ΜΕΡΟΣ 4ο – Εἰρηνικά, συνέχεια.

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ

ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΜΕΡΟΣ  4ο - Εἰρηνικά, συνέχεια.

Karaiskaki -Nebesnaya-Liturgiya1πὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Ὁ β´ χορός· Κύριε, ἐλέησον.

 

12έ τήν αἴτηση αὐτή ζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο ἡ εὐλογία τῆς ἀγάπης Του νά ἁπλωθεῖ στόν ἀέρα, στήν γῆ καί σ᾽ ὁλόκληρη τήν κτίση.
Ὁ ὁρατός κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό σάν βασίλειο τοῦ ἀνθρώπου. Πρῶτα δημιουργήθηκε ὁ κόσμος καί τελευταῖος ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλα αὐτά δημιουργήθηκαν γιά νά τά ἀντιλαμβάνεται ὁ ἄνθρωπος. Κορωνίδα τῆς δημιουργίας τῆς βασιλείας τοῦ κόσμου αὐτοῦ τοποθετήθηκε ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται ἀνάμεσα στόν Θεό καί στόν κόσμο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ βασιλιᾶς καί συγχρόνως ὁ ἱερέας τοῦ κόσμου. Ὁ ἄνθρωπος δέχεται ἀπό τόν Θεό τόν κόσμο σάν εὐλογία καί τόν ξαναπροσφέρει στόν Θεό σάν εὐχαριστία.

 

Ἀλλά καί μέ τήν αἴτηση  πού ἀναφέραμε πρό ὁλίγου ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό τρία πράγματα.

Πρῶτον: Τήν εὐκρασία τῶν ἀέρων, δηλαδή νά μᾶς δίνει ὁ Θεός ὑγιεινό καί καθαρό ἀέρα. Ὁ ἀέρας εἶναι ἀπαραίτητος γιά τήν ζωή, καί γιά τό φυτικό ἀλλά καί γιά τό ζωϊκό βασίλειο. Ἡ ἔλλειψη ἀέρα σημαίνει ἔλλειψη ὀξυγόνου ἄρα τά πάντα πεθαίνουν. Ὁ μολυσμένος ἀέρας προκαλεῖ διάφορες λοιμώξεις καί ἀρρώστιες. Ὁ δυνατός, ὁ πολύ ζεστός καί παγωμένος ἀέρας προκαλεῖ καταστροφές.
Δεύτερον: Τήν εὐφορία τῶν καρπῶν τῆς γῆς, δηλαδή ἡ γῆ νά παράγει πολλούς καί καλούς καρπούς. Γιά νά καρποφορήσει ἡ γῆ εἶναι ἀπαραίτητες μερικές προϋποθέσεις, ὅπως ἡ γονιμότητα τοῦ ἐδάφους, τά φυσικά καί χημικά λιπάσματα, ἡ ἐργατικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ βασικότερη ὅμως εἶναι ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, χωρίς αὐτήν δέν γίνεται τίποτα. Χρειάζεται ἥλιος, ἀέρας, βροχή. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ».
Τρίτον: Καιρούς εἰρηνικούς. Δηλαδή, γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά ἀπολαύσει ὅλα τά ἀγαθά τῆς ζωῆς πρέπει νά βασιλεύει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ἡ εἰρήνη. Σέ καιρούς πολέμου καί ἡ πιό πλούσια χώρα πεινᾶ καί δυστυχεῖ. Ἄλλοι σπέρνουν καί ἄλλοι θερίζουν. Οἱ πόλεμοι τοῦ 1922 (Μικρά Ἀσία) καί τοῦ 1940-41 (χρόνια Κατοχῆς) εἶναι ζωντανά παραδείγματα. Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας παρακινεῖ τούς πιστούς νά προσεύχονται στόν Θεό νά δίνει καιρούς εἰρηνικούς.

πὲρ πλεόντων, ὁδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αἰχμαλώτων

καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Ὁ β´ χορός· Κύριε, ἐλέησον.

Μέ τήν παραπάνω δέηση βλέπουμε τήν Ἐκκλησία μας πόσο πονάει καί συμπονάει, πόσο συμπάσχει μέ ὅλα τά παιδιά της. Πῶς συμμερίζεται τίς ἀνάγκες τους καί ἔρχεται αὐτεπάγγελτος βοηθός, παρήγορος καί συμπροσευχητής. Γι᾽ αὐτό καί μέ τήν δέηση αὐτή προσεύχεται:

α) Ὑπέρ πλεόντων:

Προσεύχεται γιά κείνους οἱ ὁποῖοι γιά διαφόρους λόγους βρίσκονται μέσα στήν θάλασσα. Εἴτε γιά νά ζήσουν τήν οἰκογένειά τους καί νά βγάλουν τό ψωμί τῶν παιδιῶν τους εἴτε γιατί ταξιδεύουν. Χιλιάδες ἐπιβάτες ταξιδεύουν μέσα στήν θάλασσα μέ τά καράβια. Ἴσως κάποιο ἀπ᾽ αὐτά νά κινδυνεύει λόγω τρικυμίας ἤ ἄλλης αἰτίας. Ἄν καί βρισκόμαστε μακρυά μποροῦμε νά βοηθήσουμε μέ τήν προσευχή μας.

β) Ὑπέρ ὁδοιπορούντων:

Ὑπάρχουν ὅμως καί ἐκεῖνοι πού ταξιδεύουν στήν στεριά. Κι αὐτοί σήμερα πού ταξιδεύουν κινδυνεύουν περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή. Τά αὐτοκινητιστικά δυστυχήματα ἔχουν αὐξηθεῖ σέ μεγάλο βαθμό. Φεύγει κανείς καί δέν γνωρίζει ἄν θά γυρίσει ζωντανός. Τά περισσότερα αὐτοκινητιστικά ἀτυχήματα γίνονται τίς Κυριακές.

γ) Ὑπέρ ἱπταμένων:

Ἐκτός ὅμως ἀπό ἐκείνους πού ταξιδεύουν στήν θάλασσα καί στήν στεριά, ὑπάρχουν κι ἐκεῖνοι πού ταξιδεύουν στόν ἀέρα. Κι αὐτοί κινδυνεύουν ἀπό ἀεροπορικά δυστυχήματα. Ἡ δέησή μας θά πρέπει νά περιλαμβάνει κι αὐτούς.

δ) Ὑπέρ νοσούντων:

Ἄς σκεφθοῦμε ὅτι μέσα σέ νοσοκομεῖα καί κλινικές ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού πονᾶνε καί ὑποφέρουν, χωρίς νά ἔχουν κάποιον νά τούς παρηγορήσει καί νά τούς προσφέρει τήν παραμικρή βοήθεια. Ἴσως κάποιος βαριά ἄρρωστος νά παλεύει μέ τόν θάνατο. Ἡ προσευχή μας ἔχει τή δύναμη νά τούς σώσει.

ε) Ὑπέρ καμνόντων:

Ὑπάρχουν ἀκόμα τόσοι καί τόσοι ἄνθρωποι πού δουλεύουν σέ σκληρές καί ἀνθυγιεινές δουλειές. Πολλές φορές ἐργάζονται καί μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς του (ἀνθρακωρυχεῖα καί μεταλλεῖα). Ἀξίζει νά προσευχηθοῦμε καί γι᾽ αὐτούς τούς ἀφανεῖς ἥρωες πού μοχθοῦν γιά τήν κοινωνία.

στ) Ὑπέρ τῶν αἰχμαλώτων:

Ἕνα ἀπό τά μεγάλα προνόμια καί ἀγαθά πού ἔδωσε ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους εἶναι καί ἡ ἐλευθερία (στήν σκέψη καί στήν πράξη). Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος πού πρῶτος παραχώρησε τήν ἐλευθερία στόν ἄνθρωπο. Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος πού σέβεται τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Δέν καταπιέζει καί δέν ὑποχρεώνει κανέναν. «Ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν». Ὁ ἄνθρωπος ἄν καί ἀφήνεται ἐλεύθερος εἶναι συγχρόνως ὑπεύθυνος καί ὑπόλογος γιά τήν κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας του.
Νά ὅμως πού ὄχι μόνο στά παλιά χρόνια, ἀλλά καί στίς μέρες μας ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού στεροῦνται τό προνόμιο τῆς ἐλευθερίας καί βρίσκονται αἰχμάλωτοι καί σέ καταναγκαστικά ἔργα. Ἀξίζει νά θυμόμαστε τούς ἀδελφούς μας στήν Κύπρο καί στήν Βόρειο Ἤπειρο, πού στενάζουν ἀπό τήν πίεση τῆς ἀπιστίας.
Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε πώς ὅ,τι κάνουμε γιά τούς πονεμένους ἀδελφούς μας τό κάνουμε στόν Ἴδιο: «ἐμοὶ ἐποιήσατε». (Ματθ. 24, 40) Καί οἱ πιστοί καθώς προσφέρουν τήν ἀγάπη τους στούς πονεμένους νιώθουν πώς τήν προσφέρουν στόν Χριστό.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος γράφει: «Μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ, βρίσκεται ἡ εὐθυμία τῶν πικραμένων, στήν Ἐκκλησία ἡ παρηγοριά τῶν βασανισμένων, στήν Ἐκκλησία βρίσκεται ἡ εὐχαρίστηση τῶν λυπημένων, ἡ ἀνάπαυση τῶν κουρασμένων». Ἄλλωστε ὁ Χριστός λέει: «Δεῦτε πρὸς με πάντες οἱ κοπιῶν-τες καὶ πεφορτισμένοι κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Ἐλᾶτε σέ μένα ὅλοι ἐσεῖς πού κοπιάζετε, πού εἶστε φορτωμένοι θλίψεις καί πόνους, ὅλοι ἐσεῖς πού εἶστε κυνηγημένοι γιά τό δικό μου ὄνομα. Ἐγώ θά σᾶς ξεκουράσω καί θά σᾶς ἀπαλλάξω ἀπό τό δυσβάστακτο αὐτό φορτίο σας.
Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος σέ ἄλλο σημεῖο τονίζει: «Ὁ Χριστός ποὺ κοινωνοῦμε γιατρεύει τοὺς ἀρρώστους, ξεκουράζει τοὺς κουρασμένους, συμπλέει μὲ τοὺς πλέοντας, συνοδεύει τοὺς ὁδοιπόρους τῆς ζωῆς». (Θεία Λειτουργία. Εὐχή τῆς κεφαλοκλισίας)

πὲρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καὶ ἀνάγκης

τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Ὁ β´ χορός· Κύριε, ἐλέησον.

Πόσο ἄδικο ἔχουν ὅσοι κατηγοροῦν τήν θρησκεία μας λέγοντας, ὅτι αὐτή δέν ζεῖ τόν ρυθμό καί τόν σφυγμό τῆς ζωῆς τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, ὅτι βρίσκεται μακρυά καί πίσω ἀπό τόν ἄνθρωπο. Νομίζουν ὅτι μόνο ὅταν κατεβαίνει κανείς στό πεζοδρόμιο ζεῖ τήν ἀγωνία καί τόν πόνο τοῦ σύχρονου ἀνθρώπου, καί συμμετέχει στά κοινωνικά προβλήματα.
Τό πόσο μετέχει ἡ Ἐκκλησία μας ὄχι μόνο στήν χαρά, ἀλλά κυρίως στόν πόνο καί στήν θλίψη τῶν ἀνθρώπων φαίνεται ἀπό τίς προσευχές καί τίς δεήσεις πού κάνει γιά τίς κατηγορίες αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων.
Ὄχι μόνο τά ἀτομικά μας προβλήματα, ἀλλά κυρίως τά κοινωνικά προβλήματα δέν λύνονται μέ τίς πορεῖες καί τίς ἐκδηλώσεις, θά λυθοῦν μόνο μέ τόν πνευματικό ἀγώνα. Ἄλλωστε τό τονίζει καί ὁ Κύριός μας: «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσετε ἡμῖν».

α) Ὑπέρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης θλίψεως:

Στενοχώριες καί θλίψεις δοκιμάζει ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν οἰκογένεια. Ὑπάρχουν ἄνδρες πού ὑποφέρουν ἀπό τίς γυναῖκες τους. Ὑποφέρουν ἀπό τήν ἰδιοτροπία τους καί ἀπό τήν γλώσσα τους, πού τούς πικραίνει καθημερινά. Ἀλλά ὑπάρχουν καί γυναῖκες νοικοκυρές καί τίμιες, πού ὑ-ποφέρουν ἀπό τούς ἄντρες τους πού πίνουν καί μεθοῦν καί χαρτοπαίζουν ἤ ζοῦν μέσα στήν ἀνηθικότητα.
Ὑπάρχουν πατέρες καί μητέρες πού δοκιμάζουν πολλές θλίψεις ἀπό τά παιδιά τους, πού δέν ὑπακοῦν καί οὔτε τούς σέβονται. Ἀλλά ὑπάρχουν καί παιδιά πού ὑποφέρουν ἀπό τήν σκληρότητα, τήν ἀπιστία καί τήν ἀσέβεια τῶν γονέων τους, πού ὀργίζονται, βρίζουν καί βλαστημοῦν τά παιδιά τους ὅταν τά βλέπουν νά εἶναι παιδιά τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅταν τά παιδιά τους νυχτοπερπατοῦν δέν νοιάζονται, ἀλλά ὅταν πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία ἀρχίζουν τίς παρατηρήσεις κι ἀλλοίμονο ἄν κάποιος νέος ἐκφράσει τήν ἐπιθυμία νά γίνει κληρικός ἤ κυρίως νά ἀκολουθήσει τόν μοναχισμό. Τότε τά βάζουν ὄχι μόνο μέ τά παιδιά τους, ἀλλά καί μέ τήν Ἐκκλησία καί κυρίως μέ κάποιον κληρικό στόν ὁποῖο θέλουν νά φορτώσουν τήν εὐθύνη.
Πόσες θλίψες δοκιμάζει ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν οἰκογένειά του! Πόσα δάκρυα χύνονται κάθε μέρα ἀπό τά μάτια τῶν συζύγων, τῶν γονέων καί τῶν παιδιῶν.
Στενοχώριες καί θλίψεις δοκιμάζει ὁ ἄνθρωπος καί ἔξω ἀπό τήν οἰκογένεια. Ἀπό ἀνθρώπους μέ τούς ὁποίους εἶναι ὑποχρεωμένος νά συνεργάζεται. Σπάνια οἱ σχέσεις μέ ἄλλους ἀνθρώπους εἶναι ὁμαλές καί εἰρηνικές. Καθημερινά γίνονται συγκρούσεις.
Ἀλλά ποιός θά μπορέσει ποτέ νά περιγράψει ὅλες τίς θλίψεις τῆς ἀνθρωπότητας; Ὑπάρχουν θλίψεις πού φαίνονται, ἀλλά ὑπάρχουν καί θλίψεις πού δέν φαίνονται. Ἄν μποροῦσε κανείς νά μαζέψει τά δάκρυα πού ἔχυσαν καί χύνουν καθημερινά οἱ ἄνθρωποι, σ᾽ ὁλόκληρο τόν κόσμο, θά ἔφτιαχνε μία λίμνη δακρύων.

β) Ὑπὲρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ὀργῆς:

Ἡ αἰτία μέ τήν ὁποία προκαλοῦμε τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας. Ἄς θυμηθοῦμε τόν Ἰσραηλιτικό λαό. Ἦταν ὁ ἀγαπητός, ὁ περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ γι᾽ αὐτό τούς παραχωροῦσε πλούσια τά ἀγαθά του καί τούς γλύτωνε ἀπό συμφορές καί κινδύνους. Κάθε φορά ὅμως πού ξεχνοῦσαν τόν Θεό καί ζοῦσαν μέσα στήν εἰδωλολατρεία ἡ ὁργή τοῦ Θεοῦ ἔπεφτε ἐπάνω τους μόνο καί μόνο νά τούς συνετίσει καί νά τούς ἐπαναφέρει στή λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔλεγε ὅτι: «Ἐξ᾽ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας ἔχει ξεσπάσει ἐπάνω μας ἡ ὁργή τοῦ Θεοῦ καί τιμωροῦμαστε. Ἂν δέν προσέξουμε καί ἐξακολουθοῦμε νά ἁμαρτάνουμε καί δέν μετανοήσουμε, τότε ἀλλοίμονο σέ μᾶς καί σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα».
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος λέγει ὅτι ἡ ὁργή τοῦ Θεοῦ ἐκδηλώνεται μέ δύο τρόπους:
1) Ἐγκαταλείπει τόν ὑπερήφανο στά χέρια τῶν ἐχθρῶν του καί ἔτσι αἰσθάνεται τήν ἀδυναμία του καί τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ.
2) Ἄν δέν ταπεινωθεῖ τότε ὁ Θεός τοῦ ἀφαιρεῖ ὅλα τά χαρίσματα.

γ) Ὑπὲρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ παντὸς κινδύνου.

Κάθε καινούργια μέρα πού ἔρχεται ἀνακαλύπτουμε καινούργιους κινδύνους πού ἀπειλοῦν τήν ζωή μας. Μαθαίνουμε ἀδιάκοπα γιά θεομηνίες, πολέμους, δυστυχήματα, ἐγκλήματα. Αὐτή ἡ γνώση μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀβεβαιότητα, τήν ἀνησυχία, τό ἄγχος.
Νιώθουμε ἀνασφάλεια μέσα στό σπίτι μας. Ἕνας ἀδιάκοπος φόβος κυριαρχεῖ στήν ψυχή τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Μιά καχυποψία. Δέν ξέρει ἀπό ποιόν, πότε καί πῶς θά κινδυνεύσει.
Ἄν θέλουμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν φοβία, τούς κινδύνους καί τό ἄγχος, ἡ μοναδική λύση, εἶναι νά ἐμπιστευθοῦμε τόν ἑαυτό μας στόν Θεό.

δ) «Ὑπὲρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνάγκης».

Παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τίς διάφορες ὑλικές ἀνάγκες τῆς ζωῆς. Αὐτές τίς ἀνάγκες τίς νιώθει ἰδιαίτερα ὁ σημερινός ἄνθρωπος, γιατί ἐνῶ ζεῖ σέ μιά κοινωνία πού ἔχει ἰκανοποιήσει μέ τό παραπάνω ὅλες του τίς ἀνάγκες, συνεχῶς παρουσιάζονται καί καινούργιες. Μοιάζουν οἱ ἀνάγκες μας σάν τά κεφάλια τῆς Λερναίας Ὕδρας.
Ὅλες αὐτές οἱ θλίψεις στήν ἀρχή μᾶς δημιουργοῦν κάποια λύπη. Ἄν ἐμεῖς δεχθοῦμε χαρούμενα τήν πρόσκαιρη αὐτή λύπη, ὕστερα ἀπολαμβάνουμε καρπούς εἰρηνικούς. Ἔρχεται στήν ζωή μας ἡ εἰρήνη. Ἔρχεται ὁ Χριστός, ὁ νικητής τοῦ πόνου καί τοῦ θανάτου.

ντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.

Ὁ β´ χορός· Κύριε, ἐλέησον.

ἄνθρωπος σήμερα παρουσιάζεται σάν ἕνα παντοδύναμο ὄν. Κατόρθωσε πράγματα πού σέ προηγούμενες γενιές φαινόντουσαν ὄνειρα. Ἀνέβηκε στό φεγγάρι καί προσπαθεῖ νά πετάξει καί σ᾽ ἄλλα ἀστέρια. Γεμᾶτος ὑπερηφάνεια γιά ὅ,τι πέτυχε περιφρονεῖ τήν πίστη τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων καί εἶναι σάν νά λέγει πρός τόν Θεό: «Θεέ, δέν σέ χρειάζομαι πιά. Θεός εἶναι ἡ ἐπιστήμη. Θεός εἶναι ὁ ἄνθρωπος». Παρ᾽ ὅλες ὅμως τίς καταπληκτικές ἐφευρέσεις καί ἀνακαλύψεις, δέν παύει νά εἶναι ἕνα πλάσμα ἀδύναμο.
Ἀπόδειξη εἶναι ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος. Ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει σωματικά, ἀλλά κυρίως κινδυνεύει ψυχικά. Ὁ ψυχικός κίνδυνος εἶναι ἡ ἁμαρτία.
Ὁ μοναδικός τρόπος γιά νά νικήσει τήν ἁμαρτία εἶναι νά πιστέψει στόν Θεό καί νά ζήσει κατά Θεόν. Παράδειγμα εἶναι οἱ δύο ληστές πού συσταυρώθηκαν μέ τόν Χριστό. Καί οἱ δύο νικήθηκαν στό σῶμα γιατί θανατώθη-καν. Στό θέμα τῆς ψυχῆς ὅμως ὁ ἕνας σώθηκε καί ὁ ἄλλος καταδικάστηκε γιατί ὁ μέν πρῶτος πίστεψε στόν Θεό, ἐνῷ ὁ ἄλλος περιφρόνησε τόν Θεό. Ἡ σωτηρία, λοιπόν, τῆς ψυχῆς μας ἐξαρτᾶται ἀπό δύο παράγοντες:
α) Ἀπό τήν κοινή χρήση τῆς ἐλευθερίας μας. Νά πιστέψουμε δηλαδή τόν Χριστό ὡς Θεό καί Σωτῆρα.
β) Ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεού. Χωρίς τήν χάρη τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε.

Τῆς παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου, δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.

Μέ τήν δέηση αὐτή ὁ Ἱερέας ἐκ μέρους ὅλων τῶν πιστῶν ἀπευθύνεται στό πρόσωπο τῆς Μητέρας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν προσφωνεῖ μέ τά ἐπίθετα: «Παναγία - Ἄχραντο - Ὑπερευλογημένη - Ἔνδοξη - Δέσποινα - Θεοτόκο - Ἀειπάρθενο». Ἐκτός ὅμως ἀπό τό πρόσωπο τῆς Παναγίας ἐπικαλεῖται καί ὅλους τούς Ἁγίους. Τό κεντρικό ὅμως νόημα ὅλης αὐτῆς τῆς δέησης εἶναι ἡ φράση: «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».
Νά τί λέγει γιά τήν δέηση αὐτή ὁ ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας Νικόλαος Καβάσιλας: «Μέ τό στόμα τοῦ Λειτουργοῦ ἡ Ἐκκλησία μᾶς προτρέπει νά ἐμπιστευθοῦμε στόν Κύριο τήν ζωή μας καί τήν ζωή τῶν ἀδελφῶν μας». Ἡ ἀνθρωπολογική γέννηση τοῦ Χριστοῦ μᾶς προτρέπει νά τοῦ προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας γιά νά γίνει κατοικία Του. Τό νά ἀποθέσουμε τήν ζωή μας στόν Θεό δέν εἶναι κάτι πού γίνεται εὔκολα.
Γιατί δέν ἀρκεῖ μόνο νά τό ποῦμε ἐμεῖς, ἀλλά θά πρέπει νά τό θέλει καί ὁ Θεός, νά ἔχουμε δηλαδή τήν συγκατάθεση τοῦ Θεοῦ. Γιά νά μπορέσουμε νά ἐπιτύχουμε τήν προσφορά τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν ἀδελφῶν μας στόν Θεό, ζητοῦμε τήν βοήθεια καί τήν μεσιτεία τῶν Ἁγίων καί τῆς Παναγίας. «Ὅπως ἡ Παναγία σέ ἡλικία τριῶν ἐτῶν ἀφιερώθηκε στόν Θεό καί ἔγινε ὁ ἔμψυχος θρόνος Του, ἔτσι καί ὁ κάθε πιστός προσφέρεται στόν Κύριο γιά νά γίνει κατοικία τοῦ Θεοῦ».
Γιά νά ἀποθέσουμε τόν ἑαυτό μας στόν Κύριο πρέπει ἡ ἀγάπη μας γιά τούς ἀδελφούς μας νά εἶναι ἴση μέ τήν ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας. Τότε ὁ ἄλλος ἀδελφός μας γίνεται ἄλλος ἑαυτός μας. «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεὸν σου καὶ τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν». Πάνω σ᾽ αὐτές τίς δύο ἐντολές κρέμονται ὁ νόμος καί οἱ Προφῆτες. Τότε παραθέτοντας τόν ἑαυτό μας στόν Θεό, παραθέτουμε καί τούς ἀδελφούς μας. Μέ ὁδηγό τήν ἀγάπη παραθέτουμε ἑαυτούς καί ἀλλήλους στό πέλαγος τῆς Θείας Ἀγάπης.

Τήν στιγμή πού ὁ Διάκονος ἤ ὁ Ἱερέας λέγουν «Τῆς παναγίας, ἀχράντου...», ὅταν ἐκφωνοῦν τά Εἰρηνικά ἤ τίς Συναπτές, οἱ ψάλτες παρεμβαίνουν καί ψάλλουν χαμηλόφωνα τό «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς». Πρέπει νά λέγεται ἤ ὄχι; Δογματικά εἶναι ὀρθό ἤ πρέπει νά λέγεται τό «Ὑπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν»;

Ὁ στίχος «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς» ἐμφανίζεται ὡς πρόψαλμα τοῦ εἱρμοῦ τῆς θ΄ ᾠδῆς τοῦ κανόνα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ «Μυστικός εἶ Θεοτόκε» στόν κώδικα Ἀθηνῶν 2026 τοῦ ιδ´ αἰώνα. Προβλέπεται καί ἀπό τά νεώτερα Τυπικά ὡς στίχος στά Θεομητορικά τροπάρια τῶν κανόνων, στούς κανόνες τῶν Θεομητορικῶν ἑορτῶν καί τῆς Παρακλητικῆς. Ἀκόμα προτάσσεται στά τροπάρια τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου καθώς ἐπίσης καί στούς Παρακλητικούς κανόνες.
Αὐτό σημαίνει πώς ὁ στίχος αὐτός καί ὀρθῶς ἔχει στήν δογματική του διατύπωση καί ὀρθῶς λέγεται στήν θεία Λατρεία, ὅπου βέβαια προβλέπεται νά λεχθεῖ.
Ἀπό ἐπίδραση ὅμως τῶν παραπάνω περιπτώσεων, ὡς δεῖγμα εὐλάβειας πρός τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, καθιερώθηκε νά λέγεται, ὅταν ἐκφωνοῦνται τά Εἰρηνικά καί οἱ Συναπτές. Αὐτό δείχνει ὅτι εἶναι μία μεταγενέστερη συνήθεια, ἡ ὁποία δέν δικαιολογεῖται ἀπό τήν λειτουργική μας παράδοση. Σέ κανένα χειρόγραφο ἤ ἔντυπο δέν ἀναφέρεται ἡ παρεμβολή αὐτή, γι’ αὐτό καί δέν εἶναι ὀρθό νά λέγεται ἡ ἐπιφώνηση αὐτή ἀπό τούς ψάλτες. Ἐκτός αὐτοῦ, διακόπτει μέ μία ἄσκοπη παρεμβολή τήν ἑνότητα τῆς Διακονικῆς προτροπῆς πρός τόν Λαό, ἐπισκιάζοντας ἔτσι τό ὅλο νόημά της καί μεταθέτοντας τό βάρος της ἀπό τόν Χριστό, στόν ὁποῖο καί παραθέτουμε τήν ζωή μας, στίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου. (Ἰ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς Ἀπορίας, ἐρώτ. 285) «Ὡσαύτως οὐ λέγομεν “Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς”, ἀλλά σιωπῶντες ποιοῦμεν τό σημεῖον τοῦ σταυροῦ. Οὕτω καί ἐν τῇ Μεγ. Ἐκκλησίᾳ». (Δοσιθέου Ἀρχιμ., Διάταξις τῆς Ἀγρυπνίας, σ. 29, παρ. 27, Ἱερά Μονή Τατάρνης)

Ὁ β´ χορός· Σοί, Κύριε. (ἀργὰ)

Στήν προγούμενη δέηση εἴδαμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας μέ τό στόμα τοῦ Ἱερέα ἐπικαλεῖται τήν μεσιτεία τῶν Ἁγίων καί τῆς Παναγίας. Συγχρόνως προτρέπει τούς πιστούς νά μιμηθοῦν τό παράδειγμα τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία τριετῆς ἀκόμη ἀφιέρωσε τόν ἑαυτό της στόν Θεό, μέ τά παρακάτω λόγια: «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν, Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Σ᾽ αὐτή τήν προτροπή τῆς Ἐκκλησίας ὁ ψάλτης ἐκ μέρους τῶν πιστῶν ἀπαντᾶ μέ δυό λέξεις: «Σοὶ Κύριε».
Μέ τήν ἀπάντηση αὐτή δίνουμε ὑπόσχεση στόν Θεό πώς σ᾽ αὐτόν ἐμπιστευόμασε καί ἀφιερώνουμε τήν ὕπαρξή μας. Ἄλλωστε ἡ πρώτη ὑπόσχεση τῆς ἀφιερώσεώς μας στόν Θεό δόθηκε λίγο πρό τῆς βαπτίσεώς μας ὅταν στήν ἐρώτηση τοῦ Ἱερέα «Συντάσσῃ τῷ Χριστῷ» ὁ ἀνάδοχος ἀπαντᾶ «Συντάσσομαι».
Τό ἐρώτημα εἶναι ἄν ὅ,τι ὑποσχεθήκαμε στόν Θεό κατά τήν βάπτισή μας καί ὅ,τι τοῦ ὑποσχόμαστε στήν θεία Λειτουργία τό ἐφαρμόζουμε. Τόση θά πρέπει νά εἶναι ἡ ἀφοσίωσή μας στόν Θεό ὥστε, ἄν χρειαστεῖ νά δώσουμε ἀκόμη καί τήν ζωή μας γιά τήν Δόξα τοῦ Θεοῦ.


Εκτύπωση   Email