ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

5ἶναι συχνό τό φαινόμενο κατά τίς Κυριακές μετά τήν θεία Λειτουργία κάποιοι φορεῖς νά προγραμματίζουν767feaf07eeabc10d9b7add7070743a1 XL αἱμοδοσία σέ πόλεις καί χωριά, προσκαλώντας  τούς ἀνθρώπους νά προσέλθουν σ' αὐτήν.
Ἡ Ἐκκλησία μας πάντοτε πρωτοστατεῖ σέ ἐνέργειες διοργάνωσης ἐθελοντικῆς αἱμοδοσίας. Καλεῖ τούς πιστούς νά ἐνημερωθοῦν γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό καί νά δείξουν ἔμπρακτα, μέ τήν συμμετοχή τους, τήν ἀγάπη τους καί τόν σεβασμό τους στήν ἀνθρώπινη ζωή.
Μέ τήν ἐθελοντική αἱμοδοσία δίνεται ἡ δυνατότητα στόν σημερινό πιστό νά μιμηθεῖ ἔμπρακτα, καί μέ αὐτόν τόν τρόπο, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος πρῶτος προσέφερε τό Αἷμα του γιά τήν σωτηρία καί τήν ζωή ὅλων μας.
Ἀπό ἀγάπη γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον καλούμαστε, λοιπόν, καί ἐμεῖς, ἐφόσον ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας μας τό ἐπιτρέπει, νά δώσουμε λίγο ἀπό τό αἷμα μας καί νά προσφέρουμε τό ἀνεκτίμητο αὐτό ἀγαθό, καθώς μέ μία φιάλη αἵματος μπορεῖ νά σωθεῖ ἕνας συνάνθρωπός μας.

Ἡ Ἐκκλησία μας, στήν κατανυκτική ἀκολουθία τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ψάλλει: «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας του νόμου τῷ τιμίῳ σου Αἵματι», δηλαδή ὁ Κύριος μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου μέ τό Αἷμα του. Προσφέρει τό Αἷμα του γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου καί εἶναι παράδειγμα μεγάλου αἱμοδότη. Ἐάν, λοιπόν, σκεπτόμαστε τό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Κυρίου μας θά πρέπει καί ἐμεῖς νά προσφέρουμε στόν βωμό καί τήν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης λίγο αἷμα, τό ὁποῖο εἶναι βασικό στοιχεῖο τῆς ζωῆς, χάριν τῆς σωτηρίας ἑνός ἀδελφοῦ μας.
Ἐπίσης στήν τρίτη στάση τῶν ἐγκωμίων τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ψάλλεται: «Ὥσπερ πελεκάν, τετρωμένος τὴν πλευρὰν σου Λόγε, σοὺς θανόντας παῖδας ἐζώωσας, ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς». Εἶναι θαυμάσια καί πολύ διδακτική αὐτή ἡ εἰκόνα. Ὁ πελεκάνος ὅταν δεῖ ὅτι οἱ νεοσσοί του ἔχουν δηλητηριασθεῖ ἀπό τό δάγκωμα κάποιου φιδιοῦ, σχίζει τό στῆθος του καί μέ τό αἷμα του ποτίζει τούς νεοσσούς του σώζοντάς τους ἀπό τόν βέβαιο θάνατο. Κατά παρόμοιο τρόπο ὁ Κύριός μας πρόσφερε τό Αἷμα του γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου καί τήν κατάλυση τοῦ κράτους τοῦ θανάτου.

Προκύπτει, ὅμως ἕνας βασικός προβληματισμός γιά τούς πιστούς καί κυρίως γιά ὅσους κοινώνησαν: ἄν, μετά τήν θεία Κοινωνία, ἐπιτρέπεται νά προσέλθουν καί νά δώσουν αἷμα.

Ὁ προβληματισμός αὐτός εἶναι θεολογούμενος καί οἱ ἀπόψεις εἶναι ἀντικρουόμενες καί διίστανται.
α) Κάποιοι τονίζουν, ὅτι μετά τήν θεία Κοινωνία ἡ αἱμοδοσία δέν ἐπιτρέπεται ἐκτός ἀπό τήν περίπτωση ἐπείγουσας ἀνάγκης ὅταν πρόκειται γιά τήν σωτηρία ἀρρώστου. (Ἀρχ. π. Νικόδημος Μπαρούσης περιοδικό «Ὀρθόδοξος Τύπος», τεύχος της 6.02.04.)
 Γιά ἐπιβεβαίωση  τῆς θέσεώς του αὐτῆς  ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Εἰς τά σχόλια τοῦ ΙΣΤ´ Κανόνος τοῦ ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας, διαβάζουμε ὅτι «οὔτε ἱερεύς, οὔτε λαϊκός συγχωρεῖται… νά φλεβοτομῆται κατ᾽ αὐτήν τήν ἡμέραν ὀποῦ ἐκοινωνήσαμεν… Ἔξω μόνον τότε νά φλεβοτομοῦνται, ὅταν κοινωνήσουν, ἄν ἦναι καμμία ἀνάγκη ἀσθενείας θανατηφόρου…». (Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, «Πηδάλιον», σ. 675). Ὁ δέ Θεόδωρος Βαλσαμών, εἰς τήν «ἀπόκρισιν» αὐτοῦ πρός τήν «ΙΒ´ ἐρώτησιν» τοῦ Ἀλεξανδρείας Μάρκου, σημειώνει ὅτι, δέν ἐπιτρέπεται ἡ ἀφαίμαξις κατά τήν ἡμέρα τῆς θείας Μεταλήψεως, ἀλλά προσθέτει: «Εἰ δέ τήν φλεβοτομίαν κατεπείγει θανάσιμον νόσημα, δία τήν σωτηρίαν τοῦ κάμνοντος τελεσθήσεται…» (Ράλλη – Ποτλῆ, «Σύνταγμα», τ. Δ´, σ. 457-8).
Ἑπομένως, σύμφωνα μέ τά παραπάνω ἡ αἱμοδοσία μετά τήν θεία Κοινωνία δέν ἐπιτρέπεται, εἶναι δυνατόν, ὅμως, κατ' οἰκονομία, νά ἐπιτραπεῖ, μόνο σέ κάποια ἐξαιρετική περίπτωση ἐπείγουσας ἀνάγκης προκειμένου να σωθεῖ ἕνας  ἀσθενής.
Ἡ ἄποψη αὐτή εἶναι ἀποδεκτή καί διάχυτη, ἄν ὄχι στήν ὁλότητα, στήν πλειονότητα τοῦ ἁπλοῦ Ὀρθόδοξου λαοῦ, κυρίως τῶν πιστῶν κάποιας ἡλικίας, οἱ ὁποῖοι  μεγάλωσαν  ὄχι μέ θεολογική μόρφωση, ἀλλά μέ «φόβο Θεοῦ» καί μέ ὅσα  τούς δίδαξαν οἱ γονεῖς τους, τά ὁποῖα  διαπότισαν τήν ψυχή τους καί εὔκολα δέν «ξεριζώνονται», ὅπως  γιά παράδειγμα:
-Μετά τήν θεία Κοινωνία, ὅταν θά πάρουμε τό Ἀντίδωρο, δέν φιλᾶμε τό χέρι τοῦ Ἱερέα.
-Ὅλη τήν ἡμέρα δέν κάνει νά φτύσουμε, νά φᾶμε ἐλιές καί νά βγάλουμε τό κουκούτσι ἡ ψάρια καί νά βγάλουμε τό ἀγκάθι.
-Προσοχή νά μήν χτυπήσουμε καί τρέξει αἷμα.

β) Ἄλλοι ἀντίθετα ἀποδέχονται, ὅτι γενικά ἐπιτρέπεται ἡ αἱμοδοσία μετά τήν θεία Κοινωνία «χάριν τῶν συνανθρώπων μας».(Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Παπαθανασίου Δρ. Νομικῆς - Θεολογίας, Ἱεροκήρυκας Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, περιοδικό «Εφημέριος», τεῦχος 11, ἔτος 2003) -Ἰωάννης Καρδάσης, Χημικός – Οἰκονομολόγος.
Σύμφωνα μέ τήν ἄποψη αὐτή ἡ ἀπάντηση στόν  παραπάνω προβληματισμό δίνεται ἀπό τήν πρόσκληση καί συγχρόνως προτροπή τοῦ Ἱερέως πρό τῆς θείας Κοινωνίας: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ Ἀγάπης προσέλθετε». Ἡ προϋπόθεση γιά τήν προσέλευση στήν θεία Κοινωνία  «μετὰ πίστεως προσέλθετε», δηλώνει τήν δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας σχετικά μέ τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅτι δηλαδή παρ᾽ ὅτι οἱ αἰσθήσεις μᾶς βεβαιώνουν ὅτι κοινωνοῦμε ἄρτο καί οἶνο, ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι κοινωνοῦμε αὐτό τό πανάχραντο Σῶμα καί τό τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό μέγιστο αὐτό θαῦμα τῆς μεταβολῆς τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ εἶναι ἀκατανόητο γιά τά ἀνθρώπινα νοητικά δεδομένα. Μέ τήν συμμετοχή τους οἱ  πιστοί στήν θεία Κοινωνία γίνονται «σύναιμοι καί σύσσωμοι» Χριστοῦ. Μπορεῖ τά προσφερόμενα εἴδη τῆς θείας Εὐχαριστίας νά ἔχουν ὑλική ὑπόσταση, ἀλλά στήν πραγματικότητα ἔχουμε μέ θαυμαστό τρόπο τήν θεανθρώπινη παρουσία τοῦ Κυρίου, αὐτό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ προσέγγίση τοῦ ὑπερφυοῦς τούτου Μυστηρίου βρίσκεται στούς λόγους τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ὅταν εἶπε: «Λάβετε φάγετε, τοῦτο ἐστι τό Σῶμα μου... Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες• τοῦτο γάρ ἐστί τό Αἷμα μου...». (Ματθ., κστ´, 26 - 28)
Μήν ξεχνᾶμε ἀκόμη, ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅταν γιά πρώτη φορά μίλησε γιά τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, εἶπε: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν Σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ Αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς».

Ἡ θεία Εὐχαριστία, λοιπόν, εἶναι οὐράνια πνευματική τροφή, γιά τήν ὁποία οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μίλησαν πολύ χαρακτηριστικά:

-Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ ὁμιλία του («Περὶ μετανοίας», ΕΠΕ 30, θ´, 314-316) ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Μὴ ὅτι ὁ ἄρτος ἐστὶν ἴδης, μηδ᾽ ὅτι οἶνος ἔστι νομίσῃς, οὐ γὰρ ὡς αἱ λοιπαὶ βρώσεις εἰς ἀφεδρῶνα χωρεῖ, ἄπαγε! μὴ τοῦτο νόει, ἀλλὰ ὥσπερ κηρὸς πυρὶ προσομιλήσας οὐδὲν ἀπουσιάζει, οὐδὲν περισσεύει, οὕτω καὶ ὧδε νόμιζε συναναλίσκεσθαι τὰ μυστήρια τῇ τοῦ σώματος οὐσίᾳ. Διὸ καὶ προσερχόμενοι, μὴ ὡς ἐξ ἀνθρώπου νομίσατε μεταλαμβάνειν τοῦ θείου σώματος, ἀλλ᾽ ὡς ἐξ αὐτῶν τῶν Χεραφεὶμ τῇ λαβίδι τοῦ πυρός, ἥνπερ Ἠσαΐας εἶδε, τοῦ θείου σώματος μεταλαμβάνειν νομίζετε, καὶ ὡς τῆς θείας καὶ ἀχράντου πλευρᾶς ἐφαπτόμενοι τοῖς χείλεσιν, οὕτω τοῦ σωτηρίου αἵματος μεταλάβωμεν». Δηλαδή, μήν νομίζεις πώς αὐτό πού κοινωνεῖς εἶναι ψωμί καί κρασί, ἀλλά καί μήν νομίζεις ὅτι  ἀποβάλλονται φυσιολογικά, ὅπως οἱ ἄλλες τροφές. Μακριά ἀπό σένα τέτοιες σκέψεις, ἀλλά  ὅπως ἀκριβῶς τό κερί, στήν ἐπαφή του μέ τήν φωτιά, γίνεται ὅλο ἕνα μαζί της, ἔτσι κι ἐδῶ, ἑνώνονται τά μυστήρια μέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας. Γι᾽ αὐτό  καί ὅταν προσέρχεσθε νά μεταλάβετε μήν νομίζετε ὅτι μεταλαμβάνετε ἀπό ἄνθρωπο, ἀλλά ἀπό τήν λαβίδα τῶν Χερουβίμ, ὅπως τό ὁραματίστηκε ὁ προφήτης Ἠσαΐας. Εἶναι σάν νά κολλᾶμε  τά χείλη μας στήν ἄχραντη πλευρά του καί ἀπό ἐκεῖ νά ρουφᾶμε τό σωτήριο Αἷμα του.
-Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων στίς «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» του (Δ´ § θ´, καί Ε´ § ιε´) σημειώνει: «Ὁ φαινόμενος ἄρτος οὐκ ἄρτος ἐστίν, εἰ καὶ τοιοῦτος ἐστὶ τῇ γεύσει, ἀλλὰ σῶμα Χριστοῦ καὶ ὁ φαινόμενος οἶνος οὐκ οἶνος ἐστίν, εἰ καὶ γεῦσις τοῦτο βούλεται, ἀλλὰ αἷμα Χριστοῦ» καὶ «ὁ δὲ ἄρτος οὗτος ὁ ἅγιος ἐπιούσιος ἔστιν, ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς κατατασσόμενος. Οὗτος ὁ ἄρτος οὐκ εἰς κοιλίαν χωρεῖ καὶ εἰς ἀφεδρῶνα ἐκβάλλεται, ἀλλ᾽ εἰς πᾶσαν σου τὴν σύστασιν ἀναδίδοντας εἰς ὠφέλειαν ψυχῆς τε καὶ σώματος». Δηλαδή, αὐτός ὁ ἅγιος Ἄρτος τοῦ Μυστηρίου, μπορεῖ νά φαίνεται ὡς ἄρτος  καί νά ἔχει γεύση ἄρτου, ἀλλά εἶναι Σῶμα Χριστοῦ. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τόν οἶνο πού εἶναι Αἷμα Χριστοῦ. Αὐτός ὁ ἅγιος Ἄρτος εἶναι ἐπιούσιος, αὐτό σημαίνει  ὅτι ἀποκαθίσταται καί διορίζεται στήν οὐσία τῆς ψυχῆς. Αὐτός ὁ Ἄρτος δέν πηγαίνει στήν κοιλιά, οὔτε βγαίνει στόν ἀφεδρώνα, ἀλλά διαμερίζεται σέ ὅλη τήν σύσταση πρός ὠφέλεια τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος.
-Ὁ ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός στό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως», (ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 368 ἑπ.)  ἀναφέρει:  «Σῶμα ἔστιν ἀληθῶς ἡνωμένον θεότητι, τὸ ἐκ τῆς ἁγίας Παρθένου σῶμα, οὐχ ὅτι αὐτὸ τὸ σῶμα τὸ ἀναληφθὲν ἐξ οὐρανῶν κατέρχεται, ἀλλ᾽ ὅτι αὐτὸς ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος μεταποιεῖται εἰς σῶμα καὶ αἷμα Θεοῦ. Εἰ δὲ τὸν τρόπον ἐπιζητεῖς, πῶς γίνεται, ἀρκεῖ σοι ἀκοῦσαι, ὅτι διὰ Πνεύματος Ἁγίου...Σῶμα ἔστι καὶ αἷμα Χριστοῦ εἰς σύστασιν τῆς ἡμετέρας ψυχῆς τε καὶ σώματος χωροῦν, οὐ δαπανώμενον, οὐ φθειρόμενον, οὐκ εἰς ἀφεδρῶνα χωροῦν - μὴ γένοιτο -, ἀλλ᾽ εἰς τὴν ἡμῶν οὐσίαν τε καὶ συντήρησιν, βλάβης παντοδαποὺς ἀμυντήριον, ῥύπου παντὸς καθαρτήριον». Δηλαδή, ἀληθινά εἶναι σῶμα ἑνωμένο μέ τήν θεότητα, προερχόμενο ἀπό τό σῶμα τῆς ἁγίας Παρθένου, ὄχι ὅτι αὐτό τό σῶμα πού ἀναλήφθηκε κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό, ἀλλά ὅτι ὁ ἴδιος ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος μετατρέπεται σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Ἐάν ψάχνεις  νά βρεῖς μέ ποιό τρόπο γίνεται αὐτό, σοῦ ἀρκεῖ νά ἀκούσεις ὅτι γίνεται μέσω τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ...εἶναι Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ συστατικά τῆς ψυχῆς  καί τοῦ σώματός  μας, τό ὁποῖο δέν δαπανᾶται, δέν φθείρεται, οὔτε ἀποβάλλεται ἀπό τόν ἀφεδρώνα - μή γένοιτο -, ἀλλά ὅσον ἀφορᾶ  τήν πνευματική μας ὑπόσταση, μᾶς προστατεύει ἀπό κάθε πειρασμό, καί μᾶς ἐξαγνίζει ἀπό τόν ρύπο κάθε ἁμαρτίας.
Καί καταλήγει: «Κοινωνία λέγεταί τε καὶ ἔστιν ἀληθῶς διὰ τὸ κοινωνεῖν ἡμᾶς δι᾽ αὐτῆς τῷ Χριστῷ καὶ μετέχειν αὐτοῦ τῆς σαρκός τε καὶ τῆς θεότητας, κοινωνεῖν δὲ καὶ ἑνοῦσθαι καὶ ἀλλήλοις δι᾽ αὐτῆς, ἐπεὶ γὰρ ἐξ ἑνὸς ἄρτου μεταλαμβάνομεν, οἱ πάντες ἐν σῶμα Χριστοῦ καὶ ἐν αἷμα καὶ ἀλλήλων μέλη γινόμεθα σύσσωμοι Χριστοῦ χρηματίζοντες». (ὅ.π. σελ. 374 ἑπ.). Δηλαδή, ὀνομάζεται καί Κοινωνία καί εἶναι πραγματικά κοινωνία, γιατί μέσω αὐτῆς κοινωνοῦμε μέ τόν Χριστό, καί μετέχουμε στήν σάρκα καί στήν  Θεότητά του καί κοινωνοῦμε καί ἑνωνόμαστε ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλο μέσω αὐτῆς, ἐπειδή μεταλαμβάνουμε ἀπό τόν ἴδιο Ἄρτο, καί γινόμαστε ὅλοι μεταξύ μας μέλη τοῦ ἑνός Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, γινόμαστε σύσσωμοι  Χριστοῦ.  
Βάσει τῶν ὅσων ἀναφέραμε παραπάνω φαίνεται ὅτι ἡ θεία Κοινωνία καθώς ἑνώνεται μέ τό σῶμα μας καταναλίσκεται, ἀφομοιώνεται ἀμέσως. Δέν ἀναφέρεται πουθενά, ὅτι τό Αἷμα τοῦ Κυρίου ἑνώνεται μέ τό αἷμα τοῦ ἀνθρώπου, διότι αὐτό θά σήμαινε  ὅτι ἀκολουθεῖ τήν φυσική πορεία μέσω τοῦ πεπτικοῦ συστήματος, κάτι πού ἀποκλείουν τόσον ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅσον καί οἱ ἅγιοι Κύριλλος Ἱεροσολύμων καί Ἰωάννης Δαμασκηνός. Τέτοια διαδικασία μέσω τῆς πεπτικῆς ὁδοῦ δέν ὁδηγεῖ μόνο στό κυκλοφορικό σύστημα, ἀλλά καί στό ἀναπνευστικό, λεμφικό, οὐροποιητικό, ἀπεκκριτικό κ.ἄ. Ἐξ ἄλλου ἐκτός τοῦ καθαροῦ ἀρτηριακοῦ αἵματος ὑπάρχει καί τό ἀκάθαρτο φλεβικό.
Ἐάν σύμφωνα μέ τήν λογική, κοινωνώντας, τό τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου διοχετεύεται ἀμέσως στό αἷμα τοῦ ἀνθρώπου, πράγμα λανθασμένο, τότε πῶς μπορεῖ τό τίμιο Σῶμα τοῦ Κυρίου νά διοχετευθεῖ στό αἷμα τοῦ ἀνθρώπου, χωρίς νά περάσει ἀπό τό πεπτικό σύστημα κάτι πού ἀποκλείουν τόσον ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅσον καί οἱ ἅγιοι Κύριλλος Ἱεροσολύμων καί Ἰωάννης Δαμασκηνός; Στήν ἀντίθετη περίπτωση θά εἴχαμε τήν παρουσία τῶν τιμίων Δώρων στήν ἐκπνοή, στά δάκρυα, στίς βλέννες, στό πτέρνισμα, στήν ἀπόχρεψη, στόν ἱδρώτα, στά οὖρα κ.ἀ. πράγμα ἀπαράδεκτο.
Τό παράδοξο εἶναι ὅτι γιά τήν περίπτωση τραυματισμοῦ καί ροῆς αἵματος μετά τήν λήψη τῆς θείας Κοινωνίας οἱ ἱεροί Κανόνες δέν κάνουν λόγο. Στήν περίπτωση ὅμως ἐμετοῦ μετά τήν θεία Κοινωνία ἐπιβάλλεται ἐπιτίμιο (ΛΕ΄ κανόνας ἁγίου Ἰωάννου Νηστευτοῦ) πράγμα τό ὁποῖο ἐμμέσως πλήν σαφῶς ὑπονοεῖ τήν διέλευση τῆς θείας Κοινωνίας μέσω τῆς πεπτικῆς ὁδοῦ.
Μέ τά ὅσα ἀναφέραμε παραπάνω  συμφωνεῖ καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων ὁ ὁποῖος στίς «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» του (Ε´, 22, Ἀποστολική Διακονία, σελ. 227, 229) ἀναφέρει: «Ἔπειτα, ἀφοῦ κοινωνήσεις τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πρόσελθε, πλησίασε καί στό Ποτήριο τοῦ Αἵματος. Ὄχι ὅμως μέ ἁπλωμένα τά χέρια, ἀλλά σκύβοντας σέ στάση  προσκύνησης μέ σεβασμό καί εὐλάβεια, λέγε τό «Ἀμήν» καί ἁγιάσου μεταλαμβάνοντας ἀπό τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί ἐάν μετά τήν θεία Μετάληψη τοῦ Αἵματος παραμείνουν στά χείλη σου ἴχνη ὑγρασίας, ἀκούμπησε τά χέρια σου στά χείλη σου, καί μέ κίνηση τῶν χεριῶν σου, ἁγίασε τά μάτια σου, τό μέτωπο καί ὅλα τά αἰσθητήρια ὄργανα. Νά περιμένεις μέχρι τέλους νά ἀκούσεις  τήν εὐχή καί νά εὐχαριστήσεις τόν Θεό πού σέ ἀξίωσε νά μεταλάβεις τά μεγάλα αὐτά Μυστήρια». Εἶναι εὔλογη ἐδῶ ἡ ἀπορία, ὅπου τό Αἷμα τοῦ Κυρίου διασκορπίζεται σέ ἐξωτερικά σημεῖα τοῦ σώματος, χωρίς νά ἀναφέρεται σφούγγισμα.

Αὐτό πού κοινωνοῦμε εἶναι πράγματι τό τίμιο Σῶμα καί τό τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου μας. Ποιός ὅμως μπορεῖ προσωπικά νά διαβεβαιώσει, ὅτι αὐτός πού κοινωνεῖ λαμβάνει πράγματι τό τίμιο Σῶμα καί τό τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου;

-Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στό ἔργο του «Περί τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου», ἀναφέρει: «Ὡς ἔλαβεν ὁ Ἰούδας τὸ ψωμίον, εἰσῆλθεν ὁ Σατανᾶς εἰς αὐτόν, διότι εὖρε τὸ καταγώγιον τῆς ψυχῆς ἕτοιμον».
-Ὁ δέ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι σαφής: «Ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. Διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί». (Α´  Κορ. ια´, 29, 30)  Στήν καλύτερη περίπτωση, ἕνας «ἀναξίως προσερχόμενος», δέν κοινωνεῖ τοῦ τιμίου Σώματος καί Αἵματος, ἀλλά ψωμί καί κρασί.
-Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Μεταφραστής στήν Ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως προειδοποιεῖ: «Μέλλων φαγεῖν, ἄνθρωπε, Σῶμα Δεσπότου, φόβῳ πρόσελθε, μὴ φλεγῇς· πῦρ τυγχάνει».
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ἐπειδή ὁ Κύριος “τήν πρόθεσιν ἐπαινεῖ”, γι' αὐτό  ἕνας ὁ ὁποῖος ἀξίως μέν θά κοινωνοῦσε, ἀλλά ὅμως δέν πρόλαβε, λόγω αἰφνιδίου θανάτου, θεωρεῖται ὅτι μετάλαβε τῆς θείας  Κοινωνίας.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Θεωροῦμε, λοιπόν, ὅτι ἡ ἑρμηνεία πού δίνουν ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Δαμασκηνός βρίσκεται κοντά στήν ἀλήθεια, δηλαδή ἡ ἀφομοίωση τῆς θείας Κοινωνίας γίνεται ἀκαριαία χωρίς νά ἀφήσει ὑπολείμματα καί δέν ἀνευρίσκεται σέ κανένα συγκεκριμένο σημεῖο τοῦ σώματος, ἀλλά διαχέεται σ᾽ ὁλόκληρο τό σῶμα.
Τό  ἐρώτημα πού τέθηκε,  μετά ἀπό τά ὅσα  Ἁγιογραφικά καί Πατερικά ἀναφέρθηκαν, μποροῦμε νά ἰσχυρισθοῦμε ὅτι εἶναι ἐρώτημα «σχολαστικό».
Ἡ αἱμοδοσία ὡς πράξη ἑκούσιας προσφορᾶς μιᾶς ποσότητας ἀπό τό αἷμα μας, γιά νά σωθεῖ κάποιος ἀσθενής πού κινδυνεύει, εἶναι ὄντως πράξη ἀληθινῆς ἀγάπης καί ἱερό καθῆκον. Δέν ὑπάρχει συνεπῶς βεβήλωση ἤ ἀνευλάβεια, ὅταν προσέρχεται ἐκεῖνος πού ἔχει κοινωνήσει στήν εὐλογημένη πράξη τῆς αἱμοδοσίας χάριν τῶν συνανθρώπων του.
Ἡ περίπτωση ἔκτακτης ἀνάγκης γιά αἱμοδοσία εἶναι ἀπό τίς σπάνιες καί, ἄν προκύψει, μπορεῖ κάλλιστα νά καλυφθεῖ ἀπό ἄλλους  αἱμοδότες ἤ ἀπό τίς τράπεζες αἵματος καί ὄχι ἀποκλειστικά  καί μόνο ἀπό ἐκεῖνον πού κοινώνησε τήν ἡμέρα ἐκείνη, ὁ ὁποῖος μπορεῖ κάποια ἄλλη στιγμή προσερχόμενος νά ἀντικαταστήσει μία  ἀπό τίς φιάλες πού χρησιμοποιήθηκαν. Αὐτό σημαίνει ὅτι πρόβλημα αἱμοδοσίας  μετά τήν θεία Κοινωνία δέν ὑφίσταται, γιατί δέν ὑπάρχει κανένας  Κανόνας τῆς Ἐκκλησίας πού νά ἀποκλείει τήν αἱμοδοσία κατά τήν ἡμέρα τῆς θείας Κοινωνίας.  Γιά δέ τήν περίπτωση τραυματισμοῦ καί ροῆς αἵματος μετά τήν λήψη τῆς θειᾶς Κοινωνίας, ὅπως προαναφέραμε, οἱ ἱεροί Κανόνες δέν κάνουν λόγο.


Εκτύπωση   Email