Ο Νικηφόρος Θεοτόκης στόν Ενοριακό Άμβωνα

 

Κυριακοδρόμιον: ήτοι Ερμηνεία και μετ' αυτήν ηθικαί ομιλίαι εις τα κατά πάσαν Κυριακήν εν ταις αγίαις των ορθοδόξων χριστιανών εκκλησίαις αναγινωσκομένας πε- ρικοπάς των Ευαγγελίων και των Αποστόλων.
          Νικηφόρου Θεοτόκη του Αστραχανίου και Σταυρουπόλεως Αρχιεπισκόπου.

 

omikron 2 Νικηφόρος Θεοτόκης (Κέρκυρα 1731 - Μόσχα 1800) ήταν Έλληνας λόγιος και θεολόγος. Έγινε αρχιεπίσκοπος των νότιων επαρχιών της ρωσικής αυ- τοκρατορίας. Φυσικός πολυμαθής, έχαιρε σεβασμού στην Ελλάδα της επο- χής του ως Διδάσκαλος του Γένους.
Την εγκύκλια παιδεία έλαβε από τον Ιερεμία Καββαδία, ιερομόναχο, διδάσκαλο του Ευγένιου Βούλγαρη επίσης. Σε νεαρή ηλικία - περίπου 18 ετών - κατόπιν αναχώρησε για την Ιταλία όπου παρακολούθησε μαθήματα στα πανεπιστήμια της Πάντοβα και της Μπολώνια.
Το 1748 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου χρίστηκε ιερομόναχος. Φέρεται ότι το 1758 άνοιξε δική του σχολή στην Κέρκυρα, το «Κοινόν Φροντιστήριον» όπου δίδασκε μια ευρεία ποικιλία μαθημάτων: Έλληνική και Ιταλική λογοτεχνία, γραμματική, γεω- γραφία, ρητορική, φυσική, και μαθηματικά, καθώς και φιλοσοφία.
Εντέλει ο Νικηφόρος Θεοτόκης έλκυσε την προσοχή του Οικουμενικού Πα- τριάρχη Σαμουήλ Χαντζερή, ο οποίος τον όρισε ιεροκήρυκα της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, το 1756. Ωστόσο ο Θεοτόκης πέρασε την επόμενη δεκαετία μεταξύ της Λειψίας, όπου έκδωσε τα Φυσικά του και του Ιασίου.
Κατά την παραμονή του στην Λειψία εκλέχθηκε στον θρόνο του αρχιεπισκόπου Φιλαδελφείας, μια θέση που δεν αποδέχθηκε κατόπιν τριών χρόνων αλληλογραφίας με τους εκπροσώπους της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας. Οι όροι του για ανεξάρτητη λειτουργία της ορθόδοξης εκκλησίας έναντι των ενετικών αρχών και της καθολικής εκκλησίας δεν εισακούστηκαν, γεγονός που τον ανάγκασε σε οριστική παραίτησή του από το αξίωμα.
Κατά την διάρκεια της βασιλείας της Αικατερίνης Β' σημαντικός αριθμός ελλήνων λογίων προσκλήθηκε στην αυτοκρατορία για να βοηθήσει στη διαχείριση των νεοκατακτημένων εδαφών της Νέας Ρωσίας, στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας, τη σημερινή νότια Ουκρανία. Το 1776 κατέφθασε εκεί ο Νικηφόρος προσκεκλημένος του Ευγένιου Βούλγαρη, αρχιεπισκόπου «Σκλαβενίου και Χερ- σώνος». Ο Βούλγαρης αρχικά τον τοποθέτησε στο αρχιεπισκοπικό συμβούλιο της Παλτάβα και το 1779, παραιτούμενος από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, τον όρισε διάδοχό του, το 1779, όταν και παραιτήθηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Το 1782 μετατέθηκε στην αρχιεπισκοπή Αστραχανίου, όπου παρέμεινε έως 1792, οπότε αποσύρθηκε σε μεγάλη ηλικία πλέον στην μονή του Αγίου Δανιήλ, στην Μόσχα, ό- που και απεβίωσε το 1800.