Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
«Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου».
σημερινή Εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν λίγο, Ἀγαπητοί μου, εἶναι πολύ γνωστή. Πρόκειται γιά τήν θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ.
Ἡ περικοπή ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἰησοῦς «εἰσῆλθε εἰς οἶκον», ὅπου καί ἐκήρυττε τόν λόγο του. Δέν γνωρίζουμε τίνος οἰκία ἦταν αὐτή. Πιθανῶς κάποιου πολύ γνωστοῦ.
Στήν οἰκία, λοιπόν ὅπου εἰσῆλθε, ἡ σύναξη του λαοῦ εἶναι μεγάλη. Παρατηρεῖται, μάλιστα, τό ἀδιαχώρητο. Καί ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς «ἐλάλει τὸν λόγον» ἔρχεται μιά ὁμάδα φίλων, «παραλυτικὸν φέροντες», καί μάλιστα «αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων».Ἐπειδή δέ ἦταν ἀδύνατο νά εἰσέλθουν, ξήλωσαν μιά κάποια πρόχειρη σκεπή καί ἔφεραν μπροστά στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ τόν παραλυτικό γιά θεραπεία. Παρόντες εἶναι καί ἐκπρόσωποι τῶν Γραμματέων καί τῶν Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ἐκτός ἀπό τά θεωρητικά προβλήματα πού δημιουργοῦσαν στόν Κύριο, συγκέντρωναν παράλληλα καί στοιχεῖα γιά νά τά χρησιμοποιήσουν στό μέλλον σέ βάρος τοῦ Διδασκάλου.
Ὁ παράλυτος, φαίνεται, πώς δέν ἦταν μόνο ἄρρωστος σωματικά. Ἦταν ἄρρωστος καί πνευματικά. Οἱ ἁμαρτίες βαραίνουν τήν συνείδησή του καί αὐτό τό διαβλέπει ὁ Ἰησοῦς. Εἶναι ἐνδεικτικό, ὅτι ὁ παραλυτικός δέν προσεγγίζει τόν Κύριο μέ τήν θέλησή του. Διακατέχεται, ἐξαιτίας τῆς χρόνιας πάθησής του, ἀπό μιά βαριά δυσπιστία. Γι' αὐτό ὁ Ἰησοῦς, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ἡ Εὐαγγελική περικοπή, δέν ἔλαβε ὑπόψιν του τήν πίστη τοῦ παραλὐτου, πού ἦταν οὐσιαστικά ἀνύπαρκτη, ἀλλά τήν πίστη τῶν τεσσάρων φίλων του πού τόν μετέφεραν. «Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν» προχωρεῖ καί κάνει τό θαῦμα. Ἡ πίστη τῶν τεσσάρων φίλων ἔγινε ἀφορμή καί αἰτία νά θεραπεύσει τόν πέμπτον, τόν παράλυτο.
Πόσο διαφορετικός θά ἦταν ὁ κόσμος, ἄν καί ἐμεῖς μέ τήν σειρά μας πιστεύαμε καί ἀν ἐνδιαφερόμασταν γιά κάποιο φίλο μας, γιά κάποιο συγγενή μας, γιά κάποιο γείτονα ἤ καί ἐχθρό μας ἀκόμη.
Τό θαῦμα ἔγινε, σύμφωνα μέ τό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, ἐπειδή ἀκριβῶς ὁ Κύριος εἶδε τήν ἀγάπη καί τήν πίστη τῶν τεσσάρων φίλων του.
Τό κύριο σημεῖο ἀναφορᾶς ὅλης τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, εἶναι ἡ φράση τοῦ Κυρίου πού ἀπευθύνει στόν παραλυτικό: «Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου».
Προκαλεῖ ἐντύπωση τό γεγονός, ὅτι, ἐνῶ ὁδηγεῖται στόν Ἰησοῦ ἕνας ἀσθενής παράλυτος, πού πάσχει σωματικά καί ζητᾶ τήν ἴασή του, ὁ Κύριος τοῦ συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες του. Φαίνεται παράλογο καί ἴσως κάποιος θά δυσανασχετοῦσε μέ τήν συμπεριφορά αὐτή τοῦ Χριστοῦ. Τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει μιά ἀσθένεια μέ τήν ἁμαρτία; Ἕνας ἀσθενής μπορεῖ νά εἶναι ἁμαρτωλός, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί ἅγιος.
Ἐδῶ χρειάζεται μιά προσεκτική προσέγγιση στήν σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς ἀσθένειας καί τῆς ἁμαρτίας. Ἤ καλλίτερα στήν σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Κατ' ἀρχήν γιά τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζεται ὡς μία ψυχοσωματική ὁλότητα καί ἑνότητα.
Ὁ ἄνθρωπος πορεύεται πρός τό καλό καί πρός τό κακό, παρασύροντας ὅλες τίς σωματικές καί ψυχικές του λειτουργίες. Γιά τον Κύριο ἦταν ἀδιανόητο νά πεῖ μόνο «ἆρον τὸν κράβατόν σου καὶ περιπάτει», θεραπεύοντας μονομερῶς τό σῶμα καί ἀφήνοντας τήν ψυχή στήν φθορά καί τόν θάνατο. Ὁ Ἰησοῦς δέν ἦταν ἕνας κοινός θεραπευτής, οὔτε λέγει, «ἀφέωνταὶ σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» καί μετά ἐγκαταλείπει τό ἀνθρώπινο σῶμα στήν δική του φθορά, μέ τήν ἔννοια ὅτι ὅ ἴδιος εἶναι μόνο πνευματικός ἐργάτης πού ἐνδιαφέρεται μόνο γιά τήν σωτηρία των ψυχῶν.
Γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, σύμφωνα μέ τήν Εύαγγελική περικοπή, ὁ κάθε ἀσθενής καί πάσχων ἄνθρωπος, ἔστω καί ἁμαρτωλός, ἦταν μιά προσωπικότητα πού ἰδιαίτερα τόν τραβοῦσε καί τόν συγκινοῦσε καί ἡ ἐπέμβαση πρός αὐτόν ἦταν πάντοτε ἀγαπητική, δηλαδή λυτρωτική καί σωτηριολογική. Ὅταν ὁ Κύριος ἀποφάσιζε νά θεραπεύσει κάποιον ποτέ δέν διερωτήθηκε, ἐάν ὁ ἀσθενής αὐτός ἦταν ὁμόθρησκος ἤ ἀλλόθρησκος, καλός ἤ ἁμαρτωλός. Καί συνήθως οἱ ἁμαρτωλοί προσέλκυαν περισσότερο τό ἐνδιαφέρον του καί τήν ἀγάπη του.
Ὁ ἄνθρωπος καί στήν πιό ἁμαρτωλή κατάστασή του συνεχίζει νά εἶναι καί νά παραμένει «τέκνον τοῦ Θεοῦ». Ὁ Ἰησοῦς ἀπευθυνόμενος στόν παραλυτικό καί ἁμαρτωλό τῆς περικοπῆς τόν ἀποκαλεῖ «τέκνον» προτοῦ ἀκόμη τόν θεραπεύσει καί τόν συγχωρήσει.
Ἔτσι, μποροῦμε νά ποῦμε, πώς εἶναι μεγάλη βλασφημία νά πιστεύουμε καί νά κηρύττουμε, ὅτι οἱ πάσχοντες τῆς ζωῆς ὑποφέρουν ἐξαιτίας των ἁμαρτιῶν τους. Ὁ σωματικός πόνος, λόγῳ τῆς ἀσθένειας καί ὁ πνευματικός πόνος, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας εἶναι μιά ἱερή ὑπόθεση πού πρέπει νά προκαλεῖ σεβασμό σέ ὅλους. Ὁ Χριστός δέν ἦλθε νά καλέσει σέ ἁγιασμό καί θέωση τούς δικαίους, ἀλλά τούς ἁμαρτωλούς.
Μέ τά ὅσα λέμε δέν προσπαθοῦμε νά ἐξωραΐσουμε τήν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία ὑπάρχει ὡς τό τραγικότερο γεγονός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας. Δέν πρόκειται γιά ἕνα ἁπλό σφάλμα ἤ κάποια παρεκτροπή. Εἰσέρχεται τόσο βαθιά πού φθείρει τό σῶμα καί τήν ψυχή. Γι' αὐτό καί ὁ Κύριος πρῶτα ἐπεμβαίνει στόν χῶρο τῆς ἁμαρτίας καί μετά στόν χῶρο τῆς σωματικῆς ἀσθένειας.
Ὁ Κύριος μέ τό θαῦμα τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς διακηρύττει: Τό νά θεραπεύσεις κάποιον καί νά τοῦ πεῖς «ἆρον τὸν κράβατόν σου καὶ περιπάτει», εἶναι πολύ εύκολότερο ἀπό τό νά τοῦ πεῖς «ἀφέωνταὶ σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» καί μέ τόν τρόπο αὐτό νά τόν λυτρώσεις.
Σήμερα ὅμως, Δεύτερη Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία μας καθόρισε νά ἑορτάζεται καί ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Καί ἡ γιορτή του αὐτή ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὡς ἄξιο τέκνο τῆς Ἐκκλησίας, συνετέλεσε στόν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, κατά τόν 14ο αἰώνα, καί μέ τήν διδασκαλία του διαφύλαξε τόν ἀληθινό χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, καί τήν σωτηριώδη σημασία της γιά τόν ἄνθρωπο. Ὁ σήμερα ἑορταζόμενος Ἅγιος, κάνει μία διαφορετική προσέγγιση καί ἑρμηνεία τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς πού ἀκούσαμε. Συνδιάζει τό θαῦμα πού ἔγινε στό σπίτι τῆς Καπερναούμ, μέ τήν θεραπεία τῆς παράλυτης ψυχῆς.
Ἐάν κάποιος εἶναι προσκολλημένος στίς σωματικές ἀπολαύσεις, τότε εἶναι παράλυτος στήν ψυχή. Τό σῶμα του μοιάζει μέ ἀναπυρικό κρεβάτι στό ὁποῖο βρίσκεται καθηλωμένη ἡ παράλυτη ψυχή του.
Ἡ ψυχή αὐτή, γιά νά θεραπευθεῖ, χρειάζεται καί πρέπει νά ἐπιστρέψει στόν Χριστό. Σ᾿ αὐτή τήν ἐπιστροφή θά βοηθήσουν τέσσερις παράγοντες:
πρῶτος: «ἡ οἰκεία κατάγνωσις», δηλαδή ἡ αὐτοκατηγορία. Νά κατηγορήσει καί νά καταδικάσει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του.
δεύτερος: «ἡ ἐξαγόρευση τῶν προημαρτημένων», δηλαδή ἡ ἐξομολόγηση.
τρίτος: «ἡ ὑπόσχεσις ἀποχῆς τῶν κακῶν», δηλαδή ἡ ὑπόσχεση γιά διόρθωση, καί
τέταρτος: «ἡ δέησις πρός Θεόν», δηλαδή ἡ προσευχή.
Μένει ὅμως νά κάνουμε ἕνα τελευταῖο: Νά ἀποστεγάσουμε τήν «στέγη», τήν ὀροφή τῆς ψυχῆς μας.
Ὀροφή τῆς ψυχῆς μας εἶναι ὁ λογισμός μας, πού εἶναι φορτωμένος ἀπό ὑλικά πράγματα, τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό τά γήϊνα πάθη καί χωρίζουν τήν ψυχή ἀπό τόν Χριστό. Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νά καθαρισθεῖ ὁ λογισμός μας, γιατί τότε μόνο, ὁ παράλυτος νοῦς θά ἀκούσει τήν γλυκύτατη λέξη «τέκνον» καί θά λάβει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Θά ἀναστηθεῖ καί θά ζεῖ τήν ἀληθινή ζωή, πού εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή.