ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ
«Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις·
... καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές».
έσα στό λειτουργικό καί λατρευτικό πλοῦτο τῆς Ὀρθοδοξίας μας διαλάμπει ἡ μεγάλη Δεσποτική ἑορτή τῶν «Θεοφανείων» ἤ «Ἐπιφανείων» ἤ «Τά Ἅγια Φῶτα», ὅπως ὀνομάζεται.
Τά Ἅγια Θεοφάνεια γιορτάζουμε τή βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τόν ἅγιο Πρόδρομο, στόν Ἰορδάνη ποταμό.
Ὅταν πέρασαν τριάντα χρόνια ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, διάστημα πού τό πέρασε ὁ Ἰησοῦς τηρώντας κατά πάντα τό «νόμο», θέλησε νά δείξει στούς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι ὁ «Θεός ἐν σώματι» καί ὅτι εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γνήσιος καί «ὁμοούσιος τῷ Πατρί».
Ἐκεῖνο τόν καιρό, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶχε ἔρθει ἀπό τά βάθη τῆς ἐρήμου καί βάπτιζε «βάπτισμα μετανοίας», κατά τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «ἐπ’ ἀρχιερέως Ἄννα καί Καϊάφα, ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ ἐπί Ἰωάννην τόν Ζαχαρίου υἱόν, ἐν ῇ ἐρήμῳ· καί ἦλθεν εἰς πᾶσαν τήν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου, κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Λκ γ΄ 2-3). Καί μολονότι ὁ Χριστός δέν εἶχε ἁμαρτίες, ὄντας ἀναμάρτητος, γιά νά ἐκπληρώσει καί σ’ αὐτό τό «νόμο» ἦρθε νά βαπτισθεῖ ἀπό τόν Ἰωάννη. Ὁ Ἰωάννης δειλιάζει, καί συλλογιζόμενος τήν ἀναξιότητά του μπροστά στή δόξα τοῦ Θεοῦ ἀναφωνεῖ:«Ἐγώ χρείαν ἔχω ὑπό σοῦ βαπτισθῆναι καί σύ ἔρχῃ πρός με;».
– «Πῶς ἐκτείνω χεῖρα καί ἅψωμαι κορυφῆς κρατούσης τά σύμπαντα; Εἰ καί Μαρίας ὑπάρχεις βρέφος, ἀλλ’ οἶδά σε Θεόν προαιώνιον· ἐπί γῆς βαδίζεις, ὁ ὑμνούμενος ὑπό τῶν Σεραφείμ· καί δοῦλος, Δεσπότην βαπτίζειν οὐ μεμάθηκα»! Μά ὁ Χριστός ἀφοπλίζει τή λογική δειλία τοῦ Βαπτιστοῦ, λέγοντας αὐτά τά λόγια: «Ἄφες ἄρτι. Οὕτω γάρ πρέπον ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην». Τότε ὁ Ἰωάννης, χωρίς νά φέρει ἄλλη ἀντίσταση, δέχτηκε νά βαπτίσει τόν Χριστό. Καί ἀμέσως ὁ Ἰωάννης εἶδε τή στιγμή ἐκείνη, νά ἀνοίγωνται οἱ οὐρανοί, νά κατεβαίνει «τό Πνεῦμα τό Ἅγιον σωματικῷ εἴδει, ὡσεί περιστεράν ἐπ’ αὐτόν». Καί ἄκουσε νά ἔρχεται ἀπό τόν οὐρανό φωνή, πού ἔλεγε: «Οὕτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ ηὐδόκησα»!
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, γιά νά ἁγιάζει τούς πιστούς καί νά τούς προστατεύει ἀπό τίς ἐπιθέσεις τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ἐκτός τῶν ἄλλων ἁγιαστικῶν μέσων, χρησιμοποιεῖ καί τούς δύο ἁγιασμούς: Τόν Μεγάλο καί τόν Μικρό.
Ἁγιασμός ὀνομάζεται ἡ τελετή, κατά τήν ὁποία μέ εὐχές, μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μέ τή βάπτιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἁγιάζεται τό νερό, τό ὁποῖο γίνεται «ἰαματικόν ψυχῶν καί σωμάτων καί πάσης ἀντικειμένης δυνάμεως ἀποτρεπτικόν».
Ἡ χρησιμοποίηση ἁγιασμένου νεροῦ ἀναφέρεται στούς πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Ὑπῆρξε ἀρχαιότατη συνήθεια, νά ἁγιάζεται μέ εὐχές τό νερό μέσα στό ὁποῖο θά γινόταν ἡ βάπτιση τῶν Κατηχουμένων. Ἀπό τό νερό αὐτό, πρό τῆς βαπτίσεως, ἔπαιρναν οἱ πιστοί γιά νά πιοῦν καί νά ἁγιάσουν τά σπίτια τους. Ἀπό τή συνήθεια αὐτή προέκυψε ἡ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, ἡ ὁποία παρουσιάζει μεγάλες ὁμοιότητες μέ τήν ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος.
Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
ρκεῖ μόνο μία ἁπλή σύγκριση τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ γιά νά πεισθεῖ κάποιος, ὅτι ἡ μία ἀκολουθία προῆλθε ἀπό τήν ἄλλη. Δεδομένου ὅμως ὅτι ἡ ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος ἀναφέρεται ὡς ἕνα ἀπό τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, πού διαμορφώθηκε παλαιότερα, αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἀκολουθία τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν Θεοφανείων εἶναι ἡ δͅια μέ τήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος ἐλαφρά τροποποιημένη. Ἐκτός ἀπό τίς ἐσωτερικές ἐνδείξεις ὑπάρχουν καί ἐξωτερικές μαρτυρίες, ἤδη ἀπό τόν Ε´ αἰ. καί μετέπειτα, πού ἐπιβεβαιώνουν τό συμπέρασμα αὐτό.