ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

«Ὁ δέ, ἀκούσας ταῦτα, περίλυπος ἐγένετο·
 ἦν γάρ πλούσιος σφόδρα»

12έσα στήν ψυχή τοῦ κάθε χριστιανοῦ,  εἶναι βαθύς ὁ πόθος τῆς θρησκευτικότητας καίThe-Rich-Young-Man1 ἡ ἀγωνία γιά τήν λύτρωση. Ὁ πόθος νά γνωρίσουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού θά μᾶς ὁδηγήσει στόν οὐρανό. Τό κακό εἶναι ὅτι προσπαθοῦμε, μάταια, νά κάνουμε ἕναν ἀσυμβίβαστο συνδυασμό. Δηλαδή,  νά συμβιβάσουμε τήν κοσμική ζωή μέ τήν χριστιανική ζωή. Τήν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν μέ τήν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν τοῦ οὐρανοῦ. Καί αὐτά, καί ἐκεῖνα.
Κάπως τέτοια ἦταν καί ἡ ψυχική κατάσταση καί ἡ διάθεση τοῦ πλουσίου νεανίσκου τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, πού ἀκούσαμε. Κολυμποῦσε ὁ πλούσιος νεανίσκος μεταξύ τῶν ἐπιγείων καί ἐπουρανίων θησαυρῶν. Μεταξύ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν τῆς γῆς καί τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν τοῦ Παραδείσου.Μεταξύ Θεοῦ καί μαμωνᾶ.

Ἤθελε τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, στήν ὁποία καί πίστευε, ποθοῦσε ὅμως καί τά πλούτη τῆς γῆς, τά ὁποῖα κατεῖχε.
Ἤθελε τίς ἀνέσεις καί τήν δόξα τοῦ πλούτου, ἀλλά καί τήν λαμπρότητα καί τήν μακαριότητα τοῦ οὐρανοῦ.
Δέν μπόρεσε νά καταλάβει, ὅτι δέν γίνεται στήν πράξη νά εἶναι κάποιος δοῦλος τοῦ πλούτου καί ἐλεύθερος πολίτης τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὅταν ὁ καρδιογνώστης Κύριος τοῦ συνέστησε νά ἀπαλλάξει τόν ἑαυτό του ἀπό τά δεσμά τοῦ πλούτου καί νά γίνει Ἀπόστολος, ἐκεῖνος «ἀκούσας ταῦτα, περίλυπος ἐγένετο· ἦν γάρ πλούσιος σφόδρα».
Ὁ πλοῦτος, καί στήν περίπτωση αὐτή, τοῦ προκάλεσε μεγάλη λύπη, ἔγινε «περίλυπος», δηλ. καταπικράθηκε. Ἐάν ἀργότερα δέν μετανοοῦσε καί δέν προσπαθοῦσε νά ἐλευθερώσει τήν καρδιά καί τήν σκέψη του ἀπό τήν τυραννική κυριαρχία τοῦ πλούτου, ἡ λύπη του θά παρέμενε ἰσόβια καί συνεχῶς θά μεγάλωνε. Ὁ πόνος θά γινόταν ἀθεράπευτος καί θά συνεχιζόταν μέχρι καί τήν ἄλλη ζωή.
Αὐτές εἶναι κατά κανόνα οἱ καταστρεπτικές συνέπειες τοῦ πλούτου γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, πού εἶναι προσκολλημένος στήν ὕλη. Ὁ πλοῦτος, παρά τήν ἐπιφανειακή του λάμψη, εἶναι στήν πραγματικότητα σκοτασμός καί πηγή πόνων γιά τόν φιλάργυρο πλούσιο. Ἐνῶ ὑπόσχεται τήν εὐτυχία, φέρνει τήν δυστυχία. Τόσο ἐκεῖνοι πού δέν ἔχουν πλοῦτο, ποθοῦν καί ἀγωνίζονται γιά νά ἀποκτήσουν, ὅσο καί ἐκεῖνοι πού τόν ἔχουν ἀποκτήσει, ἄν θελήσουν νά μιλήσουν μέ εἰλικρίνεια, ἔχουν πολλά νά μᾶς διηγηθοῦν γιά τίς θλίψεις καί τίς πικρίες, πού προκαλεῖ ὁ πλοῦ-τος.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμόν καί παγίδαν καί ἐπιθυμίας πολλάς, ἀνοήτους καί βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τούς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καί ἀπώλειαν». (Α´ Τιμ. 6, 9) Ἐκεῖνοι δηλ. πού δέν εἶναι πλούσιοι, ἀλλά ποθοῦν καί ἀγωνίζονται νά ἀποκτήσουν μέ κάθε τρόπο πλούτη, ἐμπλέκονται σέ πολλούς πειρασμούς. Καταστρώνουν διάφορα σχέδια, κάνουν ἄδικους ὑπολογισμούς, πονηρούς συνδυασμούς, οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὁποίους ἀποτυγχάνουν καί τούς δημιουργοῦν ἔτσι στενοχώρια καί λύπη. Καί ἄν στό τέλος μπορέσουν καί πλουτίσουν, ἀντιμετωπίζουν ἄλλου εἴδους πειρασμούς καί πικρίες. Φοβοῦνται μήπως ἀποκαλυφθοῦν οἱ παράνομοι τρόποι πού χρησιμοποίησαν. Τρέμουν μήπως πέσουν στά χέρια τῆς δικαιοσύνης. Ἔχουν τύψεις συνειδήσεως. Δέν ἔχουν οὔτε λεπτό  ἡσυχίας καί ἠρεμίας.
Πιάστηκαν στήν παγίδα πού τούς ἔστησε ὁ διάβολος καί γίνονται δοῦλοι στό κακό. Κυριεύονται ἀπό πολλές, ἀνόητες καί βλαβερές ἐπιθυμίες, πού τούς ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια.
Γιά ὅσους ἐπιθύμησαν τόν ἁμαρτωλό πλοῦτο, ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει· «ἀπεπλανήθησαν ἀπό τῆς πίστεως καί ἑαυτούς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς». (Α´ Τιμ. 6, 10) Δηλαδή, ἐξέπεσαν ἀπό τήν πίστη τους, ἔχασαν τόν δρόμο τῆς σωτηρίας καί  ὁδηγήθηκαν σέ πολλούς πόνους καί μεγάλες ἀγωνίες.
Αὐτός πού ἀγαπᾶ τά χρήματα εἶναι δυνατόν νά παρασυρθεῖ στό κακό, στήν παράνοια καί νά γεύεται συνεχῶς τήν ταραχή, τήν πικρία καί τόν πόνο.
Ἀλλά κι ἐκεῖνος ὁ ἀσεβής πλούσιος, ὁ ὁποῖος εἴτε τά κληρονόμησε τά πλούτη του, εἴτε τά ἀπόκτησε, βρίσκεται σχεδόν στήν ἴδια κατάσταση.
Ἀντιλαμβάνεται ὅτι ὁ πλοῦτος του δέν τόν ἱκανοποίησε, ὅπως τό φανταζόταν. Ἀντίθετα, πέφτει σέ μελαγχολία καί θλίψη. Ἀηδιάζει καί ἀπογοητεύεται.
Τήν ματαιότητα τοῦ πλούτου καί τῶν ἀπολαύσεων μᾶς τήν περιγράφει πολύ παραστατικά ὁ προφήτης Σολομών. Ἄς τόν ἀκούσουμε:
«Ἐγώ, λέει, ἔκτισα οἰκοδομές μεγαλοπρεπέστατες γιά τόν ἑαυτό μου. Ἐφύτευσα ἀμπέλια. Περιέφραξα κήπους καί δενδρόκηπους, μέ κάθε εἴδους καρποφόρα δένδρα. Διέταξα καί κτίστηκαν δεξαμενές γιά νά ποτίζονται ἀπ’ αὐτές οἱ κῆποι μου. Ἀγόρασα δούλους καί δοῦλες. Συγκέντρωσα γιά τόν ἑαυτό μου ἀργύρια καί χρυσό, βασιλικούς θησαυρούς καί περιουσίες ὁλόκληρων περιοχῶν. Εἶχα γιά νά μέ διασκεδάζουν τραγουδιστές καί τραγουδίστριες,οἰνοχόους καί οἰνοχόες γιά νά μέ κερνοῦν κρασί. Γνώρισα ὅλες τίς διασκεδάσεις καί τίς ἀπολαύσεις τῶν ἀνθρώπων. Δέν στερήθηκα τίποτε ἀπ’ ὅσα ἔβλεπαν τά μάτια μου. Ἀπόλαυσα κάθε τι πού ἐπιθύμησε ἡ καρδιά μου».
Καί νά ὅμως, ὁ ἴδιος ὁ Σολομών, πού θεωρεῖται ὁ εὐτυχέστερος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, γεμᾶτος ἀπογοήτευση καί πικρία ὁμολογεῖ:
«Ἔπειτα ἀπ’ ὅλες αὐτές τίς τέρψεις καί τίς ἀπολαύσεις ἔρριξα ἕνα βλέμμα σέ ὅλα ὅσα ἔπραξα, σέ ὅσα κατασκεύασαν τά χέρια μου, σέ ὅλα ὅσα μέ κόπο καί ταλαιπωρία ἀγωνίστηκα νά ἀποκτήσω κι ἔβγαλα τό συμπέρασμα, ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι μάταια, ἄχρηστα καί προσωρινά».
Ἀξίζει, λοιπόν, γιά χάρη τοῦ πλουτισμοῦ νά χάσει κανείς τούς θησαυρούς τοῦ οὐρανοῦ;
Χάρη τῶν ἀπολαύσεων πού ὑπόσχεται ὁ πλοῦτος, καί οἱ ὁποῖες στήν πραγματικότητα εἶναι γεμᾶτες ἀπό πικρία, ταραχή καί καταστροφή, νά χάσει τήν αἰώνια χαρά καί ἀπόλαυση, πού μᾶς προσφέρει ὁ Κύριος καί Θεός μας;
Τί κέρδισε ὁ πλούσιος νεανίσκος, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας τοῦ πλούτου περιφρόνησε τήν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ; Κέρδισε τή θλίψη, τήν ἀπογοήτευση καί τήν καταδίκη.
Τί θά κέρδιζε ἄν ἀκολουθοῦσε τόν Χριστό; Τά πάντα. Θά γινόταν ἔνδοξος Ἀπόστολος. Τό ὄνομά του θά τιμοῦνταν καί θά δοξάζονταν ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Στό ὄνομά του θά κτίζονταν ναοί. Πρός τιμήν του θά ψάλλονταν ὕμνοι. Καί τό σπουδαιότερο! Θά κάθονταν σέ ἔνδοξο θρόνο στά δεξιά τοῦ Θεοῦ.
Τελειώνοντας ἀπευθύνομαι πρῶτα στόν ἑαυτό μου καί στήν συνέχεια σέ σᾶς, λέγοντας:
«Νά περιφρονίσουμε τίς ἐπίγειες ἀπολαύσεις καί τόν ἐπίγειο πλοῦτο καί νά ἐπιδιώξουμε μέ κάθε τρόπο τά οὐράνια ἀγαθά, τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας».


                                     

Εκτύπωση