Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τὴν ψυχὴν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτὴρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω.Mesopentikosti small Ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, Χριστὲ ὁ Θεός, δόξα σοι».        

7σημερινή ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, Ἀγαπητοί μου, εἶναι μία μεγάλη ἑορτή, ἀλλά κάπως ξεχασμένη. Ἐκτός ἀπό τούς Ἱερεῖς καί μερικούς ἄλλους χριστιανούς, πού ἔχουν ἕνα στενότερο σύνδεσμο μέ τήν Ἐκκλησία, οἱ περισσότεροι δέν γνωρίζουν κἄν τήν ὕπαρξή της. Λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού ἐκκλησιάζονται, ἐνῶ οἱ περισσότεροι δέν ὑποπτεύονται κἄν, ὅτι τήν Τετάρτη μετά τήν Κυριακή τοῦ Παραλύτου πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία μία μεγάλη Δεσποτική ἑορτή, τήν ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Καί ὅμως κάποτε ἡ ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς ἦταν ἡ μεγάλη ἑορτή τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί συνέτρεχαν τήν ἡμέρα αὐτή στόν Ναό πλήθη λαοῦ.

 Ποιό ὅμως εἶναι τό θέμα τῆς ἰδιόρρυθμης αὐτῆς ἑορτῆς;

Τό θέμα της εἶναι καθαρά ἑορτολογικό καί θεωρητικό.

Ἡ Τετάρτη τῆς Μεσοπεντηκοστῆς εἶναι ἡ 25η ἡμέρα ἀπό τό Πάσχα καί ἡ 25η ἡμέρα πρό τῆς Πεντηκοστῆς. Βρίσκεται στό μέσον τῆς περιόδου τῶν 50 ἑορτασίμων ἡμερῶν μετά τό Πάσχα. Εἶναι δηλαδή, ἕνας σταθμός στό μέσον τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν, τοῦ Πάσχα καί τῆς Πεντηκοστῆς.Σταθμός πού τονίζει ἀκόμα περισσότερο τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως.Προετοιμάζει τούς πιστούς γιά τήν Πεντηκοστή, καί προαναγγέλλει τή δόξα τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, πού θά ἑορτασθεῖ μετά ἀπό 15 ἡμέρες.

Ἀκριβῶς αὐτό τό μέσον τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν ἔφερνε στόν νοῦ καί ἕνα ἑβραϊκό ἐπίθετο τοῦ Κυρίου, τό ὄνομα «Μεσσίας». Μεσσίας στά ἑλληνικά μεταφράζεται Χριστός. Ἀλλά ἀκουστικά θυμίζει τό μέσον. Ἔτσι καί στά τροπάρια καί στό συναξάρι τῆς ἡμέρας ἡ ἑρμηνεία αὐτή γίνεται ἀφορμή νά παρουσιασθεῖ ὁ Χριστός σάν Μεσσίας μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Σ᾽ αὐτό βοήθησε καί ἡ Εὐαγγελική περικοπή, πού ἐπιλέχτηκε νά διαβάζεται τήν ἡμέρα αὐτή. (Ιω. 7, 1430)

Μεσούσης τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Πάσχα ὁ Χριστός ἀνεβαίνει στό ἱερό καί διδάσκει. Ἡ διδασκαλία Του προκαλεῖ τόν θαυμασμό, ἀλλά καί ζωηρή ἀντιδικία μεταξύ αὐτοῦ καί τῶν Ἰουδαίων διδασκάλων.

Νέο, λοιπόν, θέμα δημιουργεῖται: ὁ Χριστός εἶναι διδάσκαλος. Αὐτός, πού ἐνῶ δέν ἔμαθε γράμματα κατέχει τό πλήρωμα τῆς σοφίας, γιατί εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ πού δημιούργησε τόν ὁρατό καί ἀόρατο κόσμο. Ἐκεῖνος πού διδάσκει στόν Ναό, στό μέσον τῶν διδασκάλων τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, στό μέσον τῆς ἑορτῆς, εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού ἀποδοκιμάζεται ἀπό τούς δῆθεν σοφούς τοῦ λαοῦ, εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ.

Λίγες σειρές πιό κάτω, στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου, ἀμέσως μετά τήν περικοπή πού περιλαμβάνει τόν διάλογο τοῦ Κυρίου μέ τούς Ἰουδαίους, ἀναφέρεται ἕνας παρόμοιος διάλογος, μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἰουδαίων πού πραγματοποιήθηκε κατά τήν Πεντηκοστή. Αὐτός ὁ διάλογος ἀρχίζει μέ μία σπουδαία φράση τοῦ Κυρίου. «Ἐάν κανείς διψάει, ἄς ἔρθει σ᾽ ἐμένα καί ἄς πιεῖ. Ἐκεῖνος πού πιστεύει σ᾽ ἐμένα, καθώς εἶπε ἡ γραφή, θά τρέξουν ἀπό τήν κοιλιά του ποταμοί νεροῦ ζωντανοῦ».(Ἰω. 7, 3738) Καί σχολιάζει ὁ Εὐαγγελιστής. «Αὐτό τό εἶπε γιά τό Πνεῦμα, τό ὁποῖο θά ἔπαιρναν ἐκεῖνοι πού θά πίστευαν σ᾽ Αὐτόν».(Ἰω. 7, 39)

Δέν ἔχει σημασία ὅτι τά λόγια αὐτά τοῦ Κυρίου δέν λέχθηκαν κατά τήν Μεσοπεντηκοστή, ἀλλά λίγες ἡμέρες ἀργότερα. Ταιριάζουν ἐξ ἄλλου τόσο πολύ μέ τό θέμα τῆς ἑορτῆς τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Δέν μποροῦσε νά βρεθεῖ πιό παραστατική εἰκόνα γιά νά φανερωθεῖ ὁ χαρακτήρας τοῦ διδακτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Στό διψασμένο ἀνθρώπινο γένος ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἦρθε σάν ὕδωρ ζῶν, σάν ποταμός χάριτος πού δρόσισε τό πρόσωπο τῆς γῆς. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ πηγή τῆς χάριτος, ἡ ἀστήρευτη πηγή τοῦ ὕδατος πού χαρίζει ζωή αἰώνια, πού ξεδιψάει καί ποτίζει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖες ὑποφέρουν ἀπό βασανιστική πνευματική δίψα. Πού μεταβάλλει, ὅσους πίνουν ἀπό αὐτό, σέ δροσιστικές ἀστείρευτες πηγές. Πού μετέτρεψε τήν ἔρημο τοῦ κόσμου σέ θεοφύτευτο παράδεισο.

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, Ἀγαπητοί μου,ἔχει τήν δύναμη:

Νά ἐλευθερώνει τόν πιστό ἄνθρωπο, ἀπὸ τήν τυραννική δουλεία τῶν παθών τῆς ἁμαρτίας καί τῶν πειρασμῶν.

Μπορεῖ νά ἀνασύρει ψυχές πού εἶναι βουτυγμένες στόν βόρβορο τῆς ἔσχατης ἠθικῆς κατάπτωσης καί νά τίς μεταφέρει στήν καθαρότητα τῆς ἁγνῆς καί ἅγιας ζωῆς.

Ἔχει τήν δύναμη νά μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο τόν θυμώδη, τόν σκληρό, τόν ἄδικο, τόν κακοποιό σέ ἥμερο, εὐγενή, ἀγαθοποιό, σέ τέκνο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί δύναμη φωτιστική πού διαφωτίζει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώ­που στά μεγάλα ζητήματα τῆς ζωῆς, τά ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος μόνος του, χωρίς τόν Θεῖο φωτισμό δέν μπορεῖ νά ἐννοήσει καί νά λύσει.

Ὁ Θεῖος λόγος ἔχει ἀκόμη δύναμη παρηγορητική. Ὅλοι μας λίγο πολύ βρεθήκαμε σέ κατάσταση πόνου καί λύπης. Ἀσφαλῶς ἀπό τήν ἐμπειρία μας αὐτή θά ἔχουμε διαπιστώσει, ὅτι στίς περιστάσεις αὐτές τίποτα ἄλλο δέν παρηγορεῖ καί δέν ἀνακουφίζει, ὅσο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.

Ἔχουν περάσει τρεισήμισι ἑβδομάδες ἀπό τήν ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως.

Μπορεῖ στήν σκέψη μας νά ἔχει ξεθωριάσει ἡ λαμπρότητά της, μετά ἀπό τόσες μέρες... Ὅμως ἡ ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, στό μέσον τῆς περιόδου τῶν πενήντα ἡμερῶν ἀπό τήν Ἀνάσταση ὡς τήν Πεντηκοστή, τήν διατηρεῖ ζωντανή. Μᾶς θυμίζει πώς ἡ Ἀνάστάση τοῦ Κυρίου μας συνεχίζεται...

Ὁ Κύριος καλεῖ: «ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω».

Καί ἡ Ἐκκλησία ὑπογραμμίζει ὅτι :

* Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι γιορτή μιᾶς ἡμέρας.

* Δέν εἶναι ἡ συνήθεια τῶν Πασχαλινῶν διακοπῶν.

* Δέν εἶναι τό σύνολο τῶν "πασχαλινῶν ἐθίμων".

* Εἶναι τό γεγονός πού δίνει νόημα στήν πίστη μας.

* Εἶναι τό θαῦμα τῆς κατάλυσης τοῦ θανάτου.

       Γι᾽ αὐτό:

Ἐξακολουθοῦμε καί λέμε "Χριστὸς Ἀνέστη Ἀληθῶς Ἀνέστη", ἀντί ἄλλου χαιρετισμοῦ στίς μεταξύ μας συναντήσεις.

Σέ κάθε ἱερή Ἀκολουθία στούς Ναούς, στήν θεία Λειτουργία καί σέ κάθε Μυστήριο πού τελεῖται, ξεκινᾶμε καί τελειώνουμε μέ τόν ὕμνο "Χριστός Άνέστη ἐκ νεκρῶν".

Στήν προσωπική μας προσευχή καθημερινά, τό "Χριστός Ἀνέστη" ἀποτελεῖ ἀφετηρία καί τέλος.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ:

* Ἀποτελεῖ κυρίαρχο γεγονός τῆς πίστεώς μας.

* Ἀποτελεῖ τόν ἀκρογωνιαῖο λίθο.

* Χωρίς Ἀνάσταση ἡ πίστη μᾶς δέν ἔχει νόημα, δέν ἔχει ἀξία.

Ἄς συνεχίσουμε τήν καθημερινότητά μας μέ συνοδοιπόρο τήν ἀναστάσιμη χαρά!!!

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ.


Εκτύπωση   Email