ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

«Ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε,

ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται.»

7σημερινή Εὐαγγελική περικοπή τοῦ Παραλύτου, μᾶς παρουσιάζει δυό συναντήσεις. Δυό συναντήσεις τῶν ἴδιων προσώπων. Τά δυό πρόσωπα πού συναντιόνται εἶναι παράλυτος καί Χριστός. Καί τίς δυό φορές μεταξύ τους γίνε­ται ἕνας διάλογος. Τήν πρώτη φορά ὁ Χριστός βρίσκει τόν παράλυτο, κατάκοιτο ἐπάνω στό κρεβάτι 38 ὁλόκληρα χρόνια, καί τόν ρωτᾶ ἄν θέλει νά γίνει καλά: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι»; Τήν δεύτερη φορά τόν συναντᾶ, ὕστερα ἀπό τό θαῦμα, ὑγιή πλέον, μέσα στόν ναό. Αὐτή τήν φορά δέν τόν ρωτᾶ· τόν προστάζει. Καί τί τοῦ λέγει; «Ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται».

Τά λόγια αὐτά τοῦ Χριστοῦ κρύβουν δυό μεγάλες ἀλήθειες. Ἡ μιά ἀλήθεια διακηρύσσει τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός εἶχε δεῖ τόν παράλυτο καθηλωμένο, ἀκίνητο ἐπάνω στό κρεβάτι. Πῶς, λοιπόν, τοῦ λέγει «Μηκέτι ἁμάρτανε»; Ποῦ καί πότε τόν εἶδε να ἁμαρτάνει; Εἶναι δυνατόν ἕνας παράλυτος, καί μάλιστα σ᾽ αὐτή τήν κατάσταση, νά διαπράττει αἰσχρές πράξεις καί μεγάλα ἁμαρτήματα, πού νά προκαλοῦν τήν τιμωρία τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς ὄχι. Τότε γιατί τοῦ λέγει ὁ Χριστός, στό ἑξῆς, νά μήν ἁμαρτάνει;

Ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος δέν ἁμάρτησε σάν παράλυτος. Εἶχε ἁμαρτήσει πρίν ἀρρωστήσει. Πρίν 38 χρόνια εἶχε ζήσει ζωή ἁμαρτωλή. Εἶχε ζήσει μιά ζωή, πού καί οἱ γεροντότεροι θά τήν εἶχαν ξεχάσει. Ὅσοι ἔβλεπαν τόν παράλυτο τῆς Βηθεσδά, τόν ἔβλεπαν μέ μάτια ἀνθρώπινα. Τόν ἔβλεπαν σάν ἕναν ἀξιοσυμπάθητο ἄνθρωπο. Μά ὁ Χριστός δέν εἶναι μονάχα ἄνθρωπος, εἶναι καί Θεός. Καί σάν Θεός γνωρίζει ὅλα τά κρύφια τῆς καρδιᾶς μας. Γνωρίζει ὅσα πράξαμε στό παρελθόν, ὅσα πράτ­τουμε σήμερα, ὅσα θά πράξουμε στό μέλλον.

Καί στήν περίπτωση τοῦ παραλύτου ἤξερε ὅλο τό παρελθόν τῆς ζωῆς του. Ξεφύλλισε τό βιβλίο τῆς ζωῆς του καί γύρισε 38 χρόνια πίσω. Καί εἶδε! Τί εἶδε; Εἶδε ἕναν νέο νά ζεῖ ζωή ἀκόλαστη. Εἶδε ὅλες τίς λεπτομέρειες τῆς ἄτακτης νιότης του.

Ὁ Χριστός, τά εἶδε ὅλα αὐτά γιατί εἶναι παντογνώστης·καί εἶναι παντογνώστης, γιατί εἶναιΘεός.

Ἡ δεύτερη ἀλήθεια πού κρύβουν οἱ δυό αὐτές λέ­ξεις ἀποδεικνύει, ὅτι ὁ παράλυτος δέν γνώριζε τόν Χριστό. Ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι τόν ρώτησαν «Τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ περιπάτει;», ποιός δηλαδή, εἶναι αὐτός πού σοῦ ἔδωσε τήν προσταγή καί σοῦ εἶπε νά σηκώσεις στόν ὦμο σου τό κρεβάτι, ὁ παράλυτος δέν ἤξερε νά ἀπαντήσει. «Οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν». Δέν γνώριζε ποιός ἦταν αὐτός πού τόν ἔκανε καλά καί τοῦ εἶπε νά σηκώσει τό κρεβάτι του. Δέν γνώριζε τόν Χριστό.

Ὁ Χριστός ὅμως τόν γνώριζε. Καί τόν γνώριζε πολύ καλά. Γνώριζε τό ἁμαρτωλό παρελθόν του. Γνώριζε σέ τί ἁμαρτίες καί ἀσωτίες εἶχε πέσει. Καί γνώριζε ἀκόμα – προσέξτε, γιατί ἐδῶ βρίσκεται ἡ δεύτερη ἀλήθεια τῶν δύο λέξεων – γνώριζε ὁ Χριστός ὅτι ἡ ἀρρώστια τοῦ παραλύτου ἦταν ἀποτέλεσμα τῶν ἁμαρτιῶν του. «Μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται». Τόν προειδοποιεῖ ὁ Χριστός λέγοντάς του, πρόσεξε, γιατί ὅ,τι σοῦ συνέβη, ὀφείλεται στίς ἁμαρτίες σου καί ἄν δέν μετανοήσεις θά πάθεις χειρότερα.

Οἱ τρέλες τῆς νιότης του πληρώθηκαν πολύ ἀκριβά Τό παραστρά­τημα στίς σαρκικές ἁμαρτίες προκάλεσε τήν παραλυσία τοῦ σώμα­τος. Οἱ πολλές καταχρήσεις τόν καθήλωσαν ἐπάνω στό κρεβ­βάτι τοῦ πόνου καί τῆς παραλυσίας. Προσέξτε! Λίγα χρόνια ἁμάρτησε πολλά χρόνια ὅμως τιμωρήθηκε. Γιά τά λίγα χρόνια τῆς τρελῆς νιότης του πλη­ρώθηκε μέ 38 χρόνια παράλυτης ζωῆς. Στά χρόνια αὐτά τῆς παραλυσίας πόσες φορές δέν θά σκέφθηκε τίς ἁμαρτίες τῆς νιότης του! Πόσες φορές δέν θά μετάνιωσε καί δέν θά ἔκλαψε γιά τίς ἁμαρτίες του!

Σκεφθήκαμε ποτέ, προβληματιστήκαμε ποτέ, μᾶς ἀπασχόλησε ποτέ τό θέμα: Ποῦ ὀφειλέται ἡ ἀρρώστια; Τό γιατί ἁμαρτάνουμε; Ποιές εἶναι οἱ αἰτίες, πού προκαλοῦν τήν ἀρρώστια; Γιατί ἡ ἀρρώστια νά κάνει θλιβερή τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου;

Ἄς ξεκαθαρίσουμε τά πράγματα καί ἄς τά βάλλουμε στήν σωστή τους θέση, σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Ὑπάρ­χουν ἀρρώστιες, τίς ὁποῖες ὁ Θεός δέν τίς στέλνει στούς ἀνθρώπους σάν τιμωρία, ἀλλά τίς στέλνει σάν δοκιμασία. Ὅπως ἀκριβῶς τό χρυσάφι πέφτει μέσα στό ἀναμμένο καμίνι, γιά νά γίνει πιό καθαρό καί νά λάμψει περισσότερο. Τό ἴδιο καί ἡ ἐκλεκτή ψυχή. Πέφτει μέσα στό καμίνι τῶν θλίψεων, μέσα στό καμίνι κάποιας ἀρρώστιας, καί μέσα ἀπό αὐτό τό καμίνι βγαίνει πιό καθαρή, πιό ἁγνή, πιό λαμπερή. Σέ ἕνα ἀπό τά τροπάρια τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου ἀναφέρονται τά ἑξῆς: «Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, τὰς ἐν κόσμῳ θλίψεις, καὶ τὰ τῶν ἐχθρῶν παλαίσματα, ὡς χωνευτήριον τίμιον ἡτοιμάσατο».

Ὑπάρχουν, δηλαδή ἀρρώστιες πού τίς επι­τρέπει ὁ Θεός γιά δοκιμασία τῶν ἐκλεκτῶν παιδιῶν του. Ἀρρώστιες πού χρειάζονται ὑπομονή. Χωρίς γογγυσμό, νά σηκώσεις τόν σταυρό τῆς ἀρρώστιας πού παραχώρησε ὁ Θεός, ὅπως ἀκριβῶς καί στήν περίπτωση τοῦ Ἰώβ .

Ὁ Θεός γιατί ἐπέτρεψε νά βροῦν τόν Ἰώβ τόσες ἀρρώστιες; Γιά τιμωρία; Ὄχι. Ἁπλά γιά νά τόν δοκιμάσει. Καί τόν δοκίμασε. Τόν δοκίμασε, καί μάλιστα τόν δοκίμασε σκληρά. Ἡ μία ὑστέρα ἀπό τήν ἄλλη τοῦ ἦρθαν οἱ δοκιμασίες καί οἱ ἀρρώστιες. Ὕστέρα ἀπό τόν θάνατο ὅλων τῶν παιδιῶν του, δέχτηκε ὁ ἴδιος χτυπήματα στό σῶμα του. Πλήγιασε καί λέπρωσε. Κι ὅμως, μέσα ἀπό τήν ἀκάθαρτη καί βρωμερή ἀρρώστια του, μοσχοβολοῦσε μιά ἁγνή καί καθαρή ψυχή. Καί τά σαπισμένα ἀπό τήν λέπρα χείλη του ἔψαλλαν τόν ὕμνο τῆς δοξολογίας στόν Θεό: «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος». (Ἰώβ, 1, 21).

Ὑπάρχουν ὅμως καί περιπτώσεις πού πολλές ἀρρώστιες ἔχουν σχέση μέ τήν ἁμαρτία. Πίσω ἀπό τίς πιό πολλές ἀρρώστιες κρύβεται κάποια μεγάλη ἁμαρ­τία. Πίσω ἀπό τό κρεββάτι τῆς ἀρρώστιας τίς περισσότερες φορές εἶναι κάποιο ἁμαρτωλό παρελθόν. Ὅπως ἡ πατρίδα, σ᾽ αύτόν πού τήν ὑπηρέτησε πιστά, προσφέρει παράσημο πού στολίζει τό στῆθος του, ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία, σ᾽ αὐτόν πού τήν ὑπηρετεῖ καί γίνεται δοῦλος της, δίνει σάν ἀμοιβή κάποιο παράσημο. Τά στήθη τῶν ἡρώων εἶναι γεμάτα παράσημα. Καί τά κορμιά τῶν ἀμετανόητων ἁμαρτωλῶν πολλές φορές γεμίζουν παράσημα. «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος». (Ρωμ., 6, 23)

Τά ἴδια λόγια λέγει καί σέ ὅλους ἐμᾶς, στόν κάθε ἕνα ἁμαρτωλό. Μᾶς πλησιάζει Ἐκεῖνος πού μᾶς θεράπευσε. Ἐκεῖνος πού σήκωσε ἐπάνω του τίς ἁμαρτίες ὅλων μας. Αὐτός ὁ Ευεργέ­της καί Σωτῆρας μᾶς βρίσκει, ὅπως βρῆκε τόν παράλυτο, καί ἀπευθύνει καί σ᾽ ἐμᾶς τίς ἴδιες λέξεις, τήν ἴδια προσταγή: «Μηκέτι ἁμάρτανε».

Ἀκριβῶς, ἐπειδή ὁ Χριστός ἤξερε πώς ὁ παράλυτος εἶχε παρελθόν ἁμαρτωλό, κι αὐτό τό ἁμαρτωλό παρελθόν του τόν εἶχε καθηλώσει τόσα χρόνια στό κρεβάτι, γι᾽ αὐτό τώρα πού ἔγινε καλά, τοῦ τονίζει: «Μηκέτι ἁμάρτανε...». Τό πά­θημα νά σοῦ γίνει μάθημα. Φτάνει πιά μήν ξαναπέσεις στήν ἁμαρτωλή καί ἀκόλαστη ζωή. Ἀρκετά ἁμάρτησες...

Ἡ ἁμαρτία ἔχει τίς συνέπειές της. Καί ἄν ἐξακολουθήσουμε νά ἁμαρτάνουμε, θά ἔρθουν καί χειρότερες τι­μωρίες. «Μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται», εἶπε Χριστός στόν παράλυτο. Δηλαδή, μήνξαναμαρτήσεις, γιατί θά πάθεις κάτι χειρότερο...

Μᾶς περιμένουν χειρότερα. Ποιά εἶναι τά χειρότερα; Χειρότερο καί ἀπό τήν ἀρρώστια καί ἀπό τήν δοκιμασία κι ἀπό τήν φτώχεια καί ἀπό τόν θάνατο εἶναι ἡ αἰώνια κόλαση. Ὁ Θεός μακροθυμεῖ, μᾶς περιμένει. Πῶς θά ἀποφύγουμε τά χειρότερα; Μέ τήν μετάνοια. ΑΜΗΝ

Εκτύπωση