
Δευτέρα 25 Ιανουαρίου
Γρηγορίου Θεολόγου, Αυξεντίου νεομάρ.






Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 543 επισκέπτες και κανένα μέλος
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ
«Τί σοι θέλεις ποιήσω;»
ἶναι πολύ θλιβερή ἡ εἰκόνα τοῦ τυφλοῦ, πού μᾶς διηγεῖται ἡ σημερινή Εὐαγγελική περικοπή, ὁ ὁποῖος ζητιανεύει σέ κάποιο δρόμο τῆς Ἱεριχοῦς. Τόσο παραστατικά ζωγραφισμένη ἀπό τήν εὐαγγελική πέννα τοῦ ἀποστόλου Λουκᾶ, πού φέρνει στή σκέψη μας τούς τυφλούς τῆς δικῆς μας ἐποχῆς.
Ὄχι τόσο τούς τυφλούς ἐκείνους πού στεροῦνται τή φυσική ὅραση καί δέν μποροῦν νά χαροῦν τίς ὀμορφιές τοῦ φυσικοῦ κόσμου, ὅσο τούς ἄλλους τυφλούς, τούς ψυχικά τυφλούς, οἱ ὁποῖοι στεροῦνται τό φῶς τῆς Πίστεως καί εἶναι ἀνίκανοι νά ἀπολαύσουν τήν ὀμορφιά τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί νά γευθοῦν τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ τυφλός τῆς Ἱεριχοῦς, ὅπως ἄλλωστε καί κάθε τυφλός, ζεῖ μέσα σ’ ἕνα ἀτέλειωτο σκοτάδι. Κάθεται στό σταυροδρόμι καί δέχεται τά ξεροκόμματα καί τίς πενταροδεκάρες τῶν περαστικῶν, στίς ἁπλωμένες παλάμες του.
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως (25 Ιανουαρίου)
Ἅγιος Γρηγόριος ἔζησε κατά τήν ἐποχή τοῦ βασιλέως Οὐάλεντος (364 – 378 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπό τόν Πόντο καί γεννήθηκε σέ ἕνα μικρό χωριό τῆς περιοχῆς τῆς Ναζιανζοῦ, πού λεγόταν Ἀριανζός, τό 330 μ.Χ.
Ναζιανζηνός ὀνομάσθηκε, ἐπειδή ἔζησε τόν περισσότερο χρόνο τῆς ζωῆς του στή Ναζιανζό, ὅπου ἦταν καί τό πατρικό του σπίτι. Ὁ πατέρας του, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, ἦταν πρίν γίνει Ἐπίσκοπος, ἕνας πολύ πλούσιος ἄρχοντας τῆς Ναζιανζοῦ. Κατεῖχε μεγάλη θέση στόν δημόσιο βίο καί ἀνῆκε σέ μία ἰουδαῖο-ἐθνική αἵρεση πού λεγόταν τῶν «Ὑψισταρίων». Ἡ μητέρα του, ἡ Ἁγία Νόννα, ἦταν Ὀρθόδοξη. Ἡ εὐσέβεια καί ἡ ἀρετή της ἐπηρέασαν τόν σύζυγό της καί τόν ἔκαναν νά μεταστραφεῖ στήν ἀληθινή πίστη.
Οἱ γονεῖς του, Γρηγόριος καί Νόννα, δέν εἶχαν παιδιά καί ἱκέτευαν τόν Θεό νά χαρίσει σέ αὐτούς τήν χαρά τῆς τεκνοποιΐας. Καί πράγματι, ἡ προσευχή τους εἰσακούσθηκε καί ἡ Νόννα γέννησε τόν Ἅγιο Γρηγόριο, τόν ὁποῖο πρίν ἀκόμα αὐτός γεννηθεῖ εἶχε ὑποσχεθεῖ νά τόν ἀφιερώσει στόν Θεό.
Πολλές φορές ὁ Ἅγιος Γρηγόριος παραβάλλει τούς γονεῖς του μέ τόν Ἀβραάμ καί τή Σάρρα, οἱ ὁποῖοι σέ μεγάλη ἡλικία ἀπέκτησαν τόν Ἰσαάκ.
Σπουδαῖες ἦταν οἱ προσπάθειες τῶν γονέων αὐτοῦ νά μορφώσουν καί νά ἐμφυσήσουν στόν πρωτότοκο υἱό τους τήν ἀγάπη πρός τά γράμματα καί τήν χριστιανική πίστη. Ἀπό τήν παιδική ἡλικία ἐνέπνευσαν σέ αὐτόν ἔντονη καί βαθιά θρησκευτικότητα, ὥστε αὐτός ἀπό εὐσέβεια καί πνευματικότητα, ὑποσχέθηκε στόν ἑαυτό του νά ζήσει μέ ἁγνεία καί παρθενία.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, χάρη στήν δυνατότητα πού εἶχε ὁ πατέρας του, ἔκανε λαμπρές σπουδές. Σπούδασε σέ ὅλα τά τότε μεγάλα κέντρα πολιτισμοῦ: τή Ναζιανζό, τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, τήν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, τήν Ἀντιόχεια, τήν Ἀλεξάνδρεια, τήν Ἀθήνα. Ἡ Κωνσταντινούπολη δέν εἶχε γίνει ἀκόμη κέντρο πολιτισμοῦ καί ἡ Ρώμη δέν εἶχε τότε κάτι ἀξιόλογο γιά τούς Ἕλληνες. Στίς πόλεις αὐτές μελέτησε τίς πλουσιότερες βιβλιοθῆκες καί ἄκουσε τούς σοφότερους διδασκάλους, μεταξύ τῶν ὁποίων τόν Δίδυμο τόν Τυφλό, πού τότε διηύθυνε τή θεολογική σχολή τῆς Ἀλεξάνδρειας καί τούς φιλόσοφους Θεσπέσιο στήν Καισάρεια καί Ἰμέριο καί Προαιρέσιο στήν Ἀθήνα. Γιά τόν Προαιρέσιο γίνεται δεκτό ὅτι ἦταν Χριστιανός.
Ἅγιος Αὐξέντιος ὁ Νεομάρτυρας (25 Ιανουαρίου)
Ἅγιος Νεομάρτυρας Αὐξέντιος, γεννήθηκε τό 1690 στήν ἐπαρχία Βελλᾶς ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς. Σέ νεαρή ἡλικία μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη καί δούλευε τήν τέχνη τῶν γουναράδων, στό χάνι τό λεγόμενο Μαχμούτ – Πασᾶ. Ἐπιθυμήσας τέρψεις καί ἡδονές ἐγκατέλειψε τήν τέχνη του καί προσλήφθηκε στά βασιλικά καράβια. Ἐκεῖ ξεφαντώνοντας μέ τούς συντρόφους του τούς ἀλλόφυλους, συκοφαντήθηκε ἀπό αὐτούς πώς ἀρνήθηκε τόν Χριστό καί ἔγινε Μουσουλμάνος. Φοβηθεῖς ἐγκατέλειψε τά καράβια καί ἀφοῦ ἀγόρασε βάρκα ἐξασκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ βαρκάρη. Ὅμως μεταμελήθηκε γιά τά πρότερα σφάλματά του καί καταλήφθηκε ζωηρά ἀπό τόν πόθο τοῦ μαρτυρίου. Σέ τυχαῖα συνάντηση πού εἶχε μέ τόν Σύγκελλο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, Γρηγόριο Ξηροποταμηνό, τοῦ ἐξομολογήθηκε τόν πόθο του αὐτό. Λίγο ἀργότερα ὁ Αὐξέντιος ἀναγνωρίσθηκε ἀπό κάποιους ναυτικούς τοῦ τουρκικοῦ στόλου, οἱ ὁποῖοι τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν στό κριτήριο. Ἐκεῖ, παρά τά φρικτά βασανιστήρια, ὁμολόγησε μέ παρρησία ὅτι εἶναι Χριστιανός. Στήν φυλακή τόν ἐπισκέφθηκε ὁ Σύγκελλος Γρηγόριος καί τόν ἐνθάρρυνε νά σταθεῖ μέ ἀνδρεῖο φρόνημα, γιά νά λάβει λαμπρό τό στεφάνι τῆς νίκης ἀπό τόν ἀθλοθέτη Θεό. Ἀνακρινόμενος καί πάλι ὁ Αὐξέντιος εἶπε: «Ἐγώ Χριστιανός γεννήθηκα καί Χριστιανός θέλω νά πεθάνω». Μέ τό ἄκουσμα τῶν λόγων αὐτῶν ὁ κριτής ἐξέδωσε ἀπόφαση νά ἐκτελεσθεῖ διά ξίφους.
Ἔτσι ὁ Μάρτυς Αὐξέντιος ὑπέμεινε τό μαρτύριο, ἀποκεφαλισθεῖς στήν Κωνσταντινούπολη τό ἔτος 1720. Ἡ τιμία κάρα αὐτοῦ, σώζεται στή Μονή Ξηροποτάμου τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ἅγιος Βλαδίμηρος ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Κιέβου (25 Ιανουαρίου)
Ἅγιος Βλαδίμηρος γεννήθηκε τήν 1η Ἰανουαρίου 1848 στό χωριό Μάλιε Μορόσκι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ταμπώφ τῆς Ρωσίας. Τό κοσμικό του ὄνομα ἦταν Βασίλειος Νικηφόροβιτς Μπογκογιαβλένσκυ. Ἔμαθε τά πρῶτα γράμματα στό ἐκκλησιαστικό σχολεῖο καί ἔπειτα σπούδασε στή θεολογική σχολή τοῦ Κιέβου. Ὅταν τό 1874 ἀποπεράτωσε τίς σπουδές του, διορίσθηκε ὡς καθηγητής στήν ἐκκλησιαστική σχολή τοῦ Ταμπώφ, ὅπου καί νυμφεύθηκε.
Ἀπό μικρό παιδί εἶχε κλήση πρός τήν ἱεροσύνη. Ἔτσι, τό ἔτος 1882, χειροτονεῖται πρεσβύτερος καί τοποθετεῖται στό Ναό τοῦ Κοζλώφ. Ἡ πρώτη δοκιμασία δέν ἄργησε νά ἔλθει. Στήν ἀρχή τῆς ἱερατικῆς του διακονίας, μαζί μέ τόν σταυρό τῆς ἱεροσύνης, σηκώνει καί τόν σταυρό τῆς χηρείας. Τό 1886 ἀπεβίωσε ἡ πρεσβυτέρα σύζυγός του καί λίγο ἀργότερα τό μονάκριβο παιδί του.
Ἡ ὑπομονή τοῦ Ἁγίου ἦταν ὅμοια μέ αὐτή τοῦ πολύπαθου Ἰώβ. Φεύγει πλέον ἀπό τόν κόσμο καί ἀκολουθεῖ τή μοναχική ὁδό. Ἐγκαταβιώνει σέ Μονή τοῦ Κοζλώφ καί στίς 6 Φεβρουαρίου 1886 κείρεται μοναχός μέ τό ὄνομα Βλαδίμηρος. Τό ἔτος 1888 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σταρορούσκϊυ καί καλεῖται νά διακονήσει τό λαό τοῦ Θεοῦ. Ἀφιερώνεται ὁλόψυχα στό πολύπαθο καί ταλαιπωρημένο ποίμνιό του. Ὅλοι ἀναγνώριζαν στό πρόσωπό του τόν ἀληθινό ποιμένα καί πατέρα καί τοῦ φιλανθρώπου Χριστοῦ τόν γνησιότατο μιμητή.