικοί βασιλείς, ἀλλά ἔχει γιά θρόνο του τά Χερουβίμ καί τά ἀπειροπληθῆ τάγματα τῶν ἁγίων Ἀγγέλων, ἀπό τά ὁποῖα δοξάζεται καί ὑμνεῖται ἀσταμάτητα.

H «AΝΩ ΚΑΘEΔΡΑ»

Η «Ἄνω Καθέδρα» εἶναι ὁ ἐπουράνιος Θρόνος τοῦ Χριστοῦ καί συμβολίζεται μέ τόν Θρόνο τοῦ Ἐπισκόπου, γι᾽ αὐτό ὅλες οἱ ἀρχαῖες Βυζαντινές Ἐκκλησίες ἔχουν τόν Θρόνο τοῦ Ἐπισκόπου καί τό «Σύνθρονο» τῶν Πρεσβυτέρων στό πίσω ἡμικύκλιο, πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα.
Στά νεώτερα χρόνια ἐπικράτησε νά τοποθετεῖται πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος, ὁ ὁποῖος συμβολίζει ἔμμεσα τήν «Ἄνω Καθέδρα». Συνεπῶς, ὀρθό εἶναι ἡ φράση «Εὐλογημένος εἶ, ὁ ἐπί θρόνου δόξης...» νά λέγεται ἀπό τόν Ἱερέα μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο Κύριο, πού συμβολίζει τήν «Ἄνω Καθέδρα» καί ὄχι μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα, πού συμβολίζει τόν Τάφο τοῦ Χριστοῦ, ἤ μπροστά στήν Πρόθεση.
Στό σημεῖο αὐτό γινόταν ἡ εἴσοδος τῶν Ἱερέων στό   Θυσιαστήριο καί ἡ ἄνοδός τους στήν «Καθέδρα», δηλαδή στό «Σύνθρονο», πού βρισκόταν πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα. Ἐκεῖ κάθονταν τήν ὥρα πού διαβάζονταν τά Ἀναγνώσματα καί γινόταν τό κήρυγμα. Ἡ «Ἄνω Καθέδρα» ἦταν ὁ Ἐπισκοπικὸς θρόνος, πού βρισκόταν στό  κέντρο τοῦ Συνθρόνου. Ἀπό τὸ σημεῖο αὐτό δινόταν ἡ ἀρχικὴ εὐλογία στόν Λαό, ὅπως μαρτυροῦν οἱ ἀρχαῖες πηγές. Σήμερα ὅλα αὐτά γιά διαφόρους λόγους ἔχουν ἀτονήσει καί χάθηκε τό νόημά τους, ἐνῶ διατηροῦνται μόνο στίς Σλαβικὲς Ἐκκλησίες.
Προκειμένου νά ἀποκατασταθεῖ ἡ ὀρθή τάξη, ὅσοι Βυζαντινοί Ναοί ἔχουν στό πίσω μέρος τῆς ἁγίας Τράπεζας Θρόνο (Ἄνω Καθέδρα) καί «Σύνθρονο», θά πρέπει ὁ Ἱερέας καί οἱ Συλλειτουργοί μετά τό «Κέλευσον» τοῦ Διακόνου νά κατευθυνθοῦν ὄχι στήν Προσκομιδή, ἀλλά πρός τήν «Ἄνω Καθέδρα», τόν Ἐπισκοπικό Θρόνο καί νά παραμείνουν ἐκεῖ σ’ ὅλη τή διάρκεια τῶν Ἀναγνωσμάτων καί τοῦ κηρύγματος (Β. Βολουδάκη Πρωτ., Ψήγματα Ὀρθοδόξου Λατρείας, σ. 78. Ἰ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς Ἀπορίας, ἐρώτ. 367)

                                                                          TΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

Ἡ συνήθεια κατά τήν θεία Λειτουργία νά διαβάζονται περικοπές ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ἔχει τήν ἀρχή της ἀπό τήν Ἑβραϊκή Συναγωγή. (Κάθε Σάββατο στήν Ἑβραϊκή Συναγωγή διαβάζονταν ἀποσπάσματα ἀπό τήν Πενταύτευχο καί τούς Προφῆτες). Ὑπῆρξε ἕνα μικρό διάστημα προτοῦ ἀκόμη τυπωθοῦν καί κυκλοφορήσουν τά Εὐαγγέλια, πού σάν ἀναγνώσματα χρησιμοποι-οῦνταν περικοπές μόνο ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί κυρίως ἀπό τούς Προφῆτες, οἱ ὁποῖοι ἀνήγγειλαν τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου (140 μ.Χ.) ἔχουμε μαρτυρίες γιά τήν καθιέρωση καί λαμβάνονται περικοπές ἀπό τά Ἱερά Εὐαγγέλια. Τά ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη δέν καταργήθηκαν, ἀλλά μετατοπίστηκαν στόν Ἑσπερινό καί στήν Προηγιασμένη Ἀκολουθία. Μόνο δύο στοιχεῖα παρέμειναν ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη στήν θεία Λειτουργία. Τό ἕνα εἶναι τό Προκείμενο τῶν Ἀποστόλων καί τό δεύτερο εἶναι τό Ἀλληλούϊα πρό τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας λέει, ὅτι τά ἀνα-νώσματα «δηλώνουν τή φανέρωση τοῦ Κυρίου» ὅπως ἔγινε σιγά-σιγά ὕστερα ἀπό τήν πρώτη Του ἐμφάνιση στούς ἀνθρώπους. Γιατί πρῶτα (δηλαδή μέ τή Μικρή Εἴσοδο), τό ἱερό Εὐαγγέλιο παρουσιάζεται κλειστό. Καί αὐτό φανερώνει τήν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στόν κόσμο, περίοδο κατά τήν ὁποία, ὁ οὐράνιος Πατέρας Τόν παρουσίαζε σιωπηλό καί πού - ἐπειδή τίποτε δέν ἔλεγε - χρειαζόταν ἡ φωνή τοῦ κήρυκος (Ἰωάννη).
Ἐνῷ τά ἱερά ἀναγνώσματα φανερώνουν τήν τελειότερη φανέρωσή Του. Δηλαδή τήν περίοδο ἐκείνη κατά τήν ὁποία μιλοῦσε δημόσια σ᾽ ὅλους, καί παρουσίαζε τόν ἑαυτό Του, ὄχι μόνο μ᾽ αὐτά πού ἔλεγε ὁ ἴδιος, ἀλλά καί μ᾽ αὐτά πού δίδασκε τούς ἀποστόλους Του νά λένε ὅταν τούς ἔστελνε στά χαμένα πρόβατα τοῦ οἴκου Ἰσραήλ.
Ὅσο γιά τή σημασία πού ἔχουν τά ἀναγνώσματα στή Θεία Λειτουργία, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής γράφει τά ἑξῆς: «Τὰ δὲ γινόμενα μετ᾽ αὐτὴν ἀναγνώσματα, γενικῶς μὲν τὰ θεῖα θελήματά τε καὶ βουλήματα καθ᾽ ἃ χρὴ τοὺς πάντας παιδεύεσθαί τε καὶ πολιτεύεσθαι, μηνύει». Δηλαδή τά ἀναγνώσματα πού γίνονται στή θεία Λειτουργία μετά τήν Εἴσοδο τοῦ Εὐαγγελίου, φανερώνουν γενικά τό θέλημα καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες πρέπει νά διδάσκονται καί νά ζοῦν ὅλοι οἱ πιστοί.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέγει: «Ἡ ψυχὴ τῇ θεία ἀρδευομένη Γραφῇ πιάνεται καὶ καρπὸν ὥριμον δίδωσι πίστιν Ὀρθόδοξον καὶ... ταῖς θεαρέστους ὡραΐζεται πράξεσι». Δηλαδή ὅταν ἡ ψυχή ποτίζεται ἀπό τή θεία Γραφή, τρέφεται καί δίνει ὥριμο καρπό τήν ὀρθόδοξη πίστη καί στολίζεται μέ θεάρεστες πράξεις.
Ἡ θεία Γραφή βέβαια δέν διδάσκει ἐπιστήμη καί γνώσεις, πού οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά τίς ἀνακαλύψουν μόνοι τους, ἀλλά ἀποκαλύπτει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Ποῦ στέκεται καί πρός τά ποῦ βλέπει ὁ Ἀναγνώστης ἤ ὁ ψάλτης, ὅταν ἀπαγγέλλει τόν Ἀπόστολο;

Σχετικά μέ τό θέμα αὐτό θά ἀναφέρουμε δύο ἀπόψεις. Ἡ πρώτη ἀφορᾶ τόν Οἰκονόμο Γεώργιο Ρήγα, ὁ ὁποῖος στό κεφάλαιο «Τά Προκείμενα τοῦ Ἀποστόλου» (Ζητήματα Τυπικοῦ, Λειτουργικά Βλατάδων 2, σ. 77, παρ. 3), ἀναφέρει τά ἑξῆς:
«Ἵσταται ὁ Ἀναγνώστης ἤ ὁ Ψάλτης ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ναοῦ ἐστραμμένος πάντως πρός ἀνατολάς, ἁπτομένου μανουαλίου πρό αὐτοῦ, καί ἐκφωνεῖ· Προκείμενον τοῦ Ἀποστόλου. Ἦχος (δεῖνα). Ψαλμός τῷ Δαυΐδ. Καί ὁ Διάκονος, ἤ, τούτου λείποντος, ὁ Ἱερεύς, ἐκ τῆς Ἁγίας Πύλης βλέπων πρός αὐτόν ἐκφωνεῖ· Πρόσχωμεν. Ὁ δέ Ἀναγνώστης ἐκφωνεῖ τό· Προκείμενον καί τόν στίχον αὐτοῦ (ἐπί παραδείγματι· Γένοιτο Κύριε τό ἔλεός σου ἐφ ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπί σέ - Ἀγαλλιᾶσθε δίκαιοι ἐν Κυρίῳ). Ὁ Διάκονος· Σοφία. Μεθ’ ὅ ὁ Ἀναγνώστης· Πρός (δεῖνα) ἐπιστολῆς Παύλου τό Ἀνάγνωσμα. Ὁ Διάκονος· Πρόσχωμεν. Καί ὁ Ἀναγνώστης λέγει τόν Ἀπόστολον ἐστραμμένος πάντως πρός ἀνατολάς. Μετά δέ τήν συμπλήρωσιν αὐτοῦ, ὁ μέν Ἱερεύς εὐλογῶν αὐτόν ἐκ τῆς Ἁγίας Πύλης ἐκφωνεῖ· Εἰρήνη σοι. Ὁ χορός ψάλλει τό· Ἀλληλούια, ὁ δέ Ἀναγνώστης, τούτου ψαλλομένου, ἀναγινώσκει τούς δύο στίχους τοῦ Ἀλληλουιαρίου (Ἐπί παραδείγματι· Ὁ Θεὸς ὁ διδοὺς ἐκδικήσεις ἐμοὶ - Μεγαλύνων τὰς σωτηρίας τοῦ βασιλέως). Καὶ οὕτω βαλὼν μετάνοιαν, ἤτοι ὑποκλιθεὶς, ἀσπάζεται τὴν χεῖρα τοῦ Ἱερέως καὶ ἀπέρχεται εἰς τὸν τόπον αὐτοῦ».
Ἡ δεύτερη ἄποψη ἀφορᾶ τά ὅσα λέγει ὁ Ἀρχιμανδρίτης Δοσίθεος Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τατάρνης: «Ὁ Ἀπόστολος ἀναγινώσκεται εἰς τό μέσον τοῦ Ναοῦ πρό λαμπάδος ἡμμένης ἐπί κηρομανουαλίου. Ὁ Ἀναγνώστης ἐκφωνεῖ (ἐστραμμένος κατ’ ἀνατολάς): Ψαλμός τῷ Δαυΐδ. Ὁ Διάκονος ἤ ὁ Ἱερεύς· Πρόσχωμεν. Ὁ Ἀναγνώστης· Προκείμενον τοῦ Ἀποστόλου ἦχος (τάδε). Καί ψάλλομεν τό Προκείμενον μετά τοῦ στίχου τρίς ὡς καί ἐν τῷ Ἑσπερινῷ. Ὁ Διάκονος ἤ ὁ Ἱερεύς· Σοφία. Ὁ Ἀναγνώστης· Πρός (τοῦσδε) ἐπιστολῆς Παύλου τό Ἀνάγνωσμα. Ὁ Ἱερεύς ἤ ὁ Διάκονος· Πρόσχωμεν. Καί ἀπαγγέλει κατ’ ἐμμελῆ ἀνάγνωσιν τήν Ἀποστολικήν περικοπήν... Σημείωσαι ὅτι ἐν ταῖς ἱεραῖς Μοναῖς, ὄντος Διακόνου, τό Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ μέσου τοῦ Ναοῦ λέγεται ἐπί δισκελίου, ἐστραμμένου ὄντος πρός Ἀνατολάς». (Διάταξις τῆς Ἀγρυπνίας, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης 1993, σ. 83-84). Τήν ψαλμωδία τοῦ προκειμένου ἀποδέχεται καί ὑποστηρίζει καί ὁ καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κ. Γρηγόριος Στάθης καί τήν ὁποία ἐφαρμόζει στο CD, Ἄρατε Πύλας («Οἱ Μαΐστορες τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης», Ἀθήνα 2001).

Μετὰ τὸν Τρισάγιο ὕμνο, ὁ Ἀναγνώστης, κρατώντας τὸν Ἀπόστολο, στέκεται στὸ μέσον τοῦ Ναοῦ ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Δεσποτικὸ θρόνο, ἔχοντας μπροστά του ἀναμμένο μανουάλι, καὶ βλέποντας πρὸς ἀνατολὰς ἐκφωνεῖ·

Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

Ὁ Διάκονος ἀπὸ τὴν ὡραία Πύλη, βλέποντας πρὸς τὸν Λαό, ἐκφωνεῖ·

Πρόσχωμεν.

Ὁ Ἀναγνώστης ἐκφωνεῖ·

Προκείμενον τοῦ Ἀποστόλου.

Ἦχος (δεῖνα).

Οἱ χοροὶ ψάλλουν ἐναλλάξ, ὅπως καὶ στὸν Ἑσπερινό τὸ Προκείμενο μαζὶ μὲ τὸν στίχο τρεῖς φορές.

Τό Προκείμενο.

Tό  Προκείμενο ἀρχικά ἦταν στίχος, πού ἔμπαινε πρίν ἀπό ἕναν ψαλμό καί ψαλλόταν ἀπό τόν Λαό μιά φορά στήν ἀρχή καί συνέχεια μετά ἀπό κάθε ψαλμικό στίχο ἀντιφωνικά. Σιγά-σιγά ὅμως Προκείμενο ὀνομάστηκε ὄχι μόνο ὁ ἕνας στίχος, ἀλλά ὁλόκληρος ὁ ψαλμός. Μᾶς προετοιμάζει, γιά νά ἀκούσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ τίτλος «Προκείμενον τοῦ ἀποστόλου» μπαίνει γιά νά γίνει διάκριση ἀπό ἄλλα προκείμενα. Σήμερα δέν ψάλλεται ἀλλά ἀπαγγέλλεται, ὄχι, βέβαια ὁλόκληρος ὁ ψαλμός, ἀλλά μόνο ὁ στίχος πού ἐπιλέγεται ὡς προκεί-μενο κι ἕνας ἀκόμα στίχος τοῦ ψαλμοῦ, συνήθως ὁ πρῶτος (Θεία Λατρεία καί Παιδεία 1, Ἡ θεία Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ἔκδ. Ο.Χ.Α. «Λυδία», σ. 149-150).
Στήν κανονική του μορφή καί θέση τό Προκείμενο βρισκόταν στόν Ἑσπερινό πού ψάλλεται τό πρωΐ τοῦ Μ. Σαββάτου καί στή συνέχεια ἀκολουθεῖ ἡ θεία Λειτουργία.
Ἄς τά θυμηθοῦμε:
1) Μόλις τελειώσουν οἱ προφητεῖες, ὁ ψάλτης ψάλλει τό Προκείμενον: «Τὸν Κύριον ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦται εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας». Ὁ ἀναγνώστης ἤ ὁ κανονάρχης λέει τούς στίχους ἀπό τόν ὕμνο τῶν τριῶν παίδων καί συνεχίζουν οἱ ψάλτες νά ψάλλουν μέ τή σειρά τό Προκείμενο πού ἀναφέραμε.
2) Μόλις τελειώσει ὁ ψάλτης ψάλλει: «Ἀνάστα ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι». Ὁ ἀναγνώστης ἤ ὁ κανονάρχης λέει τούς στίχους καί συνεχίζουν οἱ ψάλτες νά ψάλλουν μέ τή σειρά τό τροπάριο πού ἀναφέραμε. Ἀκριβῶς ἔτσι ψαλλόταν στήν πρώτη Ἐκκλησία τό Προκείμενο.
Ὁ Ἅγιος Γερμανός, λέγει ὅτι τό Προκείμενο «συμβολίζει τήν ἀποκάλυψη θείων μυστηρίων  ἀπό τούς Προφῆτες καί τήν προμήνυση (ἀπ᾽αὐτούς) τῆς παρουσίας τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ».

Ὁ Διάκονος· Σοφία.

Ὁ Ἀναγνώστης ἐκφωνεῖ τὴν ἐπιγραφὴ τοῦ Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος·

Πρὸς (δεῖνα) ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ἀνάγνωσμα.

Ὁ Διάκονος· Πρόσχωμεν.

Καὶ ὁ Ἀναγνώστης ἀρχίζει νὰ ἀπαγγέλλει «ἐμμελῶς, εὐκρινῶς καὶ σεμνοπρεπῶς» τὴν Ἀποστολικὴ περικοπή.

Ὁ Ἀπόστολος βρίσκεται πάνω στήν ἁγία Τράπεζα ἤ στό ἀναλόγιο, καί ὁ Ἀναγνώστης, ὅταν πρόκειται νά ἀναγνώσει τήν ἀποστολική περικοπή, τόν παίρνει ἀπό τό χέρι τοῦ Ἱερέα ἤ ἀπό τό ἀναλόγιο;

Δέν ὑπάρχει οὔτε σέ χειρόγραφο οὔτε σέ ἔντυπο Τυπικό καμία διάταξη πού νά ἀναφέρει ὅτι τό Ἀποστολικό βιβλίο βρίσκεται πάνω στήν ἁγία Τράπεζα μαζί μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί ἀπό ἐκεῖ τό δίνει ὁ Ἱερέας στόν Ἀναγνώστη, γιά νά διαβάσει τήν ἀποστολική περικοπή, καί ἐκεῖ τό ἐπανατοποθετεῖ.
Ἐάν γίνεται κάτι παρόμοιο σέ μερικούς Ναούς, πρόκειται γιά νεωτερισμό καλῆς μέν πρόθεσης καί προσπάθειας, προκειμένου νά τονιστεῖ ἡ ἱερότητα τοῦ βιβλίου, ἀλλά θεωρητικά, ἱστορικά καί πρακτικά ἀδικαιολόγητης.
Ἡ θέση τοῦ Ἀποστολικοῦ βιβλίου εἶναι στό ἀναλόγιο, ἀφοῦ διαβάζεται ἀπό τόν Ἀναγνώστη(Ἰ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς Ἀπορίας, ἐρώτ. 111).
Παλαιότερα, ὅταν ἡ θέση τοῦ Ἄμβωνα μέσα στόν Ναό ἦταν διαφορετική ἀπό τή σημερινή, κατά πᾶσα πι-θανότητα τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὅπως καί τά ὑπόλοιπα βιβλία, ἀπό τά ὁποῖα διαβάζονταν τά Ἀναγνώσματα, τοποθετούνταν ὄχι ἐπάνω στήν ἁγία Τράπεζα ἀλλά ἐπάνω στόν Ἄμβωνα. Ἡ ἄποψη αὐτή ἰσχυροποιεῖται καί ἀπό τή μαρτυρία τοῦ Ψευδοσωφρονίου (κεφ. ιη΄, Μigne PG 87, 3997), ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι κατά τόν ιβ΄ αἰώνα τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὅταν δέν ὑπῆρχε Διάκονος, τό ἔλεγε ὁ Ἱερέας ἀπό τόν Ἄμβωνα.
Τό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα στή Θεία Λειτουργία διαβάζεται ἤ ἀπό τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἤ ἀπό τίς 14 Ἐπιστολές τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἤ ἀπό τίς 7 Καθολικές Ἐπιστολές.
Ἀπό τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα μέχρι τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς διαβάζονται οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Τίς ὑπόλοιπες Κυριακές τοῦ χρόνου διαβάζονται περικοπές ἀπό τίς Ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Τίς καθημερινές διαβάζονται περικοπές ἀπό τίς Ἐπιστολές τοῦ Παύλου ἤ τίς Καθολικές.
Τίς γιορτές διαβάζονται κατάλληλες περικοπές ἀπό τίς Πράξεις καί τίς Ἐπιστολές. Τίς περικοπές αὐτές τίς βρίσκουμε μέ τή σειρά στό λειτουργικό βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας πού λέγεται «Ἀπόστολος». Τό ὅτι τό βιβλίο αὐτό φέρει τόν τίτλο «Ἀπόστολος» δέν εἶναι τυχαῖο ἀλλά μεγάλης σημασίας.
Θέλει νά δείξει πώς δέν διαβάζεται ἕνα ἀνώνυμο κείμενο, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος πού γράφει τήν ἐπιστολή εἶναι παρών καί ὁμιλεῖ στή λειτουργική σύναξη. Ὁ «Ἀπόστολος» δέν εἶναι τό κείμενο, ἀλλά τό ἱερό πρόσωπο, πού ὁμιλεῖ σέ μᾶς, καθώς τό ἀκοῦμε σέ κάθε περικοπή νά μᾶς προσφωνεῖ μέ τό «ἀδελφοί».
Ἕνα ἄλλο πού θά πρέπει νά τονίσουμε, εἶναι ὅτι οἱ Ἱερεῖς καί οἱ ψάλτες δέν πρέπει νά ἀφήνουν τόν τυχόντα νά λέει τόν Ἀπόστολο. Σέ κάθε βιβλίο τοῦ Ἀποστόλου ὑπάρχει στήν ἀρχή, ἀντί γιά πρόλογος, ἕνα κείμενο πού ἐπιγράφεται «Εἴδησις πρὸς τὸν ἀναγνώστη τοῦ Ἀποστόλου». Ἐκεῖ λοιπόν μαζί μέ τά ἄλλα γράφονται τά ἑξῆς: «Ὁ δὲ μέλλων ἀναγινώσκειν τὸν ἀπόστολον, δηλαδὴ ὁ ἀναγνώστης, πρέπει νὰ εἶναι χειροτονημένος καὶ ἐσφραγισμένος ὑπὸ τοῦ ἱεράρχου εἰς τοῦτο τὸ λειτούργημα.

Μετὰ τὸ πέρας τῆς ἀπαγγελίας, ὁ α΄ Ἱερέας εὐλογεῖ τὸν Ἀναγνώστη, ἀπὸ τὴν ὡραία Πύλη, ἐνῶ συγχρόνως ἐκφωνεῖ·

Εἰρήνη σοι.

Τί πρέπει νά λέγει ὁ Ἱερέας ὅταν εὐλογεῖ τόν Ἀναγνώστη, μετά τόν Ἀπόστολο καί τόν Διάκονο, μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου;

Πάνω στό θέμα αὐτό παρατηρεῖται μεγάλη ἀνομοιομορφία, μέ πολλές φραστικές προσθέσεις. Ἀπό τήν ἀρχαία ἐποχή δέν ἔχουμε καμία μαρτυρία, ἄν δινόταν εὐλογία στούς Ἀναγνῶστες ἤ στόν Διάκονο, μετά τήν ἀνάγνωση τῶν περικοπῶν. Εἶναι πολύ πιθανό ὅμως, ἀπό τήν ἀρχή ἀκόμα, ὁ Λειτουργός νά εὐλογοῦσε τούς Ἀναγνῶστες ὡς ἀντιμίσθιο στό ἔργο τους. Σέ πολλά χειρόγραφα γίνεται λόγος γιά τήν εὐλογία αὐτή, χωρίς νά ἀναφέρονται φράσεις πού νά ἀκολουθοῦσαν. Ἁπλά, ἡ τυπική διάταξη καθορίζει ὅτι ὁ Λειτουργός εὐλογεῖ τόν Ἀναγνώστη ἤ τόν Διάκονο. Ὁ πιό συνηθισμένος τρόπος εὐλογίας εἶναι τό «Εἰρήνη σοι». Αὐτόν ἀκριβῶς τόν τύπο συναντοῦμε σ’ ὅλα τά χειρόγραφα τοῦ ιβ΄ αἰώνα καί ἑξῆς, μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Ἀποστόλου καί τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅταν, δηλαδή, ἀναφέρουν τύπο εὐλογίας, χρησιμοποιοῦν τό «Εἰρήνη σοι» (Ἰ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς Ἀπορίας, ἐρώτ. 287). Μέ τήν ἁπλή εὐλογία «Εἰρήνη σοι», ἀποφεύγεται ἡ σύγχυση πού γίνεται μέ τίς πολλές παραλλαγές· «ἀναγινώσκοντι», «ἀναγνώσαντι», «ἀναγνόντι». Ἄλλωστε ἡ σύντομη εὐλογία βρίσκεται πιό κοντά καί στήν ἀρχική της διατύπωση.

Εκτύπωση