ΒΑΣΚΑΝΙΑ-ΜΑΤΙΑΣΜΑ-ΞΕΜΑΤΙΑΣΜΑ-ΕΞΟΡΚΙΣΜΟΙ

 ΒΑΣΚΑΝΙΑ

1πό τούς χρόνους τῆς ἀρχαιότητας ἡ βασκανία ταυτίστηκε μ᾽ αὐτό πού σήμερα ἀποκαλοῦμε μάτιασμα. imagesCA324PBMΣήμερα μάλιστα ὅταν ἀκοῦμε τήν λέξη βασκανία ἀμέσως ἐννοοῦμε μόνο τό μάτιασμα καί τίποτα ἄλλο.

Γι΄αὐτό θά πρέπει νά κάνουμε μιά διάκριση ἀνάμεσα στήν βασκανία καί στό μάτιασμα.

-Ἡ Βασκανία εἶναι κάτι τό ἀσυνήθιστο! Κάτι τό φοβερό, τό ἀνυπόφορο, τό …σατανικό!!

-Μάτιασμα εἶναι μιά παλιά πρόληψη καί δει- σιδαιμονία ὅτι ὁ κακός μέ τό βλέμμα του μπορεῖ νά βλάψει ἐκεῖνον πού φθονεῖ.

Βεβαίως ἡ Ἐκκλησία ἔχει εὐχές πού κάνουν λόγο γιά «βάσκανον ὀφθαλμόν». Οἱ ἀναφορές αὐτές ἐξηγοῦνται εὔκολα, χρειάζεται ὅμως προσοχή, γιά νά μήν ὑπάρξουν παρανοήσεις. Ἡ φράση «βάσκανος ὀφθαλμός» προέρχεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί σημαίνει τόν φθονερό ἄνθρωπο, τόν κακό, τόν ἀνελεήμονα, τόν ἄσπλαχνο, ἐνῶ τό ἀντίθετο, «καλό μάτι», σημαίνει τόν καλό ἄνθρωπο, τόν εὔσπλαχνο, τόν ψυχόπονο.

Στήν συνέχεια ἡ φράση «βάσκανος ὀφθαλμός» ἐπεκτάθηκε στούς ἀνθρώπους πού σάν ὑποχείρια τοῦ σατανᾶ ἀσχολοῦνται μέ μαγεῖες, μαντεῖες, ξόρκια καί ὅλα τά σχετικά.

Βασκανία ἐννοεῖ ἡ Ἐκκλησία τόν φθόνο καί τό κακό πού κάνουν κάποιοι κινούμενοι ἀπό φθόνο. Τό κακό αὐτό μπορεῖ νά εἶναι μία βλαπτική πράξη ἤ μία συκοφαντία ἤ μία κατάρα ἤ μία δαιμονική ἐνέργεια ἤ ἐπίδραση.

Συχνά ἀκοῦμε ἀνθρώπους νά λέγουν ὅτι ὑποφέρουν σωματικά, διότι κάποιο βάσκανο μάτι τούς βάσκανε. Αὐτός πού φθονεῖ καί μισεῖ τόν συνάνθρωπό του εἶναι δυνατόν νά τόν ἐξοντώσει καί σωματικά. Σχεδόν πάντοτε ὁ φθονερός προσπαθεῖ νά ἐξοντώσει τό θύμα τοῦ ἠθικά-ψυχικά, γι᾽ αὐτό ὁ κατ᾽ ἐξοχήν βάσκανος καί φθονερός διάβολος ὀνομάζεται καί ἀνθρωποκτόνος καί μισάνθρωπος.

Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ βασκανία δέν ἐπιδρᾶ  μόνο στόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί στά ζῶα καί στά φυτά. Εἶναι δυνατόν νά δοῦμε φυτό νά ξεραίνετε, καθώς ἐπίσης καί ζῶο νά πεθαίνει ἀπό βασκανία. Τό βάσκανο μάτι προκαλεῖται καί ἐνεργεῖ ἀπό τήν ὀμορφιά τοῦ ἄλλου, τήν κομψότητα, τήν ἀνδρεία, τήν εὐτυχία κ.τ.λ.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, μᾶς ἀναφέρουν ὅτι ἡ βασκανία εἶναι πάθος. Ὁ βάσκανος λυπεῖτε καί λειώνει μέσα του καί θεωρεῖ ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους ἐχθρούς του, ἀκόμα καί ὅσους δέν τόν ἔχουν βλάψει ή ἀδικήσει. Καί τονίζει ὁ ἅγιος Νεκτάριος στό βιβλίο του  «γνῶθι σ᾽ αὐτόν», ὅτι σάν αἰτία τῆς βασκανίας διακρίνει ὅτι ὑπάρχει μέσα στήν καρδιά τοῦ βάσκανου ἀνθρώπου, τό μίσος, ἡ ζήλια καί ὁ φθόνος. Γι᾽ αὐτό καί κατατάσσει τήν βασκανία στά πάθη.

Ὁ φθονερός, ὅταν βλέπει κάτι τό καλό στόν ἄλλο, ὑποφέρει. Τό ἴδιο παθαίνει καί ὁ πανοῦργος διάβολος. Διάβολος καί φθονερός φθονοῦν τό καλό τοῦ ἄλλου. Ἔχουν μεταξύ τους τό κοινό αὐτό σημεῖο. Κι ὁ διάβολος τό «ἐκμεταλλεύεται». Περνᾶ μέσα ἀπ᾽ αὐτό, (τόν φθόνο) τήν κακία του στούς  ἀνθρώπους.

Ὁ φθόνος ἑνός φθονεροῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀγωγός, ἀπ᾽ ὅπου διοχετεύεται στίς ἀνθρώπινες ψυχές τό δηλητήριο (βασκανία) τοῦ διαβόλου. Ἡ βασκανία εἶναι μία δαιμονική ἐνέργεια, πού γίνεται μέσω τῶν φθονερῶν ἀνθρώπων, «…ἀπέλασον πᾶσαν διαβολικήν ἐνέργειαν, πᾶσαν σατανικήν ἔφοδον».

Δέν εἶναι, λοιπόν, ἡ βασκανία μιά ἁπλή ἐνέργεια τῶν ὀφθαλμῶν, ἀλλά εἶναι ἕνα πάθος φοβερό. Πίσω δέ ἀπό ἕνα πάθος, κρύβεται πάντοτε ἕνας δαίμονας κατά τόν ἅγιο Νεκτάριο καί τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐδῶ, λοιπόν, οἱ Ἅγιοι μᾶς λέγουν ὅτι ὑπάρχει  ὁ «βάσκανος δαίμονας».

Οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγράφεις καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀρνοῦνται τήν βασκανία, δηλαδή τόν φθόνο καί τίς βλαπτικές ἐνέργειες πού ἐκπορεύονται ἀπό αὐτόν. Εἰδικά μάλιστα τίς περιπτώσεις βασκανίας πού δέν ἔχουν ἐμφανή τήν προέλευσή τους τίς ἀποδίδουν στήν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ. Γενικά θεωροῦν τήν βασκανία ὡς ἔργο τοῦ διαβόλου καί πράξη φθόνου. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔγραψε καί λόγο «περί φθόνου καί βασκανίας». Ἡ Ἐκκλησία συνέθεσε καί εἰδική εὐχή κατά τῆς βασκανίας, μέ τήν ἔννοια τοῦ φθόνου.

ΜΑΤΙΑΣΜΑ

15πως προαναφέραμε ὑπάρχει διαφορά μεταξύ βασκανίας καί ματιάσματος. Ἡ διαφορά αὐτή φαίνεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι  ἡ Ἐκκλησία μας ἐνῶ ἔχει συντάξει εὐχές εἰδικές γιά τήν περίπτωση τῆς βασκανίας, δέν παραδέχεται, ἀπορρίπτει  τό μάτιασμα.

Πρόκειται γιά μιά παλιά πρόληψη καί δεισιδαιμονία ὅτι ὁ κακός μέ τό βλέμμα του καί μόνο, ἀκόμα καί ἐξ ἀποστάσεως, ἐξ αἰτίας κάποιας μαγικῆς ἐπιδράσεως, μπορεῖ νά βλάψει τόν φθονούμενο. Αὐτό φυσικά δέν εἶναι σωστό, καί ἡ Ἐκκλησία μας δέν τό παραδέχεται.

Πιστεύεται ὅτι τό κακό μάτι εἶναι ἀποτέλεσμα κακόβουλης ἤ καί ἁπλά κάποιας μαγνητικῆς ἐπιδράσης ἡ ὁποία εἶναι ἀρκετά ἰσχυρή σέ μερικά ἄτομα. Μέ ἄλλα λόγια τό μάτιασμα δέν εἶναι τίποτα περισσότερο ἀπό τήν ἀσυνείδητη ἐκπομπή σέ μεγάλη ἔνταση χαμηλοῦ μαγνητικοῦ δυναμισμοῦ. Αὐτός πού ματιάζει  συνήθως εἶναι ἄτομο προικισμένο μέ ἰσχυρή θέληση, καί ὅτι μπορεῖ νά ἐπιβληθεῖ μόνον σέ ἄτομα μέ ἀσθενή θέληση, πού βρίσκονται σέ ἄσχημη ψυχική κατάσταση, καί γενικά πιό ἀδύναμα

Τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησιά ἀποδέχεται τήν βασκανία καί ἀπορρίπτει τό μάτιασμα δέν σημαίνει ὅτι ἀντιφάσκει. Δέν πρόκειται γιά ἀντίφαση, ἀλλά γιά διαχωρισμό δύο διαφορετικῶν πραγμάτων. Σέ ἀντίφαση καί σύγχυση βρίσκονται ὅσοι λεγόμενοι Χριστιανοί ἀπό τήν μιά κάνουν τόν σταυρό τους καί ἀπό τήν ἄλλη τρέχουν σέ ξόρκια καί μάγια. Ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται ὅτι ἡ ἁπλή ματιά ἑνός ἀνθρώπου μπορεῖ ἀπό ἀπόσταση νά προκαλέσει μέ μαγικό τρόπο κακό σέ κάποιον ἄλλο. Εἶναι ἀπαράδεκτες γιά ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας οἱ προλήψεις καί δεισιδαιμονίες ὅτι κάποιος ἔχει τήν ἰδιότητα νά ματιάζει, μόνο καί μόνο ἐπειδή γεννήθηκε τήν τάδε μέρα ἤ ἐπειδή ἔχει στό πρόσωπο τοῦ κάποια ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά, ἤ ὅτι κάποιος ματιάζεται εὔκολα, ἤ ὅτι μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ ἄσχημα καί ἀδιάθετος, ἐπειδή τάχα κάποιος τόν μάτιασε, καί ἄλλες τέτοιες ἀηδίες.

Ἐννοεῖται ὅτι, ὁ φθονερός ἄνθρωπος ὅταν δεῖ τό θύμα τοῦ καί τό φθονήσει, αὐτό εἶναι ἡ ρίζα τοῦ κακοῦ πού μπορεῖ νά ἀκολουθήσει. Ἑπομένως αὐτή ἡ φθονερή ματιά, εἶναι ἀπό ὅλους ἀνεπιθύμητη.

Μέ ὅσα ἀναφέραμε καί ἐξηγήσαμε μέχρι ἐδῶ ξεκαθαρίζεται τό θέμα τῆς βασκανίας ἀπό Ὀρθόδοξη ἄποψη. Ἐπίσης ἐξηγοῦνται καί ἐκφράσεις ὅπως «ἡ βασκανία σέ ὁρισμένες περιπτώσεις μπορεῖ νά ἀποβεῖ θανατηφόρος», δέν ἐννοεῖται ὅτι κάποιος μπορεῖ μέ τό βλέμμα του νά σκοτώσει ἕναν ἄλλο (αὐτό εἶναι ἀνόητη, μαγική, εἰδωλολατρική καί ἀντιχριστιανική ἀντίληψη), διότι τότε θά εἶχαν φονευθεῖ οἱ μισοί ἄνθρωποι τῆς γῆς χωρίς πολέμους καί ἐγκλήματα καί φονικά ὄπλα.

Ἡ Ἐκκλησία θέλοντας νά βοηθήσει τά μέλη της, συμπεριφερόμενη  μέ πολλή συγκατάβαση καί ἀγάπη, περιέλαβε στό Εὐχολόγιό της καί στίς σχετικές εὐχές γιά τήν βασκανία, λέξεις στίς ὁποῖες ἔδωσε τό σωστό νόημα καί περιεχόμενο. Δυστυχῶς πολλές φορές παρατηρεῖται ἡ ἐσφαλμένη λαϊκή δοξασία νά ἐπικρατεῖ, νά ἐπιβάλλεται καί σιγά-σιγά νά ἀλλοιώνει τή γνήσια ὀρθόδοξη διδασκαλία, σέ σημεῖο ἄλλα νά λέμε καί ἄλλα νά καταλαβαίνουμε.

Ποιούς ἀνθρώπους ὅμως πιάνει ἡ Βασκανία;

18ύμφωνα μέ τόν Ἀββά Ἠσαΐα, ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος γίνεται θύμα τῆς βασκανίας εἶναι αὐτός πού ἐνδιαφέρεται γιά τήν γνώμη τοῦ ἄλλου κόσμου γιά τόν ἑαυτό του καί γενικά ἀναζητεῖ τήν καλή ἀποδοχή καί ἐκτίμηση τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Γιά τόν Ἀββά Ἠσαΐα, εὔκολα θύματα τῆς βασκανίας εἶναι γενικῶς οἱ ἄνθρωποι, πού κρύβουν μέσα τους ὡραιοπάθεια, φιλαυτία, ὑπερηφάνεια, ἐγωκεντρισμό, κενοδοξία, ἐπιδειξιομανία καί γενικά μέσα στήν καρδιά τους κυριαρχεῖ μεγάλος ἐγωισμός καί μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους. Ὅλα αὐτά τά πάθη τῆς ψυχῆς τά ἐκμεταλλεύεται ὁ βάσκανος δαίμονας καί δημιουργεῖ στόν ἄνθρωπο ψυχοσωματικές ἀνωμαλίες.

Ἐφόσον ἡ βασκανία εἶναι χτύπημα τοῦ σατανᾶ στόν ἄνθρωπο, εἶναι λογικό νά «χτυπιόνται» ἀπό τήν βασκανία, ὅσοι δέν εἶναι ἐφοδιασμένοι μέ ὄπλα, πού πολεμοῦν καί συντρίβουν τόν διάβολο (νηστεία, προσευχή, ἐξομολόγηση, θ. Κοινωνία)  δηλαδή, πού δέν ζοῦν τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας..

Μέσα προστασίας ἀπό τήν βασκανία.

15σοι ἄνθρωποι αἰσθανθοῦν οἱ ἴδιοι ἤ κάποιος δικός τους τήν ἐπήρεια τῆς βασκανίας, πρέπει νά τρέχουν στόν Ἱερέα νά τούς σταυρώσει μέ τόν σταυρό, πού ἔχει μεγάλη δύναμη κατά τῶν πονηρῶν πνευμάτων, καί νά τούς διαβάσει τήν εἰδική εὐχή κατά τῆς βασκανίας.

Ὑπάρχουν βέβαια καί ἄλλα μέσα τῆς πίστεώς μας, μέ τά ὁποῖα ἐπικαλούμαστε τήν δύναμη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί μποροῦμε νά ἀποτρέψουμε κάθε κακό. Πρέπει ὅμως νά ἔχουμε ὑπόψη μας ὅτι κανένα ἁγιαστικό μέσο τῆς Ἐκκλησίας δέν μᾶς βοηθᾶ χωρίς μία ἀπαραίτητη προϋπόθεση, τήν πίστη. Πρέπει νά ἔχουμε πίστη σταθερή καί ἀκλόνητη καί χωρίς ἀμφιβολίες στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί στήν διδασκαλία του. Καί αὐτή ἡ πίστη μεταφράζεται σέ ἔργα, τά ὁποῖα εἶναι ἡ πίστη στά θεόπνευστα λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δηλαδή τό νά ἐφαρμόζουμε καί νά ἀκολουθοῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας, τό νά ἐκκλησιαζόμαστε τακτικά, ἡ θερμή προσευχή, νά ἐξομολογούμαστε καί νά κοινωνοῦμε συχνά. Τότε βεβαίως κανένα κακό, καμία ἐπιβουλή, καμία βασκανία δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψει, καί κυρίως δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν πίστη καί ἀπό τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Μέ τήν προσευχή ἐπικοινωνοῦμε μέ τόν Θεό. Μέ τήν ἐξομολόγηση ἀπαλλασσόμαστε ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, οἱ ὁποῖες εἶναι βάρος στήν ψυχή μας καί τεῖχος πού ἐμποδίζει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, νά μᾶς ἁγιάσει καί νά μᾶς προστατέψει. Μέ τήν θεία Κοινωνία ἑνωνόμαστε μέ τόν ἴδιο τόν Θεό καί γινόμαστε καί ἐμεῖς «θεοί κατά χάριν». Αὐτά εἶναι τά κυριότερα ἁγιαστικά μέσα καί φυλαχτά πού μέ πολλή ἀγάπη προσφέρει ἡ μητέρα Ἐκκλησία σέ κάθε παιδί της, πιστό μέλος της. Ἀπό αὐτά ξεκινώντας καί μέ τίς συμβουλές πάντοτε τοῦ πνευματικοῦ μας πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε καί τά ὑπόλοιπα, τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, τίς εὐχές ἀπό τόν Ἱερέα, τόν μικρό καί τόν μεγάλο Ἁγιασμό καί λοιπά. Προσοχή, λοιπόν, καί μακριά ἀπό κάθε τί πού δέν εἶναι ἐκκλησιαστικό μέσο ἁγιασμοῦ.

Πολλοί ἄνθρωποι ἐπινόησαν κατά τῆς βασκανίας διάφορα μέσα, ὅπως τά φυλαχτά, γιά νά τά φορᾶνε ὅσοι βασκαίνονται. Ἡ Ἐκκλησία προσπαθώντας νά προφυλάξει τά μέλη της ἀπό κάθε πλάνη δέν ἐπιτρέπει στούς Χριστιανούς νά χρησιμοποιοῦν αὐτά τά φυλαχτά (χάντρες, φύλλα, λουλούδια, ἐκκλησιαστικά ἀντικείμενα καί λοιπά), γιατί ὅλα αὐτά προϋποθέτουν μιά μαγική ἀντίληψη λειτουργίας καί προστασίας, τελείως ἀντιχριστιανική. Ἐπίσης ἀπαγορεύεται νά χρησιμοποιοῦνται διάφορα «ἐξορκιστικά» λόγια κατά τοῦ «ματιάσματος» ἀπό ἄντρες ἤ γυναῖκες, γιατί ὅλα αὐτά τά «λαϊκά» μέσα καί οἱ σχετικές ἀντιλήψεις καί δεισιδαιμονίες εἶναι εἶδος μαγείας καί παγανισμοῦ, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό βιβλίο τοῦ «Χρηστοή-θεια τῶν Χριστιανῶν».

Κάθε ἄλλο πέρα ἀπό τίς εὐχές τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἄρνηση τῆς πίστεως. Κάθε ἄλλο «ξόρκι» ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἄνθρωπο τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τόν ἀφήνει ἀνίσχυρο μπροστά στίς «μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ».

Προσοχή καί ἀπό κάποια φυλαχτά πού ὁρισμένοι ἐπιτήδειοι  παρουσιάζουν ὡς φυλαχτά «τῆς Ἐκκλησίας». Καί τί δέν βρίσκει κανείς μέσα στά φυλαχτά! Μαζί μέ τά ἱερά ἀντικείμενα (λάδι ἀπό τήν καντήλα κάποιου Ἁγίου, κηρομαστίχη ἀπό τά έγκαίνια, τεμάχιο ἀπό τήν παντόφλα τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος κ.λ.π.) θά βρεῖ ρίγανη, ἀπήγανο, σκόρδο, μπαρούτι, φιδοκέφαλα, κόκκαλα νυχτερίδας, κομμάτι ἀπό τόν ἀφαλό τοῦ παιδιοῦ καί τόσα ἄλλα.

Εἶναι δυνατόν αὐτά νά ἀποτελοῦν φυλαχτό τῶν ἀνθρώπων; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἀπεναντίας, μολύνουν καί τά ἄλλα, τά ἱερά ἀντικείμενα.

Καί κάτι ἀκόμη. Στίς ἡμέρες μας, δυστυχῶς, τά φυλαχτά ἔχουν γίνει ἀντικείμενο ἐμπορίου τῶν μικροπωλητῶν. Στά διάφορα θρησκευτικά πανηγύρια, οἱ μικροπωλητές πουλοῦν φυλαχτά, τά ὁποῖα μέσα ἔχουν μόνο λίγο βαμβάκι ἤ ἐφημερίδες, ἁπλά  γιά νά φαίνονται ὅτι κάτι ἔχουν. Καί αὐτά τά πουλοῦν ὡς φυλαχτά τῆς Τήνου κ.λπ. Εἶναι ἀπαράδεκτο τό φαινόμενο νά κρέμονται στίς εἰκόνες τῶν Ναῶν ἀνάγλυφα μεταλλικά ὁμοιώματα, τά ὁποῖα πολλοί χριστιανοί  τά χρησιμοποιοῦν ὡς φυλαχτά, ἡ τό νά πηγαίνουν ἐσώρουχα ἀπαιτώντας ἀπό τόν Ἱερέα νά τά τοποθετήσει κάτω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα. Μέ τόν τρόπο αὐτό  γίνεται  ἐκμετάλλευση τοῦ θρησκευτικοῦ συναίσθηματος καί βεβήλωση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας.

Τίθεται τό λογικό ἐρώτημα: Εἶναι δυνατόν νά χρησιμοποιοῦν οἱ χριστιανοί τέτοια φυλαχτά; Ἀσφαλῶς ὄχι.

Ὅποιος χρησιμοποιεῖ «ξόρκια» καί «φυλαχτά» καί «χαϊμαλιά» εἴτε γιά τόν ἑαυτό του εἴτε γιά δικούς του ἀνθρώπους, πρέπει νά ξέρει ὅτι ἔτσι μολύνει τό βάπτισμά του, δείχνει ἀπιστία καί ἀσέβεια πρός τόν Θεό, καί ἑπομένως ἀντί νά προστατεύεται ἀπό τό κακό, παραδίδει τόν ἑαυτό του σέ μισάνθρωπες ἐπιρροές.

Ὑπάρχουν βέβαια τά χριστιανικά φυλαχτά τῆς Ἐκκλησίας, τά ὁποῖα μποροῦν καί πρέπει νά μεταχειρίζονται οἱ πιστοί. Τό καλύτερο φυλαχτό εἶναι ὁ Σταυρός, πού πρέπει νά φορᾶνε ὅλοι οἱ Χριστιανοί, γιατί οἱ δαίμονες φοβοῦνται τήν δύναμή του, γιατί εἶναι τό φυλακτήριο ὅλου τοῦ κόσμου.

ΞΕΜΑΤΙΑΣΜΑ

5φόσον ἡ Ἐκκλησία μας ἀπορρίπτει τό μάτιασμα, ἀπορρίπτει ἑπομένως καί τό λεγόμενο ξεμάτιασμα, πού γίνεται ἀπό λαϊκούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐμπειρικά τό μαθαίνουν ἀπό ἄλλους καί ἐμπειρικά τό ἐφαρμόζουν καί κανείς δέν γνωρίζει τό «πῶς» καί τό «γιατί», ἀφοῦ εἶναι σκοτεινή, κρυφή καί ἀνεξερεύνητη ἡ προέλευση αὐτοῦ τοῦ ξεματιάσματος. 

Ἐπίσης τό ξεμάτιασμα  μέ τό λάδι στό ποτήρι ἤ τό ξεμάτιασμα μέ τήν πετσέτα ἤ τό ξεμάτιασμα μέ τό καρβουνάκι εἶναι τελετές παρμένες ἀπό τήν Μαύρη Μαγεία, γι᾽ αὐτό ὁ Χριστιανός δέν πρέπει ποτέ νά ξεματιάζει  ἤ νά ξεματιάζεται μ᾽ αὐτούς τούς τρόπους.

Εἶναι ἀδιανόητο καί πέρα ἀπό κάθε χριστιανική ἀντίληψη τό νά βλέπει κανείς μάτια γυάλινα γαλάζια νά κρέμονται σέ σπίτια ἡ σέ γραφεῖα, στά  αὐτοκίνητα ἤ καί στόν λαιμό μαζί μέ τόν σταυρό, ὡς μέσον ἀποφυγῆς ἀπό τό κακό μάτι. Τό νά κρεμᾶνε σκόρδο ἡ πέταλο ἀλόγου, στήν εἴσοδο τοῦ σπιτιοῦ ἤ τοῦ καταστήματος.

Ὅλα αὐτά δέν ἔχουν σχέση μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καί προφανῶς προέρχονται ἀπό λαϊκές καί παλιές εἰδωλολατρικές δοξασίες καί πρακτικές ἀκαθόριστες, γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀπαράδεκτα γιά τούς πιστούς καί δέν τιμοῦν τήν σύγχρονη «προοδευτική» ἐποχή μας. Εἶναι ἐκδηλώσεις ἄγνοιας, ἀπιστίας καί παγανισμοῦ.

ΕΞΟΡΚΙΣΜΟΙ

18ήμερα γίνεται πολύς λόγος γιά τούς ἐξορκισμούς. Οἱ εὐχές τῶν ἐξορκισμῶν εἶναι εὐχές εἰδικές πού διαβάζονται σέ ἀνθρώπους πού ἔχουν δαιμονιστεῖ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζει ὅσους ἔχουν  ἀνάγκη τῶν ἐξορκισμῶν ὡς ἀσθενεῖς. Καί οἱ ἀσθενεῖς εἶναι δύο  εἰδῶν. Ἄλλοι εἶναι οἱ ἀσθενεῖς πού ἔχουν πρόβλημα μέ τό σῶμα καί ἄλλοι εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔχουν ἀσθένεια ψυχική. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία τόν ἀσθενή δέν τόν ἀντιμετωπίζει μονομερῶς, δηλ. δέν διαβάζει μόνο εὐχές γιά τό σῶμα, ἀλλά συγχρόνως διαβάζει εὐχές καί γιά τήν ψυχή. Ἄλλωστε συμβαίνει,  ὅταν ἀσθενεῖ τό σῶμα, νά ἀσθενεῖ καί ἡ ψυχή, καί τό ἀντίθετο, (Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή). Ἡ δαιμονοπληξία εἶναι μιά μορφή θά λέγαμε ἀσθένειας πού ἔχει νά κάνει κυρίως μέ τήν ψυχή καί στήν συνέχεια  καί  μέ τό σῶμα. Γιατί ὁ ἄνθρωπος πού κυβερνᾶται  ἀπό δαιμόνια  δέν ταλαιπωρεῖται μόνο ψυχικά, ἀλλά προέκταση τῆς ψυχικῆς του ἀσθένειας εἶναι καί ἡ ταλαιπωρία τοῦ σώματός του. Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ δαιμονοπληξία εἶναι κατάσταση τῆς ψυχῆς ταυτόχρονα δέ καί τοῦ σώματος. Ἐξορκισμούς διαβάζει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία σήμερα σ' ἐκείνους πού εἶναι δαιμονισμένοι, καί γενικά σ' ἐκείνους πού βρίσκονται κάτω ἀπό τήν κυριαρχία,  τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου.Ὡς ἐκ τούτου οἱ ἐξορκισμοί δέν διαβάζονται εὐκαίρως ἀκαίρως, ἀλλά μόνον κατόπιν προσεκτικοῦ ἐλέγχου  ἐκείνου πού τούς ζητᾶ ἤ πού ζητοῦν ἄλλοι γιά κάποιον συγγενή ἤ φίλο τους.

Συνήθως ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἐνῶ  δέν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα δαιμονοπληξίας παρ᾽ ὅλα  αὐτά  ζητοῦν νά τούς διαβαστοῦν  οἱ ἐξορκισμοί. Ἡ ἐπίμονη ἀπαίτηση  ἐκ μέρους κάποιων πιστῶν γιά τίς εὐχές τῶν ἐξορκισμῶν δέν σημαίνει ὅτι οἱ Ἱερεῖς πρέπει νά ὑποκύπτουν σέ τέτοιες ἐπιθυμίες. Ἀπαιτεῖται ἔρευνα πνευματική κι ἐξομολόγηση προκειμένου νά ἐξετασθεῖ μέ τόν καλύτερο δυνατό τρόπο ἐκεῖνος πού ζητᾶ αὐτές τίς εὐχές. Νά ἐρευνηθεῖ τό κίνητρο καί ἡ πνευματική κατάσταση ἐκείνου  πού ζητάει  τήν ἀνάγνωση τῶν ἐξορκισμῶν. Παράλογη  χρησιμοποίηση  τῶν ἐξορκισμῶν ἤ χωρίς τήν κατάλληλη ἔρευνα ἐγκυμονεῖ γιά τούς ἀνθρώπους κίνδυνο καί μεγάλη ταλαιπωρία ἀπό τίς ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου.

Ὁ δαίμονας δέν φεύγει μόνος  του ἢ ἄν φύγει, ἀποχωρεῖ προσωρινά, καί μετά ἐπιστρέφει δριμύτερος σύμφωνα μέ τήν γραφή:  «Πορεύεται καί παραλαμβάνει μεθ᾽ ἑαυτοῦ ἑπτά ἕτερα πνεύματα πονηρότερα ἑαυτοῦ, καί εἰσελθόντα κατοικεῖ ἐκεῖ, καί γίνεται τά ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων».

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό καί τά ἱερά μυστήρια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τόσο γίνεται εὐάλωτος στόν δαιμονισμό. Ἄλλωστε καί στό ἱερό Εὐαγγέλιο ὑπάρχει περίπτωση δαινομισμοῦ πού προῆλθε ἀπό δοκιμασία τήν ὁποία ἐπέτρεψε ὁ Θεός. Ὁ διάβολος δέν ἔχει καμιά ἐξουσία στόν ἄνθρωπο. Ἐξουσία ἀποκτᾶ μόνον, ἄν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος δώσει τόπο καί δικαιώματα νά τόν κυριεύσει. Καί σήμερα πολλοί ἄνθρωποι ξεχνοῦν τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, τόν τακτικό ἐκκλησιασμό τους καί μπλέκουν ἀκολουθώντας διάφορες ἀνατολικές ἀποκρυφιστικές θρησκεῖες ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ ἄρχων τοῦ σκότους, διάβολος. Αὐτή ἡ κατάσταση ὁδηγεῖ σέ δαιμονισμό. Ὁ ἄνθρωπος πού ἀποστρέφεται πεισματικά τόν Θεό, τόν ἀποστρέφεται καί ὁ Θεός. Συνοψίζοντας, νά ποῦμε ὅτι  οἱ ἐξορκισμοί διαβάζονται σέ δαιμονισμένους πού ἔχουν φανερές ἐκδηλώσεις δαιμονοπληξίας. Στήν περίπτωση αὐτή ὁ δαιμονισμένος πού ἔχει ἀνάγκη ἐξορκισμῶν παίρνει διάφορες μορφές: στό πρόσωπο, κάνει διαδοχικά ἀσυνήθιστες γκριμάτσες  ζώων,  πτηνῶν καί ἑρπετῶν. Δέν ἀντέχει νά μπεῖ μέσα στόν Ναό καί νά παρακολουθήσει τήν θεία Λειτουργία. Καί μάλιστα τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας τοῦ προκαλεῖ μία τάση φυγῆς, ἀσυνήθιστη ταραχή καί κάτι σάν κάψιμο, σύμφωνα μέ τίς ὁμολογίες τῶν δαιμονισμένων. Ἀκόμη προκαλεῖ ἄφρισμα στό στόμα, δύναμη μεγάλη, ὥστε νά καθίσταται ἀδύνατη ἡ συγκράτησή του, φυγή ἀπό τόν κόσμο καί τάση πρός κατοίκηση σέ μνήματα, τάφους καί ἐρήμους τόπους ὅπου κατοικοῦν ἄλλοι δαίμονες.

Ἐπίσης ὁ δαιμονισμένος αἰσθάνεται ἀποστροφή πρός τούς Ἱερεῖς, ἡ ὁποία συνοδεύεται ἀπό  αἰσχρό  ὑβρεολογίου ἐναντίον  τους, ἀποκαλώντας τους «τράγους». Ἀποκαλύπτουν  τίς  ἁμαρτίες τῶν διαφόρων ἀνθρώπων πού τούς περιστοιχίζουν καί μάλιστα τίς ἁμαρτίες πού εἶναι ἀνεξομολόγητες. Ἀκόμη ὑπάρχει περίπτωση, κατά τήν ἀνάγνωση τῶν ἐξορκισμῶν, νά ἐμφανίσουν συνεχῆ ρεψίματα καί νά  προκληθεῖ ἐμετός. Στό ἄκουσμα δέ τοῦ ὀνόματος τοῦ τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου νιώθουν κάψιμο. Ποτέ δέν ἀποκαλοῦν τήν μητέρα τοῦ Κυρίου μας Παναγία, ἀλλά Μαρία.

Ἕκτος ἀπό τίς φανερές ἐκδηλώσεις δαιμονοπληξίας ὑπάρχει καί μιά ἄλλη μορφή πού δέν φαίνεται καί δύσκολα γίνεται ἀντιληπτή ἀκόμη καί ἀπό ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας. Στήν μορφή αὐτή ἐμφανίζονται δαιμονισμένοι μέ τά ἑξῆς συμπτώματα:

Ξαφνικό σταμάτημα τῆς ὄρεξης γιἀ φαγητό, μέ τάση καθημερινῆς ἀσιτίας ἤ μέ τάσεις αὐτοκτονίας χωρίς αἰτία. Ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ αὐτοχειρία μπορεῖ νά θεωρηθεῖ μιά κατάσταση δαιμονισμοῦ μέ κρυφά ἐλατήρια πού δέν γίνονται ἀντιληπτά οὔτε καί στούς γονεῖς καί τούς οἰκείους, τούς φίλους καί γνωστούς. Ἡ χωρίς αἰτία διατάραξη τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν συζύγων, ὅπου παρατηρεῖται ἡ περίπτωση ὁ ἕνας ἀπό τούς δύο νά ἔχει τάση φυγῆς καί ἐγκατάλειψης τῆς οἰκογενείας του, χωρίς αἰτία, εἶναι φαινόμενο δαιμονοπληξίας. Εἶναι ἕνα ἀνεξήγητο φαινόμενο ἀκόμα καί γιά τούς ἴδιους τούς συζύγους. Στήν ἴδια κάπως περίπτωση ἐντάσσονται μεμονωμένοι ἄνθρωποι πού δέν θέλουν νά κοιμοῦνται στά σπίτια τους.

Μιά μορφή δαιμονοπληξίας εἶναι καί ἡ ἀνεξήγητη ἀποχή ἀπό τά ἱερά μυστήρια, τῆς θείας Εὐχαριστίας, τῆς Ἐξομολογήσεως καί τοῦ Ἐκκλησιασμοῦ σἐ συνδιασμό μέ τήν ἀποστροφή πρός τούς Ἱερεῖς, τήν προσευχή, τά εἰκονίσματα, τά ὁποία συμβαίνει ἀκόμη νά τά καταπατοῦν καί νά τά μαγαρίζουν μέ διαφόρους τρόπους.

Βεβαία ἡ ἀνάγνωση τῶν ἐξορκισμῶν ἐνδείκνυται γιά εἰδικές, μεμονομένες  καί προσωπικές  περιπτώσεις, ἀλλά κάνοντας χρήση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὅρου «οἰκονομία», θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε  καί γιά ἕναν γενικό ἐξορκισμό ἀπό τόν ὁποῖο ἔχει ἀνάγκη ἡ κοινωνία μας, γιατί δυστυχῶς  στό σύνολό της βρίσκεται ὑπό τήν κυριαρχία τοῦ σατανᾶ ( ναρκωτικά, πορνεία, μοιχεία, ἀπάτη, ὁμοφιλοφιλία, ἐκτρώσεις, φόνοι).

Ἄλλωστε αὐτό ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Πέτρου· «νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ». (Α΄ Πετ., 5, 8), ἀλλά καί τίς διαπιστώσεις τοῦ Κύριου μας:

«Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν, ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη». (Ματθ, 17, 17) «Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς». (Ματθ, 16, 4)

«Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». (Ματθ, 17, 21)

Σ΄αὐτήν τήν γενική δαιμονοπληξία ἀναφέρονται καί οἱ εὐχές τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ:

«Φυγάδευσον τοὺς δαίμονας καὶ κατάργησον τὰς πονηρίας αὐτῶν, ἵνα πᾶς ὁ κόσμος καὶ πᾶσα ἡ κτίσις λυθῇ ἀπὸ παντὸς δεσμοῦ αὐτῶν».

«Φεῦγε δαιμόνιον τὸ ἐγείραν τὴν δεξιὰν ἐπὶ τὴν ἀριστεράν, ἀδελφὸν ἐπὶ ἀδελφὸν, σύζυγον ἐπὶ σύζυγον καὶ πατέρα ἐπὶ τέκνοις· τὸ ἐπαναστατοῦν τέκνα ἐπὶ γονεῖς ὥστε θανατώσουσιν αὐτούς».

Εἶναι σέ ὅλους γνωστό ὅτι ἡ βασκανία συγκαταλέγεται στίς «ἀπ᾽ ἔξω» λεγόμενες ἀσθένειες. Στίς ἀρρώστιες δηλαδή πού δέν ὀφείλονται σέ ὀργανική πάθηση, ἀλλά προκαλοῦνται ἀπό τόν σατανᾶ, τόν ὁποῖο ὁ λαός ὀνομάζει «ὁ ἔξω ἀπ᾽ ἐδῶ», ἀπό ἀπέχθεια.

Ἄλλωστε εἶναι πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι τόν σατανᾶ «ἐξέβαλε» τῆς Ἐκκλησίας ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ἀπ' ἔξω ἐπιτίθεται ἐναντίον τῶν ἄνθρωπον. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει: «Ἔξω τῆς Ἐκκλησίας ἕστηκεν ὁ διάβολος, εἰς γὰρ τὴν ἱερὰν ταύτην μάνδραν εἰσελθεῖν οὐ τολμᾷ. Ἔνθα γὰρ ποίμνη Χριστοῦ, λύκος οὐ φαίνεται, ἀλλ᾽ ἔξω, τὸν ποιμένα δεδοικώς, ἕστηκεν». Ἐνῶ, λοιπόν, ἡ βασκανία προέρχεται ἀπό τόν σατανᾶ, οἱ ἄνθρωποι, ἀντί νά καταφεύγουν στήν δύναμη τοῦ Θεοῦ, στήν Ἐκκλησία, πηγαίνουν στίς ἐξορκίστριες, δηλαδή στά ὄργανα τοῦ διαβόλου.

Ἄλλ᾽ ὁ πονηρός ποτέ δέν θέλει τό καλό μας. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος λέγει χαρακτηριστικά: «Δαίμονα φαρμακὸς οὐ διώκει, ἀλλ᾽ ὁ δαίμων, ὁ ἐν τῷ δαιμονιζομένῳ  ἀνθρώπῳ οἴκων ἑκουσίως ὑποχωρεῖ πρὸς τὸ ἀπατηθῆναι τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀντὶ τοῦ προστρέχειν πρὸς Θεόν, πείθει πρὸς τοὺς φαρμακοὺς τρέχειν».

Γι' αὐτό, ἄς προσέξουμε. Ὁ Χριστιανός ποτέ δέν καταφεύγει στά ξόρκια, ὁτιδήποτε καί ἄν λέγουν οἱ ἐξορκίστριες. Ὁ πιστός καταφεύγει μόνον στόν Θεό καί στήν Ἐκκλησία του, πού τοῦ δίνει τήν δύναμη «πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ». (Λκ γ´, 19)


Εκτύπωση   Email